Το κείμενο που ακολουθεί θα μπορούσε να είναι και πολιτικό ευθυμογράφημα. Δυστυχώς, είναι μια εκδήλωση της σημερινής αμερικανικής πραγματικότητας, η οποία κινείται στον παλμό των προεδρικών και βουλευτικών εκλογών της 6ης Νοεμβρίου σε βάρος των πραγματικών οικονομικών συμφερόντων της χώρας. Η είδηση πέρασε σχεδόν απαρατήρητη στην Αμερική – οι εφημερίδες και η τηλεόραση περίπου την αγνόησαν –, αλλά η βαριά βιομηχανία και άλλοι τομείς παραγωγής της χώρας πανικοβλήθηκαν.
Δύο από τις σοβαρότερες εταιρείες-λόμπι κινητοποίησαν τα πιο δραστήρια στελέχη τους και ο διευθυντής του Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου Αντριου Σόμερς συναντήθηκε την περασμένη εβδομάδα με τέσσερα «υψηλά κυβερνητικά πρόσωπα» και με τους προέδρους τριών επιτροπών του Κογκρέσου. Ολοι προειδοποιούν την κυβέρνηση Ομπάμα ότι η Βουλή «δημιουργεί προβλήματα» τα οποία μπορεί να στοιχίσουν την απώλεια ως και 5 δισ. δολαρίων στις εξαγωγές και 3.500 ως 7.000 θέσεις εργασίας.
Είναι δυνατόν; Είναι, και όπως γράφει το «American Conservative» μόνο στην Αμερική μπορεί να συμβεί αυτό, δηλαδή το Κογκρέσο «να δυναμιτίζει τις εξαγωγές και την αγορά εργασίας». Ιδού περί τίνος πρόκειται.
Από τα μέσα Αυγούστου η Ρωσία, ύστερα από διαπραγματεύσεις περίπου 20 χρόνων, έγινε μέλος του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), γεγονός που της επιτρέπει να μειώσει τους εισαγωγικούς δασμούς και να ανοίξει την αγορά της – 130 εκατ. μιας σταθερά αναπτυσσόμενης οικονομίας – σε ξένες εταιρείες με την προϋπόθεση ότι, όπως ορίζει ο ΠΟΕ, η χώρα τους θα εφαρμόζει τους ίδιους εμπορικούς κανόνες με αυτούς της Ρωσίας.
Και ενώ η κυβέρνηση Ομπάμα, τα εμπορικά επιμελητήρια και οι εργατικές συνομοσπονδίες χαιρέτισαν το γεγονός και ο βρετανικός «Economist» προέβλεψε «μεγάλες παραγγελίες» του ρωσικού κράτους σε αμερικανικές βιομηχανίες, καθώς οι ρωσικοί δασμοί από 15% θα μειώνονταν σε 5%, παρενέβη το Κογκρέσο. Ενας σημαντικός αριθμός βουλευτών και από τα δύο κόμματα που εξακολουθεί να ζει στην ατμόσφαιρα του Ψυχρού Πολέμου θυμήθηκε μια απαγορευτική διάταξη της δεκαετίας του 1970 που εμπόδιζε το ελεύθερο εμπόριο με τη Σοβιετική Ενωση επειδή η Μόσχα εμπόδιζε την έξοδο των εβραϊκής καταγωγής στο Ισραήλ. Η σημερινή πραγματικότητα αχρήστεψε φυσικά αυτά τα μέτρα, αλλά η εφευρετικότητα των κόγκρεσμεν αποδεικνύεται αστείρευτη.
Τριάντα έξι βουλευτές, στους οποίους αργότερα προστέθηκαν πολλοί άλλοι, καθώς και μέλη της Γερουσίας, πήραν την πρωτοβουλία να συνδέσουν την άρση των δασμών εισαγωγής των ρωσικών προϊόντων – την οποία αποφασίζει το Κογκρέσο καταργώντας και τυπικά τα μέτρα της δεκαετίας του 1970 – με την εξωτερική και την εσωτερική πολιτική της Ρωσίας. «Είναι ανυπόφορο να έχουμε κανονικές εμπορικές σχέσεις σε μια χώρα που αρνείται να απομονώσει το καθεστώς Ασαντ στη Συρία και παραβιάζει ανθρώπινα δικαιώματα» δήλωσε ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Οριν Χατς, από τους ηγέτες της «εκστρατείας». Την περασμένη Τρίτη η «Ομάδα του Κογκρέσου που σέβεται την Αμερική», όπως αυτο-ονομάστηκαν, έδωσε στη δημοσιότητα ένα σχέδιο νόμου που «θα εμποδίζει την έκδοση βίζας και την κίνηση ρωσικών κεφαλαίων» στην Αμερική. Μάλιστα τον ονόμασαν Νόμο Σεργκέι Μαγκνίτσκι, στη μνήμη του ρώσου δικηγόρου που πέθανε στα κρατητήρια της ρωσικής αστυνομίας.
