Ο τσάρος του Κρεμλίνου

Ο Μάρτιος του 2024 είναι σκληρός – όπως κάθε Μάρτιος στη Μόσχα. Η μέση ημερήσια θερμοκρασία βρίσκεται στο -1, μία στις τρεις ημέρες είναι χιονισμένη, ο παγετός αποτελεί καθημερινό φαινόμενο. Η μορφή που εξέρχεται από το Κρεμλίνο με τη συνοδεία στελεχών και σωματοφυλάκων είναι κάπως πιο σκυφτή, κάπως πιο εύθραυστη από ό,τι παλιά, αλλά αναμφίβολα αναγνωρίσιμη: στα 72 του χρόνια ο Βλαντίμιρ Πούτιν παραμένει ο ισχυρός άντρας της Ρωσίας.

χοντας ολοκληρώσει την τέταρτη προεδρική θητεία του, έχοντας κυβερνήσει τη χώρα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από κάθε άλλον τα τελευταία 100 χρόνια – με εξαίρεση τον Στάλιν –, έχοντας ανορθώσει μερικώς το αποδιαρθρωμένο οικοδόμημα της μετασοβιετικής εποχής, το ερώτημα είναι αν θα μεταβιβάσει την εξουσία ή θα επιζητήσει μια συνταγματική μεταρρύθμιση ώστε να παραμείνει στο προσκήνιο. Το σενάριο μπορεί να ακούγεται ακραίο, όχι όμως και απίθανο. Στις 4 Μαρτίου 2012 ο Πούτιν θα έχει κάνει ήδη το πρώτο βήμα προς το μέλλον: οι ανθυποψήφιοί του στις προεδρικές εκλογές είναι ασήμαντοι και οι δημοσκοπήσεις θέλουν τα ποσοστά του κοντά στο 50%.

Οι ρίζες της σημερινής εξουσίας του βρίσκονται στο 1993, όταν ο Μπορίς Γέλτσιν επιβίωσε από ένα αιματηρό δεκαήμερο ακυβερνησίας, οδομαχιών και 187 νεκρών στέλνοντας τον στρατό να βομβαρδίσει το εξεγερθέν εναντίον του κοινοβούλιο. Ο Γέλτσιν θέσπισε ένα εξαιρετικά συγκεντρωτικό νέο σύνταγμα, διέθετε όμως την πολιτική δεξιοτεχνία αρκούδας – σε αντίθεση με τον διάδοχό του. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν σταδιοδρόμησε στις μυστικές υπηρεσίες στα νεανικά του χρόνια, αναδύθηκε από την αφάνεια το 1999 ως τελευταία πρωθυπουργική έμπνευση του Γέλτσιν, έγινε πρόεδρος ένα χρόνο μετά και εφάρμοσε ως πολιτική του το λειτουργικό πρότυπο της KGB. Η διαχείριση του δεύτερου πολέμου της Τσετσενίας (1999-2000) του επέτρεψε να αναδιοργανώσει τις υπηρεσίες ασφαλείας και το στρατό, η κατακόρυφη άνοδος των τιμών των καυσίμων την περασμένη δεκαετία (η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου στον κόσμο) να μοιράσει αυξήσεις σε ευρέα στρώματα. Και ο κατακερματισμός των αντίπαλων πολιτικών παρατάξεων τον βοήθησε να προβληθεί ως η μόνη αξιόπιστη λύση, εγκαθιδρύοντας με λαϊκή συναίνεση αυτό που ο «Economist» περιέγραφε στις 10 Δεκεμβρίου 2011 ως «διαχειριζόμενη δημοκρατία»: «φιμωμένος τύπος, εξημερωμένη αντιπολίτευση, εκτεταμένες εκλογικές λαθροχειρίες».

