Αρχέτυπο των ανακτόρων σε ολόκληρο τον κόσμο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ένα κτίριο δημόσιο, που στέγαζε τις δομές της βασιλικής εξουσίας θεωρείται του ανάκτορο του Φιλίππου στις Αιγές, όπως απέδειξε η ανασκαφή, η τεκμηρίωση και η ανάδειξή του.
Στην ημερίδα για το Ανάκτορο των Αιγών, που πραγματοποιήθηκε στη Μίεζα της Μακεδονίας με τη συμμετοχή διεθνούς κύρους επιστημόνων, η δρ. Αγγελική Κοτταρίδη, προϊσταμένη της ΙΖ’ ΕΠΚΑ, παρουσιάζοντας λεπτομερώς τα νέα στοιχεία που προέκυψαν από τις εργασίες στο μνημείο τα δύο τελευταία χρόνια, υπήρξε αποκαλυπτική: «Ο μεγαλοφυής αρχιτέκτονας του ανακτόρου των Αιγών, συγχωνεύοντας με τρόπο εξαιρετικά εφευρετικό και πρωτοποριακό στοιχεία παραδοσιακά και ριζοσπαστικές επινοήσεις, δημιουργεί ένα πρωτοποριακό κτίριο, σχεδιασμένο να γίνει το αρχιτεκτονικό μανιφέστο της ιδανικής πολιτείας των επίλεκτων, η χειροπιαστή διατύπωση στο χώρο της ιδέας της πεφωτισμένης ηγεμονίας», είπε.
«Και αυτό γιατί το ανάκτορο δεν λειτουργούσε ως βασιλική κατοικία αλλά ως δημόσιο κτίριο, το οποίο εξέφραζε τα πιστεύω και την επηρεασμένη από τις αντιλήψεις του Πλάτωνα ιδεολογία του Μακεδόνα βασιλιά!», πρόσθεσε.
Πραγματικά, με έκταση τρισήμισι φορές όσο αυτή του Παρθενώνα – υπολογίζεται ότι είναι μεγαλύτερη των 12.500 τ.μ. – το μεγαλοπρεπές κτίσμα εντυπωσιάζει με το μέγεθός του, τις καινοτομίες στην αρχιτεκτονική σχεδίασή του και την πολυτέλεια, που χαρακτηρίζει τους μεμονωμένους χώρους του.
Για παράδειγμα, στο Ανάκτορο των Αιγών υπάρχουν οι πρώτες πλήρως διαμορφωμένες διώροφες στοές και κυρίως το ίδιο το περιστύλιο, η «καρδιά» του ανακτόρου.
Επιπλέον, η έρευνα των τελευταίων χρόνων συνέβαλε στην πλήρη αποκατάσταση της μορφής του τεράστιου κτιρίου. Υπάρχουν μάλιστα τόσα αρχιτεκτονικά μέλη, που έχουν ήδη συντηρηθεί και μελετηθεί, ώστε να καταστεί δυνατή η αναστήλωση του άνω ορόφου του πρόπυλου με τα λίθινα ψευδοπαράθυρα και των στοών της πρόσοψης.
Η αναστήλωση αυτή ωστόσο δεν θα γίνει in situ, αλλά στο μεγάλο αίθριο του κεντρικού κτιρίου του πολυκεντρικού μουσείου των Αιγών, η κατασκευή του οποίου χρηματοδοτείται σαν έργο προτεραιότητας από το ΕΣΠΑ (ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας).
Ενα ακόμη όφελος των νέων ερευνών είναι η ασφαλής χρονολόγηση της ανέγερσής του. Είναι σαφές, έτσι, πως ολόκληρο το συγκρότημα – δηλαδή το κεντρικό και το δυτικό, βοηθητικό περιστύλιο – σχεδιάστηκε και κτίστηκε ως ένα σύνολο η κατασκευή του οποίου ολοκληρώθηκε στο διάστημα από τα μέσα περίπου του 4ου π.Χ. αιώνα ως το 336 π.Χ.
Σύμφωνα με την έρευνα, μάλιστα, ο σχεδιασμός και οι χαράξεις του κτηρίου, ακολουθούν με αξιοθαύμαστη ακρίβεια το μαθηματικό και φιλοσοφικό πρότυπο, που βασίζεται στην «ιερή αναλογία» της χρυσής τομής (αριθμός φ).
«Σε αυτήν ενσωματώνεται το χρυσό πυθαγόρειο τρίγωνο, αλλά και η ιδέα του Πλάτωνα για την κατασκευή της «Ψυχής του Κόσμου», όπως διατυπώνεται στον Τίμαιο, σαν μια αλληλουχία κανονικών, γεωμετρικών σχημάτων, που αποτυπώνουν στο χώρο την επτάβαθμη ακολουθία των πρώτων δυνάμεων του 2 και του 3 (1, 2, 3, 4, 9, 8, 27)», όπως είπε
. Η ίδια θεωρεί εξάλλου ότι όλα αυτά αποτελούν αδιάψευστα στοιχεία που αποδεικνύουν τον λεπτομερή και καλά μελετημένο σχεδιασμό ενός πρωτοποριακού κτιρίου το οποίο εξέφραζε τη βασιλική εξουσία ως ένωση του υπερβατικού με το εγκόσμιο.
Κατόπιν αυτών, κατά τη διάρκεια της ημερίδας έγινε η διαπίστωση ότι η συμβολή της μακεδονικής αρχιτεκτονικής στις μετέπειτα εποχές είναι εμφανής τόσο στα κοσμικά όσο και σε θρησκευτικά κτίρια, όπως στα πρώιμα ισλαμικά τεμένη που διατηρούν την μορφή του περιστυλίου.
Ερευνητές, άλλωστε, που έχουν εξειδικευμένη γνώση και εμπειρία του αντικείμενου από διάφορες θέσεις του ελληνιστικού κόσμου, επιβεβαίωσαν την τεράστια σημασία των ριζοσπαστικών αλλαγών που έγιναν στην αρχιτεκτονική και γενικότερα στην τέχνη στα χρόνια του Φιλίππου Β΄, οι οποίες αποτέλεσαν το θεμέλιο της κληρονομιάς του Μεγαλέξανδρου και των διαδόχων του στον κόσμο.
Να σημειωθεί ότι το έργο της στερέωσης – συντήρησης – ανάταξης και αναστήλωσης του ανακτόρου των Αιγών ανελήφθη το 2007 και προχωρεί με εντατικούς ρυθμούς.