ΤΟ ΒΗΜΑ – Le Monde
Σχολιαστές και κάποιοι εκκλησιαστικοί κύκλοι θεωρούν ότι η παραίτηση του Βενέδικτου ΙΣτ΄ είναι πράξη θαρραλέα και σύγχρονη στον βαθμό όπου ο επικεφαλής της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας αναγνωρίζει εμπράκτως ότι δεν έχει πλέον «την εξουσία» της Εκκλησίας, κάτι που είναι εξαιρετικά σπάνιο στην ιστορία του καθολικισμού.
Με μία λέξη, ο καπετάνιος επιδεικνύει πολιτική υπευθυνότητα εγκαταλείποντας το πλοίο. Η θέση μας είναι διαμετρικά αντίθετη: αυτή η παραίτηση δείχνει την αγωνία μιας παλαιάς αυτοκρατορίας που διέρχεται μια μεγάλη κρίση εξουσίας.
Τί σημαίνει η παραίτηση του Βενέδικτου; Οι λόγοι υγείας που παρουσιάζονται είναι το δέντρο που κρύβει το δάσος: απηχεί μια μεγάλη κρίση στην καθολική εξουσία εντός του σύγχρονου κόσμου.
Ο καθολικισμός είναι η παράδοξη σύζευξη δύο διαμετρικά αντίθετων, από τη φύση τους, στοιχείων: της πίστης του ατόμου και ενός ανωτάτου ηγέτη που διευθύνει έναν ιεραρχικό και συγκεντρωτικό θεσμό σύμφωνα με ένα ενοποιητικό δίκαιο. Ο Θεός της καρδιάς βρίσκεται πλάϊ πλάϊ με τον μηχανισμό του δόγματος.
Ενώ στην Εκκλησία ο θεσμός κυριαρχεί επί του συναισθήματος, ο μοντερνισμός τα διαχωρίζει με μεγάλη προσοχή.
Μπορούμε να θεωρήσουμε τον μοντερνισμό σαν έναν διαχωρισμό: την διάκριση των εξουσιών (νομοθετική, εκτελεστική, δικαστική), τον χωρισμό της Εκκλησίας από το κράτος, την διάκριση ανάμεσα στην ιδιωτική και τη δημόσια σφαίρα, τον χωρισμό επιστημών και θεολογίας.
Αυτή η «τέχνη του χωρισμού» βασίζεται σε μια κρίσιμη διάκριση ανάμεσα στα συναισθήματα των ατόμων και στους θεσμούς.
Ενα ανθρωπολογικό σοκ συμβαίνει μπροστά στα μάτια μας: εκεί που η Εκκλησία ως θεσμός επιχειρεί να πλαισιώσει το θρησκευτικό συναίσθημα των ανθρώπων, από το κέντρο της που είναι εδώ και 1.500 χρόνια η Ρώμη, ο μοντερνισμός έρχεται να σπάσει τις αλυσίδες κάθε θεσμικού ελέγχου για να μεταμορφώσει το άτομο σε ελεύθερο ον που ελπίζει να γίνει το κέντρο της δικής του ύπαρξης.
Ετσι υπάρχει σημαντική απόσταση από την αρχή της καθολικής διακυβέρνησης – που είναι ετερόνομη, συγκεντρωτική και ιεραρχική – και από την αρχή της σύγχρονης δημοκρατικής διακυβέρνησης – που είναι αυτόνομη, πλουραλιστική και ισότιμη.
Μετά λοιπόν από την παραίτηση του Βενέδικτου, μπορούμε να κάνουμε τρεις υποθέσεις για το μέλλον της Εκκλησίας. Είτε η Εκκλησία θα προσαρμοστεί στον σύγχρονο κόσμο – μπορεί όμως να το κάνει μέχρι του σημείου της διάλυσης όλων όσων την απαρτίζουν; Είτε θα εκλεγεί ένας διαχειριστής – κατά προτίμηση Ιταλός – που θα επιβεβαιώσει την αναδίπλωση της ταυτότητας στους κόλπους του καθολικισμού που προβάλλουν αντίσταση στη σύγχρονη κοινωνία, και θα εξαπλώσει την εξουσία του σε άλλες μη-ευρωπαϊκές κοινωνίες, όπου οι θεσμοί είναι ακόμη νομιμοποιημένοι στη συνείδηση των ατόμων.
Είτε θα εκλεγεί μια πολύ χαρισματική προσωπικότητα, όπως ήταν ο Ιωάννης Πάυλος Β’, και το καθολικό πλοίο θα προσαράξει στον συντηρητισμό της δομής του και στο χάρισμα του καπετάνιου του, που θα φέρει, σίγουρα, κάποιες αλλαγές στην Εκκλησία, χωρίς όμως να αλλάξει την ίδια την Εκκλησία.
* Ο Ολιβιέ Μπομπινώ είναι κοινωνιολόγος των θρησκειών.