Η «διαχειριζόμενη

δημοκρατία»

Ο τρόπος με τον οποίο πολιτεύτηκε έχει ομοιότητες με εκείνον του Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Και στις δύο περιπτώσεις προνομιακό κοινό ψηφοφόρων ήταν ο ημιαστικός πληθυσμός και οι κάτοικοι της υπαίθρου, κυρίως οι εξαρτημένοι μισθολογικά ή συνταξιοδοτικά από το Δημόσιο, εκτεθειμένοι στα μονοπωλούμενα από την κυβέρνηση κρατικά μέσα ενημέρωσης. Στην περίπτωση του Πούτιν οι εναλλακτικές πηγές πληροφόρησης περιλαμβάνουν ιδιωτικά δίκτυα που αδυνατούν να καλύψουν την τεράστια έκταση της ρωσικής επικράτειας (ή αποθαρρύνονται να το κάνουν), στην περίπτωση του Μπερλουσκόνι τα μη κρατικά κανάλια ήταν απλώς ιδιοκτησία του. Η προβαλλόμενη εικόνα του Πούτιν ως κυνηγού, ψαρά, κολυμβητή ή τζουντόκα παραπέμπει στην περσόνα του ρωσικού αντρικού προτύπου περίπου όπως ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι καλλιεργούσε για τον εαυτό του το image του λατίνου εραστή, του θερμού Ιταλού που η μπογιά του περνάει στα κοριτσόπουλα ακόμη και στα 70 του, του αντικομμουνιστή σταυροφόρου. Ο 60χρονος αποφασιστικός ηγέτης με τη σωματική ρώμη εφήβου είναι για τη Ρωσία ό,τι ήταν ως πρόσφατα για την Ιταλία ο κομψευόμενος γηραιός κύριος – ή για την Ελλάδα ο φωνακλάς πολιτικός που ρητορεύει με ευφράδεια και χτυπά το χέρι στο τραπέζι.

Το καθεστώς Πούτιν σταθεροποίησε τη Ρωσία ως αποτέλεσμα ενός ιδιότυπου συμβιβασμού. Το κράτος δεν επέβαλλε κανόνες δικαίου στις ποικιλόμορφες μαφίες ή στους ολιγάρχες που είχαν αναδυθεί από την αποσάθρωση του σοβιετικού τύπου μορφώματος, επέβαλλε τον εαυτό του ως εξίσου ισχυρό παίκτη και ενίοτε επιδιαιτητή. Γι’ αυτό και την τελευταία δεκαετία η εξουσία φαίνεται όχι τόσο όταν είναι παρούσα, αλλά όταν επιλέγει να αποσυρθεί για δικούς της λόγους. Η θεαματική πτώση παραγόντων όπως ο Μπορίς Μπερεζόφσκι ή ο Μιχαήλ Χοντορκόφσκι παραπέμπει στην απώλεια της εύνοιας του ηγεμόνα. Αστάθμητοι παράγοντες, όπως οι δημοσιογράφοι, ιδίως όσοι δεν ανήκουν στον στάβλο των αποδεκτών ολιγαρχών ή εκείνων που έχουν την ισχύ να αντιπολιτευθούν το Κρεμλίνο, ανακαλύπτουν ότι τα ρωσικά νερά δυσανασχετούν όταν ταράζονται. Δύο ανεξάρτητες έρευνες που διεξήχθησαν από τη Διεθνή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων (IFJ) και την Επιτροπή Προστασίας των Δημοσιογράφων (CPJ) κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι δολοφονίες δημοσιογράφων στη Ρωσία τείνουν να εξιχνιάζονται όταν δεν σχετίζονται με τις έρευνές τους: από τους 17 φόνους που εμπίπτουν σε αυτή την τελευταία περίπτωση κατά την περίοδο 2000-2009 μόνο ένας εξιχνιάστηκε, και αυτός μερικώς.

Ρωγμές στην πρόσοψη

Οι πρώτοι τριγμοί για την απήχηση του ρώσου ηγέτη ήρθαν, ωστόσο, όταν ακριβώς η περιορισμένη ισχύς του κράτους αντιμετώπισε μια απρόσμενη κατάσταση. Οι τεράστιες πυρκαγιές του καλοκαιριού του 2010, αποτέλεσμα πρωτοφανούς καύσωνα, έκαιγαν ανεξέλεγκτα για δύο εβδομάδες καταστρέφοντας ανυπολόγιστες εκτάσεις και προξενώντας υλικές ζημιές 15 δισ. δολαρίων. Ενώ η Μόσχα τυλιγόταν από σύννεφα καπνού, η δημοτικότητα του πρωθυπουργού έπεφτε στο χαμηλότερο σημείο της από το 1999. Οταν εκδήλωσε στα μέσα του 2011 την πρόθεσή του να διεκδικήσει εκ νέου την προεδρία, αυτή κατρακύλησε στο 35% – την ίδια περίοδο αποδοκιμάστηκε σε μια επίδειξη πολεμικών τεχνών. Η πτώση του ποσοστού του κόμματός του κατά 15 ποσοστιαίες μονάδες, στο 49,3%, στις εκλογές της 4ης Δεκεμβρίου 2011 και οι μεγάλες διαδηλώσεις που ακολούθησαν έδειξαν ότι η επιβράδυνση της οικονομίας σε συνδυασμό με 12 χρόνια ηγεμονίας έχουν προξενήσει σαφή κόπωση στο μέταλλο του πουτινισμού.

