Διαμαντοπούλου: Στον αγώνα κατά των νέων «μύθων» για την Ελλάδα

Οι Βερολινέζοι ήταν ανέκαθεν άνθρωποι που σκέφτονται σε βάθος χρόνου. Χαρακτηριστικό γι αυτό είναι ένα επεισόδιο από τον 19ο αιώνα, όταν ένας ξένος έκανε αίτηση για μόνιμη παραμονή στην πόλη τους. «Ας την αφήσουμε αναπάντητη για 20 χρόνια, και ύστερα έχουμε όλο τον καιρό μπροστά μας για να την απορρίψουμε» δήλωσε ένας από τους ιθύνοντες του δημαρχείου.

Παρόμοια απάντηση, αν και ευγενικότερα διατυπωμένη, έλαβε τη νύχτα της Πέμπτης και η Άννα Διαμαντοπούλου από ένα γερμανό επιχειρηματία σε πάνελ που διοργάνωσε στο Βερολίνο το πολιτικό ίδρυμα των Σοσιαλδημοκρατών Friedrich Ebert Stiftung με θέμα την ελληνική οικονομία μετά το «κούρεμα».

«Η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις προσεχείς εκλογές πρέπει να αποδείξει τα επόμενα 3-4 χρόνια, ότι έχει επιτυχίες στον αγώνα κατά της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς» είπε. «Μέχρι τότε θα περιμένουμε» πρόσθεσε. Τυχόν αμφιβολίες θα παρέτειναν το χρόνο αναμονής.

Η υπουργός ανάπτυξης παραδέχθηκε ότι πολλά πράγματα δεν πάνε ακόμα καλά στην Ελλάδα. «Στη χώρα μας, η εχθρότητα εναντίον των επενδυτών είναι γενική, στρέφεται ταυτόχρονα εναντίον και των ελλήνων και των ξένων επενδυτών» είπε. Αυτό όμως, πρόσθεσε, αλλάζει τώρα. Υπηρεσίες, όπως η «Invest in Greece» αναλαμβάνουν την ταχεία και αποτελεσματική εξυπηρέτηση των ξένων επενδυτών.

Σε πρώτη γραμμή έκανε όμως φιλότιμες προσπάθειες να καταρρίψει τους νέους αρνητικούς, όπως είπε, «μύθους» για την Ελλάδα, όπως, για παράδειγμα, εκείνον που λέει ότι ελληνική κυβέρνηση δεν κάνει αρκετές μεταρρυθμίσεις. «Οι στατιστικές του ΟECD μας κατατάσσουν στην πρώτη θέση στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια σε αυτόν τον τομέα» είπε.

Παράλληλα αναφέρθηκε στην «τιτάνεια προσπάθεια» των δυο τελευταίων ετών, η οποία αποτυπώνεται σε 248 διαφορετικούς νόμους. «Η Ελλάδα εφαρμόζει ένα από τα πιο απαιτητικά και δύσκολα μεταρρυθμιστικά προγράμματα στην ιστορία του αναπτυγμένου κόσμου» τόνισε.

Το πρόγραμμα αυτό δεν μπορεί όμως να αποδώσει βραχυπρόθεσμα στο σύνολό του. «Η μαγική λέξη εδώ είναι ο χρόνος» είπε. Η αποδοτικότητα του προγράμματος θα φανεί μετά από 2, 3 ή και περισσότερα χρόνια.

Ο χρόνος βέβαια μόνος του δεν φτάνει. Ούτε και οι μεταρρυθμίσεις. Σε αυτές πρέπει να προστεθούν και οι επενδύσεις, καταρχάς τουλάχιστον στους τομείς, στους οποίους η χώρα έχει απαράμιλλα «συγκριτικά πλεονεκτήματα» όπως ο ενεργειακός και ο τουριστικός.