Ο νόμος θα εγκριθεί από το Κογκρέσο, όπου βουλευτές και γερουσιαστές συναγωνίζονται σε κατηγορίες εναντίον της Ρωσίας – όπως και εναντίον της Κίνας -, αλλά αποκλείεται να γίνει δεκτός από τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα. Το κακό όμως θα έχει γίνει, αναγνωρίζουν οι «New York Times». Η Ρωσία δεν πρόκειται να μειώσει τους δασμούς στα αμερικανικά προϊόντα όσο υπάρχει η απειλή του Νόμου Μαγκνίτσκι, δήλωσε προχθές η Αικατερίνη Μαγιόροβα, στέλεχος του υπουργείου Οικονομικής Ανάπτυξης. Θα τους μειώσει όμως για τις εισαγωγές από την Ιαπωνία, τη Γερμανία και από όλες τις άλλες χώρες οι οποίες δεν συνδέουν τις εξαγωγές τους με ψευτοϊδεολογικές επιλογές.
Αντιδράσεις
Οι ανταγωνιστές καραδοκούν
Η ιστοσελίδα του γαλλικού «Figaro» αποκάλυψε προχθές ότι η ιαπωνική εταιρεία Kumatsu εμφανίστηκε ήδη στη Μόσχα, προσφέροντας βαρέα μεταφορικά τροχοφόρα, τα οποία ως τώρα πουλούσε η αμερικανική Caterpillar. Στα ιαπωνικά προϊόντα οι δασμοί θα είναι 5%, ενώ στα αμερικανικά θα παραμείνουν 15%, για όσο διάστημα δεν θα έχει εξαλειφθεί η σκιά του Νόμου Μαγκνίτσκι.
Οι ανταγωνιστές καραδοκούν
Η ιστοσελίδα του γαλλικού «Figaro» αποκάλυψε προχθές ότι η ιαπωνική εταιρεία Kumatsu εμφανίστηκε ήδη στη Μόσχα, προσφέροντας βαρέα μεταφορικά τροχοφόρα, τα οποία ως τώρα πουλούσε η αμερικανική Caterpillar. Στα ιαπωνικά προϊόντα οι δασμοί θα είναι 5%, ενώ στα αμερικανικά θα παραμείνουν 15%, για όσο διάστημα δεν θα έχει εξαλειφθεί η σκιά του Νόμου Μαγκνίτσκι.
Η περίπτωση της Caterpillar, μιας εταιρείας που επί σειρά ετών είχε σχεδόν το μονοπώλιο στη ρωσική αγορά βαρέων τροχοφόρων με εξαγωγές 2 δισ. δολαρίων τον χρόνο, δεν είναι μοναδική. Η General Electric θα έχει το ίδιο πρόβλημα, καθώς η γερμανική Siemens την ανταγωνίζεται σε ιατρικά μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας και η επίσης γερμανική Liebherr προσφέρει γερανούς μεγάλου βάρους που ανταγωνίζονται τις αμερικανικές Todler. Σε μισοέξαλλη κατάσταση ο Μπιλ Πίγκμαν, μεσίτης αμερικανικών βαρέων μηχανημάτων, κατηγορούσε το Κογκρέσο την περασμένη Κυριακή σε εκπομπή του καλωδιακού CNN ότι καταστρέφει «κάτι πολύ ευρύτερο από τις εξαγωγές». Υπονομεύει μακροχρόνια τη «σοβαρότητα του (αμερικανικού) εμπορικού, βιομηχανικού και επιχειρησιακού κόσμου», σε μια αγορά που «χρειάστηκε προσπάθεια τεσσάρων προέδρων, επτά Κογκρέσων και χιλιάδων ανοικτών μυαλών για να την ανοίξουν». «Προσφέρουμε στους ανταγωνιστές μας», είπε ο Πίγκμαν, «κάτι που πραγματικά θα τους βοηθήσει να διώξουν τα αμερικανικά προϊόντα από τη Ρωσία».
Εξετάζοντας τις επιπτώσεις στη Ρωσία από την ένταξή της στον ΠΟΕ η ρωσική Kommersant εκτιμούσε την περασμένη Δευτέρα ότι η καταναλωτική ρωσική κοινωνία θα έχει τώρα στη διάθεσή της ποικιλία προϊόντων, μειωμένες αλλά και αυξημένες, ανάλογα, τιμές σε ορισμένα είδη και αύξηση των εισαγωγών της σχεδόν κατά 4% κάθε χρόνο ως το 2018 τουλάχιστον. «Η ρωσική κοινωνία», γράφει, «δεν αρκείται σήμερα σε ό,τι υπήρχε χθες (…) Ενας κόσμος 150 εκατ. που ταξιδεύει – οι μισοί στο εξωτερικό – έμαθε να διαλέγει». Και αυτό ανοίγει τον δρόμο σε όσους «βλέπουν το εμπόριο ως εμπόριο και όχι ως πολιτική».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