Σε χαλεπούς για τα οικονομικά του κράτους καιρούς δεν είναι, δυστυχώς, σπάνιο φαινόμενο η Ελληνική Πολιτεία να «βάζει χέρι» στην εκκλησιαστική περιουσία, με ιδιαίτερη προτίμηση στην περιουσία των μοναστηριών.
Βέβαια οι πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται κατά κανόνα από εκείνους που την επόμενη στιγμή διαγκωνίζονται για μια θέση στην πρώτη σειρά, αν πρόκειται για λιτανείες, συλλείτουργα ή πανηγύρεις, προκειμένου να «φωτογραφίσουν» τη στενή σχέση τους με την Ορθοδοξία, μια και τούτο μεταφράζεται σε ψήφους…
Εφέτος συμπληρώθηκαν εκατό έτη από την απελευθέρωση και του Αγίου Ορους (2.11.1912). Καλό θα ήταν να μη λησμονείται ότι συμπληρώνονται όμως και 80 έτη, με ορόσημο τον Ν. 5377/1932, από τη δημιουργία του «μετοχιακού ζητήματος», που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί και η μεγάλη εξαπάτηση των μονών του Αγίου Ορους από το Ελληνικό Δημόσιο.
Πράγματι, λίγο μετά την ένταξη του Αγίου Ορους στην ελληνική επικράτεια, το Ελληνικό Δημόσιο, ιδιαιτέρως χειμαζόμενο την εποχή εκείνη λόγω της Μικρασιατικής Καταστροφής, προήλθε στην εγκατάσταση χιλιάδων προσφύγων σε εκτάσεις των μονών, κυρίως στη Χαλκιδική, αλλά και αλλού. Ο υπουργός Γεωργίας συνήψε σύμβαση με την Ι. Κοινότητα του Αγίου Ορους δεκαετούς εκμισθώσεως αγροτικών κτημάτων (μετοχίων) μονών του Αγίου Ορους, στη Χαλκιδική και αλλού, για την εγκατάσταση προσφύγων αντί ετήσιου μισθώματος που δεν θα υπερέβαινε το ποσόν των 5.000.000 δραχμών της εποχής εκείνης.
Η σχετική σύμβαση υπογράφηκε το 1924. Διαρκούσης όμως της μισθώσεως αυτής, το Ελληνικό Δημόσιο προήλθε, το 1926, σε αναγκαστική απαλλοτρίωση των κτημάτων αυτών! Με νόμο καθορίστηκε και η αποζημίωση για τις κηρυχθείσες ως απαλλοτριωτέες εκτάσεις των μονών. Ως την καταβολή της αποζημιώσεως όμως ορίστηκε ότι από το Δημόσιο θα καταβάλλεται προς τις μονές μίσθωμα ίσο προς το 8% της αξίας του κτήματος που θα βρισκόταν με βάση πρόχειρους υπολογισμούς, το οποίο θα συμψηφιζόταν στην οφειλόμενη αποζημίωση.
Επειδή, προφανώς, η αποζημίωση δεν μπορούσε να καταβληθεί, εκδόθηκε στη συνέχεια ο Ν. 5377/1932 με τον οποίο αναζητήθηκε νέος τρόπος πληρωμής της αξίας των κτημάτων των μονών που είχαν απαλλοτριωθεί. Ως βάση για την εξεύρεση του τιμήματος αυτή τη φορά ορίστηκε ότι θα ληφθεί η μέση καθαρή πρόσοδος κάθε κτήματος σε είδος επί μία δεκαετία πριν από την απαλλοτρίωσή του. Η καθαρή αυτή πρόσοδος κεφαλαιοποιούμενη, με τόκο 6%, θα απέδιδε το τίμημα του κτήματος, οι τόκοι δε του τιμήματος αυτού προς 6% θα αποτελούσαν την «εις το διηνεκές πρόσοδον του κτήματος».