Η κ.Διαμανταπούλου απέρριψε την άποψη, ότι οι γερμανοί πολιτικοί, ή άλλα ισχυρά κέντρα αποφάσεων, όπως η Επιτροπή των Βρυξελλών, ή το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, επιβάλουν την πολιτική τους στην Αθήνα. Υπάρχει όμως ένα άλλο πρόβλημα, είπε: Η «υπερπαραγωγή» επιβλαβών δηλώσεων από ξένους πολιτικούς για την Ελλάδα. Σε αυτές κατέταξε και τη δήλωση του γερμανού υπουργού οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε περί ανάγκης αναβολής των ελληνικών εκλογών. «Ο κ.Σόιμπλε είναι ελεύθερος να εκφράζει τη γνώμη του, η απόφαση για τις εκλογές στην Ελλάδα λαμβάνεται όμως αποκλειστικά από τους έλληνες πολιτικούς» είπε.

Γενικά πάντως, στο πάνελ κυριάρχησαν τα ενθαρρυντικά λόγια για τη χώρα.

Ο αντιπρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών Χουμπέρτους Χάιλ αφού άσκησε κριτική στη μονόπλευρη πολιτική λιτότητας που επέβαλε η γερμανική κυβέρνηση στην Ελλάδα, τόνισε ότι, το κόμμα του υποστηρίζει, ως απαραίτητο συμπλήρωμα, την προώθηση ενός μεγάλου ευρωπαϊκού προγράμματος ανάπτυξης για τη χώρα. Ταυτόχρονα διευκρίνισε ότι τα χρήματα που συνεισφέρει η γερμανική κυβέρνηση στα πακέτα βοήθειας «δεν πάνε χαμένα», αλλά ότι, αντίθετα, συμβάλουν στη στήριξη της συνολικής ευρωζώνης.

Παράλληλα, ο γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Γερμανών Βιομηχάνων BDI Μάρκους Κέρμπερ τόνισε, ότι η όρεξη των γερμανών επενδυτών θα επηρεασθεί αποφασιστικά από την έκβαση των προσεχών εκλογών. «Αν υπάρξει το κατάλληλο επενδυτικό περιβάλλον και σωστό σχέδιο, οι ενδιαφερόμενοι θα έρθουν» είπε. Αν όχι…

Ο ίδιος επισήμανε πάντως, ότι οι γερμανοί επιχειρηματίες δεν έχουν ειδικούς λόγους να αποφεύγουν την Ελλάδα. Απλώς περιμένουν τις εκλογές, αλλά και τα πρώτα δείγματα γραφής της νέας κυβέρνησης για να αποφασίσουν αν η ώρα θα είναι «ώριμη» για την κάθοδό τους στη χώρα.

Αναφερόμενος στο θέμα του χρόνου, ο κ.Κέρμπερ παραδέχθηκε ότι δεν είναι δυνατόν να αλλάξει μια χώρα σε 2-3 χρόνια. «5-10 είναι σίγουρα αναγκαία» είπε.

Στο πάνελ συμμετείχε και ο διευθυντής του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών του Πότσδαμ Αλέξανδρος Κρητικός, ο οποίος παρουσίασε τη δική του εκδοχή για ένα νέο «σχέδιο Μάρσαλ» που στηρίζεται όχι τόσο στην κλασική βιομηχανία, όσο στην έρευνα και τις τεχνολογικές καινοτομίες.

Οι ακροατές (κυρίως ανώτερα στελέχη του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος και επιχειρηματίες) έδειξαν, αντίθετα, πολύ πιο κριτική διάθεση. Ένας από αυτούς αναφέρθηκε στο δράμα που ζουν και σήμερα εκείνοι που επιχειρούν να πάρουν άδεια για την εγκατάσταση επιχείρησης στην Ελλάδα, ένας άλλος (Hochtief) για τις απλήρωτες οφειλές του ελληνικού κράτους, ένας τρίτος για τα λεφτά που έχασαν πολλοί μικροεπενδυτές από το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων – κάτι που κλονίζει την εμπιστοσύνη στη φερεγγυότητα και του σημερινού ελληνικού κράτους.