Το αυριανό πρόβλημα του Πούτιν, μετά την περισσότερο ή λιγότερο άνετη εκλογή του τον Μάρτιο του 2012 για μια εξαετή προεδρική θητεία, είναι το κλασικό δίλημμα ενός αυταρχικού ηγέτη που βλέπει την αρχική αποδοχή του από τις μάζες να συρρικνώνεται. Αν χαλαρώσει τον έλεγχό του κινδυνεύει να χάσει την εξουσία χωρίς να το καταλάβει, αν σκληρύνει τη στάση του ρισκάρει να βρεθεί με μια επανάσταση στα χέρια του. Η πρώτη λύση, ελάχιστα πρόσφορη, αποδεικνύεται ιστορικά: αν εξαιρέσει κανείς τον δικτάτορα της Χιλής, Αουγκούστο Πινοσέτ, ο οποίος πέτυχε να διαπραγματευτεί την ασυλία του κατά τη μετάβαση στη δημοκρατία το 1990, οι υποχωρήσεις σημαίνουν κατά κανόνα το τέλος καθεστώτων – από τα πρώην κομμουνιστικά το 1989 ως τα αραβικά το 2011. Η δεύτερη επιλογή μοιάζει ακόμη πιο ριψοκίνδυνη: η σημερινή Ρωσία διαθέτει πια μια αναδυόμενη σφαίρα κοινωνίας των πολιτών, διεξόδους έκφρασης μέσω Διαδικτύου και η κοινή γνώμη, έστω και αν δεν δείχνει τάσεις φιλελευθερισμού (σε πρόσφατη δημοσκόπηση το 57% προτιμούσε την ισχυρή ηγεσία από τη δημοκρατία), δεν μοιάζει τόσο χειραγωγήσιμη. Προς το παρόν, η επερχόμενη νίκη τού εξαγοράζει χρόνο. Αλλά δεν εξασφαλίζει πόσος τού έχει μείνει στην κλεψύδρα.

Οι ολιγάρχες δεν είναι ολιγαρκείς

Φίλοι Ή εχθροί του Κρεμλίνου, οι ρώσοι μεγιστάνες απέκτησαν την περιουσία τους σε κλίμα αδιαφάνειας και την απολαμβάνουν σε καθεστώς επιδεικτικής κατανάλωσης.

1. Βλαντίμιρ Λίζιν

$ 24 δισ.

Αγνωστος στο ευρύ κοινό εκτός Ρωσίας, ο 56χρονος μεγιστάνας του χάλυβα είναι ο πλουσιότερος ολιγάρχης της χώρας. Διδάκτορας Μεταλλουργικής Μηχανικής και Οικονομικών, αποτελεί τον μεγάλο επιζώντα της εποχής Γέλτσιν, όταν η ήδη αποσαθρωμένη πρώην σοβιετική οικονομία πέρασε με συνοπτικές διαδικασίες στον αχαλίνωτο καπιταλισμό. Επειτα από μια συμφωνία αξίας 4 δισ. δολαρίων οδεύει στο να γίνει ο ισχυρότερος παίκτης στον χώρο των ρωσικών σιδηροδρόμων. Αντίθετα με τους περισσότερους νεόπλουτους, τα ακριβά του γούστα δεν μεταφράζονται σε ιδιωτικά αεροσκάφη ή γιοτ, αλλά σε ένα κάστρο του 16ου αιώνα στα Χάιλαντς της Σκωτίας.

2. Μιχαήλ Πρόχοροφ

$ 18 δισ.

