Το επεισόδιο με τον αποκλεισμό της Βούλας Παπαχρήστου από την Ολυμπιακή αποστολή λόγω ενός ρατσιστικού tweet είναι και αυτό μέρος της κουβέντας που έχει ξεκινήσει στην Ελλάδα για τα όρια της δεξιάς.
Εχει την ιδιαιτερότητα που του προσδίδει το μέσο στο οποίο εμφανίστηκε. Δεν ήταν το παραλειπόμενο κάποιας βιαστικής συνέντευξης στα διαλείμματα προπόνησης, όπως θα γινόταν μερικά χρόνια πριν, αλλά ένα post στο Twitter.
Είναι η πρώτη δήλωση Ελληνα σε ένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης που έχει σοβαρές επιπτώσεις στον πραγματικό κόσμο, κάποια που μας είχαν απασχολήσει στο παρελθόν ήταν απλώς online ξεκατινιάσματα πολιτικών και μεγαλοδημοσιογράφων. Είναι επίσης πρωτοφανές ότι θεωρήθηκε αυτομάτως μια υπεύθυνη δήλωση, δεν αμφισβητήθηκε για παράδειγμα από κανέναν η πατρότητά του, ούτε πρόλαβε κανείς δικηγόρος να επινοήσει κάποιο ατύχημα από αυτά που συνηθίζονται στις περιπτώσεις των ολυμπιακών αθλητών. Ο λογαριασμός της Παπαχρήστου δεν χακεύτηκε. Συνεκτιμήθηκε μαζί με το περικείμενό του από το κοινό και υποπτεύομαι από την ΕΟΕ, δηλαδή τα υπόλοιπα tweets και retweets που έδειχναν τη συμπάθεια της αθλήτριας προς τη Χρυσή Αυγή. Πρώτη φορά παίρνουμε τόσο σοβαρά το Twitter.
Ηταν λογικό στο ίδιο το Twitter να γίνει κουβέντα, το μέσο είναι εκ κατασκευής αυτοαναφορικό. Οι αντιδράσεις είναι ενδιαφέρουσες γιατί είναι ακριβώς το είδος του θέματος που ανάλογα με το πώς τοποθετείσαι εκφράζεις την πολιτική σου θέση με μεγαλύτερη ακρίβεια και από την ψήφο σου στις εκλογές, γιατί περιλαμβάνει πολλά σύμβολα.
Το πρώτο είναι οι Ολυμπιακοί αγώνες. Ανεξάρτητα από τις υπερβολές για το πνεύμα του Ολυμπισμού από τη μία, (ιδιαίτερα όταν προέρχονται από υψηλόβαθμους διεφθαρμένους αξιωματούχους), και για τις χορηγίες και τους σπόνσορες από την άλλη, οι Ολυμπιακοί είναι η μεγαλύτερη αθλητική διοργάνωση. Επίσης είναι ένας φυσικός χώρος, ένα χωριό μέσα σε μια μεγάλη μητρόπόλη, στο οποίο συναντιέται η νέα γενιά όλου του κόσμου και ζει μαζί για ένα μήνα, και αυτό από μόνο του είναι για μένα περισσότερο σημαντικό.
Το δεύτερο σύμβολο είναι οι ίδιοι οι αθλητές, η ιδέα ότι μας εκπροσωπούν, που έχει σχέση με το ότι φορούν το εθνόσημο. Οι ιστορίες με τα εθνόσημα είναι πάντα ύποπτες και τουλάχιστον στην Ελλάδα ιστορικά αυτοί που προσπαθούν να τα οικειοποιηθούν είναι οι ακροδεξιοί.
Τα χρόνια που πέρασαν επενδύσαμε πολλά περισσότερα από ό,τι έπρεπε στους αθλητές των Ολυμπιακών, τους είδαμε ως τα πρόσωπα που εξέφραζαν ό,τι καλύτερο φανταζόμασταν για τους εαυτούς μας. Οι αιτίες ήταν ότι και εμείς είχαμε να στηρίξουμε το προϊόν του ολυμπιακού αθλητισμού, πριν και μετά το 2004, και βέβαια οι κυβερνήσεις μας σταθερά χρειάζονταν ένα καλό επικοινωνιακό προϊόν με το οποίο να μπορούν να ταυτιστούν.
{{{ moto }}}
Οι αθλητές δεν εκπροσωπούν κανέναν εκτός από τους εαυτούς τους και τις ομάδες τους. Όταν συμμετέχουν σε εθνικές ομάδες τους αναγνωρίζεται ότι είναι οι πιο ικανοί στον τομέα τους, ούτε οι πιο ηθικοί, ούτε οι φωστήρες του έθνους, ούτε υπερήρωες. Τους χειροκροτούμε και αυτό είναι, δεν πάει παραπάνω. Αν όχι, τότε θα πρέπει να θεωρούμε ότι εκπροσωπούμαστε από όλους τους ικανούς Ελληνες που έχουν διεθνείς διακρίσεις.
Οι πρωταθλητές μας όμως είναι πρόσωπα που επειδή έχουν υψηλό κοινωνικό προφίλ βρίσκονται, το θέλουν ή όχι, σε μικρότερη ηλικία από οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική κατηγορία, να συμμετέχουν στο δημόσιο διάλογο. Δίκαιο ή όχι, κρίνονται για τα λεγόμενά τους.
Δεν μπορείς να μην έχεις κάποια συμπάθεια για τη Βούλα Παπαχρήστου. Είναι μια κοπέλα της διπλανής πόρτας που αποδεδειγμένα έχει πασχίσει για να διακριθεί. Από την άλλη είναι πολύ πιο εύκολο να ταυτιστούμε με ένα πρόσωπο που θεωρούμε ότι θα μπορούσε να είναι φίλη, αδερφή ή κόρη μας, ένας από εμάς τους Ελληνες της γειτονιάς. Σε αυτές τις κουβέντες οι άλλοι, οι Αφρικανοί δεν έχουν φωνή, τους αναφέρουμε συλλογικά και απρόσωπα, κανείς δεν μπορεί να ταυτιστεί μαζί τους. Δεν είναι πρόσωπα, δεν έχουν προσωπικές ιστορίες, για τους ακροδεξιούς είναι οι παρασιτικοί Αφρικανοί όπως για την κυρία Λαγκάρντ είναι τα παιδιά του Νίγηρα.
Η απόφαση της ΕΟΕ ήταν αναγκαστικά συμβολική και δίκαιη. Δεν είναι σωστό ένας άνθρωπος που του δίνεται αυτή η επιφανής θέση του ολυμπιακού αθλητή, να φέρνει ρατσιστικές απόψεις στο ντόπιο δημόσιο διάλογο, και να είναι έτοιμη να συνδιαλεχθεί με πολίτες του κόσμου ενώ είναι ανεκτική προς το ρατσισμό. Το μήνυμα αυτού του αποκλεισμού είναι ότι η ρητορική του μίσους είναι τιμωρητέα και δεν έχει καμία θέση στις βασικές αξίες που πάμε να ξαναφτιάξουμε σε αυτή τη χώρα. Η ανεκτικότητα στο ρατσισμό δεν περνάει πια.
Σε ό,τι αφορά την δεξιά που ψάχνεται για να βρει ποια μέρη της ιδεολογίας της χωράνε στο πολιτικό mainstream, αυτό ακριβώς είναι το όριό της. Από εκεί και πέρα δεν είσαι συντηρητικός, είσαι φασίστας.