Ένα άλλο δράμα παιζόταν ωστόσο την ίδια ώρα στην είσοδο του ιδρύματος: Ένας υπάλληλος ασφαλείας είχε εμποδίσει, έξη μέλη της οργάνωσης «Real Democracy Now» να συμμετάσχουν στη διοργάνωση συμβουλευόμενος γι αυτό, όπως κατάγγειλαν οι θιγόμενοι, μια «μαύρη λίστα» με τα ονόματά τους. Οι ίδιοι θεώρησαν ανεπαρκείς τις εξηγήσεις «τεχνικού τύπου» που έδωσε εκπρόσωπος του ιδρύματος σχετικά με το πως βρέθηκαν τα ονόματά τους στη λίστα. «Οι λόγοι για την απαγόρευση της εισόδου μας είναι προφανώς πολιτικοί» είπε ένας από αυτούς. «Εμείς ήρθαμε χωρίς πρόθεση για φασαρία, και χωρίς κουκούλες και πανό. Ο αποκλεισμός μας είναι αντιδημοκρατικός».

Το μέτρο είχε προφανώς προληπτικό χαρακτήρα. Οι διοργανωτές ήθελαν να αποφύγουν την πρόκληση επεισοδίων, όπως εκείνα που σημειώθηκαν παλιότερα σε εκδηλώσεις με συμμετοχή του Γιώργου Παπανδρέου και του Θεόδωρου Πάγκαλου, όταν μέλη της «Real Democracy Now» διέκοψαν τις ομιλίες τους φωνάζοντας συνθήματα εναντίον τους.

Σε εκδήλωση που διοργάνωσε ωστόσο τελευταία το Ίδρυμα Heinrich Böll πάλι στο Βερολίνο, στην οποία συμμετείχε και ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, φάνηκε, ότι υπάρχει και άλλη δυνατότητα: Ύστερα από προσυνεννόηση, οι διοργανωτές επέτρεψαν σε μέλη της οργάνωσης να πάρουν το λόγο και να αναπτύξουν τις θέσεις τους στο κοινό. Στη συνέχεια, η εκδήλωση κύλησε με ήσυχο τρόπο. Όλα δείχνουν, ότι οι υπεύθυνοι του Friedrich Ebert Stiftung, θέλοντας προφανώς να αποκλείσουν κάθε ρίσκο, δεν θέλησαν να επαναλάβουν το πείραμα.

Αν η κ.Διαμαντοπούλου αντιλήφθηκε το μικροεπισόδειο, δεν είναι γνωστό. Η ίδια πάντως δήλωσε άκρως «εντυπωσιασμένη» από το ενδιαφέρον που δείχνουν οι γερμανοί πολιτικοί για τις προσεχείς ελληνικές εκλογές. «Όλοι οι εκπρόσωποι των κομμάτων αναφέρθηκαν σε αυτό το ζήτημα» είπε σε δημοσιογράφους λίγο μετά τη συνάντησή της, το απόγευμα της Πέμπτης, με τα μέλη της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της γερμανικής Βουλής. «Έχουν μεγάλη ανασφάλεια για το αν θα τηρηθεί η συμφωνία (σ.σ.: για το δεύτερο πακέτο) μετά τις εκλογές. Και βλέποντας τις δημοσκοπήσεις νομίζω ότι τους έχει πιάσει ένας ψιλοπανικός».

«Ψιλοπανικός» που μάλλον θα φουντώσει περισσότερο στη Γερμανία, αν γίνουν ευρέως γνωστά τα αυξανόμενα φαινόμενα ανομίας, όπως η συγκρότηση ακροδεξιών «πολιτοφυλακών» σε πολλά σημεία της Ελλάδας.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.