Ο 47χρονος εργένης επιχειρηματίας αποτελεί τον γαμπρό των ονείρων εκατομμυρίων ρωσίδων. Τα 18 δισ. δολάρια (ή 13, σύμφωνα με πρόσφατη εκτίμηση του «Forbes») των ταπεινών οικονομιών του χρειάζονται οπωσδήποτε διάδοχο – και το μήκους 60 μέτρων γιοτ του κάποιον να το χαίρεται, εφόσον ο ίδιος δεν το χρησιμοποιεί ποτέ καθ’ ότι επιρρεπής στη ναυτία. Αγόρασε το 2009 τους Νιου Τζέρσεϊ Νετς του ΝΒΑ αντί 200 εκατ. δολαρίων ενόψει της μελλοντικής μετακόμισής τους στο εμπορικότατο Μπρούκλιν και είναι πρόθυμος να δώσει πολύ περισσότερα για να τους καταστήσει ομάδα της προκοπής. Στις προεδρικές εκλογές του 2012 θα αντιπαρατεθεί ως υποψήφιος με τον Βλαντίμιρ Πούτιν – για πιθανότητες νίκης του ας μη μιλήσουμε.

3. Αλισερ Ουσμάνοφ

$ 17,7 δισ.

Υιός στελέχους της κομματικής νομενκλατούρας του Ουζμπεκιστάν, ο 58χρονος σήμερα Ουσμάνοφ καταδικάστηκε για συνέργεια σε εκβιασμό και διαφθορά επί ΕΣΣΔ το 1980. Αυτό ουδόλως επηρέασε τη μετέπειτα πορεία του ως επιχειρηματία με συμφέροντα κυρίως στον τομέα των μετάλλων, του φυσικού αερίου και των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Σύμμαχος του Πούτιν, διευθυντής του επενδυτικού κλάδου της Gasprom – κολοσσού του ρωσικού φυσικού αερίου –, μέτοχος του Facebook και κάτοχος του 25% της αγγλικής Αρσεναλ, έχει στην κατοχή του το απαραίτητο για την τάξη του γιοτ (110 μέτρων) και το εκ των ων ουκ άνευ για ολιγάρχη μέγαρο στο Λονδίνο.

4. Μιχαήλ Φρίντμαν

$ 15 δισ.

Περίπτωση low profile επιχειρηματία, ο 48χρονος Φρίντμαν ξεκίνησε την καριέρα του ως trader προτού ιδρύσει το 1989 την Alfa Group Consortium, μία από τις μεγαλύτερες επενδυτικές εταιρείες στη Ρωσία σήμερα. Δραστηριοποιείται σε διάφορα πολιτισμικού χαρακτήρα προγράμματα με αντικείμενο τη ρωσική λογοτεχνία και τις εβραϊκές κοινότητες της Ρωσίας και της υπόλοιπης Ευρώπης. Λέγεται ότι η μόνη εκκεντρικότητά του είναι η συλλογή του από σπαθιά σαμουράι. Ηταν ιδιοκτήτης της εταιρείας που μίσθωσε το τάνκερ Prestige που βυθίστηκε το 2002 στα ανοιχτά της Ισπανίας απελευθερώνοντας 20 εκατ. βαρέλια πετρελαίου στις ακτές της, όπως και σε αυτές της Πορτογαλίας και της Γαλλίας, αν και σήμερα όλοι το έχουν ξεχάσει.

5. Ρόμαν Αμπράμοβιτς

$ 13 δισ.

Ο κατ’ εξοχήν διάσημος εκτός Ρωσίας δισεκατομμυριούχος δεν ήταν ποτέ ο πιο πλούσιος της παρέας, ήταν όμως εκείνος με τα πιο δυτικότροπα γούστα. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως προστατευόμενος του Μπορίς Μπερεζόφσκι (με τον οποίο έχουν πλέον αλληλομηνυθεί απαιτώντας ο ένας από τον άλλο 5,8 δισ. δολάρια στη μεγαλύτερη δίκη όλων των εποχών), κατέληξε και αυτός ως ιδρυτής και ιδιοκτήτης επενδυτικού γκρουπ. Ανάστησε το 2004 την αγγλική Τσέλσι, δεν την πήγε ποτέ όμως ως εκεί που φιλοδοξούσε παρά τις πανάκριβες μεταγραφές και τα 100 εκατ. δολάρια των αποζημιώσεων στους προπονητές που απέλυσε σωρηδόν. Προσέχει να μην εκτίθεται στην πολιτική.

6. Αλεξάντερ Λεμπέντεφ

$ 3 δισ.