Για την πληρωμή, εξάλλου, της αξίας των αγιορειτικών κτημάτων συνομολογήθηκε διηνεκές «Εθνικό Αγιορειτικό Δάνειο», τοκοφόρο, του οποίου οι ομολογίες προσδιορίστηκαν ως «ονομαστικαί, πάγιαι και αναπαλλοτρίωτοι». Οι ομολογίες αυτές παραδόθηκαν στις δικαιούχους μονές του Αγίου Ορους, άρχισε δε να καταβάλλεται κατ’ έτος και ο αναλογών τόκος.
Επακολούθησαν, δυστυχώς, ο πόλεμος και η κατοχή (1941-1944), που τελικώς οδήγησαν και στην εκμηδένιση της αξίας της δραχμής. Στο πλαίσιο αυτό το Ελληνικό Δημόσιο μονομερώς θεώρησε ότι εξοφλήθηκαν οι υποχρεώσεις του από την καταβολή των τόκων και αποφάσισε, αντί αποζημιώσεως, την παροχή «χαριστικής», όπως περιέργως την αποκάλεσε, οικονομικής ενισχύσεως προς τις μονές του Αγίου Ορους.
Η αναξιοπιστία αυτή του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο, κατ’ ουσίαν, απαλλοτρίωσε αναγκαστικώς εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα αγιορειτικών μετοχίων χωρίς να καταβάλει «πλήρη αποζημίωση», δημιούργησε το λεγόμενο «μετοχιακό ζήτημα» και μια διαρκή εστία τριβών μεταξύ του Αγιώνυμου Ορους και της Ελληνικής Πολιτείας.
Αλλά ακόμη και η οικονομική αυτή ενίσχυση αντικαταστάθηκε, με νόμο του 1981, με ετήσια χορηγία προς τις μονές «προς ενίσχυσιν της μακραίωνος θρησκευτικής, πνευματικής και πολιτιστικής αυτών αποστολής». Τα μεγάλα λόγια του νομοθέτη! Η ετήσια χορηγία δεν μπορεί να αντικαταστήσει ούτε να υποκαταστήσει την αποζημίωση που τους οφείλεται από τις απαλλοτριώσεις, κατ’ εκτίμηση 1.000.000 στρεμμάτων στη Χαλκιδική και αλλού, ακόμη και σε τιμές της εποχής εκείνης…
Η Ελληνική Πολιτεία έχει το προνόμιο να περιλαμβάνει στην επικράτειά της έναν ανεκτίμητο θησαυρό, έναν πολιτιστικό δρυμό: το Αγιον Ορος. Οταν, λοιπόν, ρυθμίζει ζητήματα του αυτοδιοίκητου αυτού τμήματός της, δεν θα πρέπει να παρορά ότι σε εκτέλεση διατάξεως της Συνθήκης του Λονδίνου (1913) οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής εκείνης, δηλαδή Γερμανία, Αυστρία, Γαλλία, Μ. Βρετανία, Ιταλία και Ρωσία, είχαν ανακηρύξει το Αγιον Ορος πολιτεία ανεξάρτητη, αυτόνομη και ουδέτερη.
Η υπαγωγή της περιοχής, τελικώς, στην ελληνική επικράτεια επιτεύχθηκε χάρη στη σθεναρή επιμονή των αγιορειτών πατέρων, διότι η Ελλάδα, ως εκ των παντοίων δυσχερειών υπό τις οποίες και τότε βρισκόταν, δεν ήταν σε θέση να υπερασπισθεί την ελληνικότητα του Αγίου Ορους, παρ’ ότι ασκούσε την κυριαρχία της επ’ αυτού.
Το Αγιον Ορος εξακολουθεί να αποτελεί πανορθόδοξο προσκύνημα… Και δεν έχει παύσει να εφελκύει και σήμερα το ενδιαφέρον ισχυρών κρατών. Καλό είναι αυτό να μη λησμονείται από τους κρατούντες κατά τον χειρισμό των υποθέσεών του…
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