Επιχειρηματίας με συμφέροντα σε τράπεζες, ιδιοκτήτης του ενός τρίτου της Aeroflot και τεσσάρων αγγλικών εφημερίδων (μεταξύ άλλων και του «Independent»), o 51χρονος Λεμπέντεφ προβάλλεται ως άνθρωπος της κουλτούρας: έχει διοργανώσει φεστιβάλ Τσέχοφ στην Ουκρανία και μεταξύ των επισκεπτών στις εκδηλώσεις του μεγάρου του στο Χάμπτονς Κορτ του Λονδίνου συγκαταλέγονται η Μαντόνα, ο Χιου Γκραντ και η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ. Αυτό δεν τον εμπόδισε να γρονθοκοπήσει το 2011 τον συνολιγάρχη του Σεργκέι Πολόνσκι live στη ρωσική TV. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν μετά τον χαρακτήρισε «χούλιγκαν» – περισσότερο επειδή είναι συνιδιοκτήτης της αντιπολιτευόμενης «Novaya Gazeta» μαζί με τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ.

7. Μπορίς Μπερεζόφσκι

$ 800 εκατ.

Κάποτε δήλωνε με την αλαζονεία του ανθρώπου που ανεβοκατεβάζει ηγέτες ότι «μπορώ να κάνω κι έναν πίθηκο πρόεδρο». Οταν όμως ο 66χρονος γενάρχης των ολιγαρχών συγκρούστηκε με τον Βλαντίμιρ Πούτιν το 2000 ήταν εκείνος που αναγκάστηκε να διαφύγει στο Λονδίνο. Αν κερδίσει την πολύκροτη δίκη με τον Ρόμαν Αμπράμοβιτς, μπορεί να αποκτήσει και μέρος της παλαιάς του αίγλης. Προς το παρόν θεωρείται αγκάθι στο πλευρό του Κρεμλίνου: ήταν φίλος του μακαρίτη πράκτορα των μυστικών υπηρεσιών Αλεξάντρ Λιτβινένκο, ο οποίος πέθανε το 2006 έπειτα από δηλητηρίαση με ραδιενεργό πολώνιο και ισχυρίζεται ότι έχει ήδη επιβιώσει από τρεις απόπειρες δολοφονίας ο ίδιος.

8. Σεργκέι Πολόνσκι

άγνωστο

Διάσημος για τη φράση «όποιος δεν έχει ένα δισεκατομμύριο μπορεί να πάει στο διάολο» που είπε σε ένα πάρτι του το 2008 ως αστείο, ο 39χρονος πρώην μεγιστάνας ακινήτων βρέθηκε πολύ κοντά στο να την πραγματοποιήσει, όταν εξαιτίας της κρίσης διέλυσε πέρυσι τον όμιλο Mirax. Επανήλθε, αν και όχι δριμύτερος, με τη holding Stream Infinity και φιλοδοξεί να ολοκληρώσει το Federation Tower, το υψηλότερο κτίριο της Ευρώπης, με ύψος 506 μέτρων. Εκκεντρικός χαρακτήρας, είχε δηλώσει ότι αν οι επιχειρήσεις του δεν αποκόμιζαν κέρδη 25% εν μέσω κρίσης θα έτρωγε τη γραβάτα του – όπως και έκανε live στη ρωσική τηλεόραση στις 31 Μαΐου 2011.

Ημασταν κάποτε μεγιστάνες

Μιχαήλ Χοντορκόφσκι

Ολιγάρχης της πρώτης γενιάς, ο 40χρονος Ρώσος συγκρούστηκε με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, έχασε τον πετρελαϊκό γίγαντα Yukos μαζί με 13 δισ. δολάρια και εκτίει ποινή κάθειρξης 14 ετών για απάτη και διαφθορά. Αλλά τουλάχιστον κέρδισε το φωτοστέφανο του μάρτυρα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ολεγκ Ντεριπάσκα

Αναγνωρισμένο θύμα της κρίσης, o 44χρονος ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης εταιρείας παραγωγής αλουμινίου στον κόσμο έφτασε το 2008 ως το νούμερο 9 της λίστας των πλουσίων του «Forbes», με περιουσία 28 δισ. δολαρίων, για να κατρακυλήσει στη συνέχεια. Σήμερα, το βιος του αγγίζει μόλις τα 11 δισ. Οπου φτωχός κι η μοίρα του.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.