Πώς μια πλάκα σάρωσε στα Οσκαρ

Οταν άκουγες τον γάλλο σκηνοθέτη Μισέλ Χαζαναβίσιους στο τελευταίο Φεστιβάλ Καννών, προτού καν ο Ζαν Ντυζαρντέν κερδίσει το βραβείο καλύτερης ερμηνείας για το «The Artist» (και όταν η σκέψη και μόνο των 5 Οσκαρ που τελικά κέρδισε η ταινία ακουγόταν σαν θεότρελη φαντασίωση), αντιλαμβανόσουν ότι εδώ το μεγαλύτερο ατού ήταν η ίδια η σύλληψη της δημιουργίας.

Οταν άκουγες τον γάλλο σκηνοθέτη Μισέλ Χαζαναβίσιους στο τελευταίο Φεστιβάλ Καννών, προτού καν ο Ζαν Ντυζαρντέν κερδίσει το βραβείο καλύτερης ερμηνείας για το «The Artist» (και όταν η σκέψη και μόνο των 5 Οσκαρ που τελικά κέρδισε η ταινία ακουγόταν σαν θεότρελη φαντασίωση), αντιλαμβανόσουν ότι εδώ το μεγαλύτερο ατού ήταν η ίδια η σύλληψη της δημιουργίας. Πραγματικά, από τότε που το «The Artist» άρχισε να προβάλλεται, ο περισσότερος κόσμος μιλούσε κυρίως για την ιδέα πίσω από την ταινία – η οποία ξεκίνησε από την ανάγκη του Χαζαναβίσιους να αποτίσει φόρο τιμής στον ασπρόμαυρο βωβό κινηματογράφο.

Ο Χαζαναβίσιους, ο οποίος λάτρευε τις βωβές ταινίες που παρακολουθούσε παιδί μαζί με τον παππού του, σκέφτηκε τη δημιουργία το «The Artist» πριν από περίπου οκτώ χρόνια. Πολύ απλά, βρήκε ενδιαφέρουσα τη δημιουργία μιας βωβής ταινίας η οποία παράλληλα θα ήταν ένας φόρος τιμής σε σκηνοθέτες που δεν έχει πάψει να θαυμάζει απεριόριστα: Αλφρεντ Χίτσκοκ, Φριτς Λανγκ, Ερνστ Λιούμπιτς, Φρίντριχ Μουρνάου...
Ολοι αυτοί οι σκηνοθέτες είχαν παρουσιάσει ορισμένα από τα κορυφαία δείγματα δουλειάς τους την εποχή του βωβού κινηματογράφου. «Παράλληλα, όμως», είχε πει ο Χαζαναβίσιους, «ήθελα να εξερευνήσω τα όριά μου, τις δυνατότητές μου ως δημιουργού. Στις ταινίες του βωβού, από τη στιγμή που δεν ακούγονται καθόλου διάλογοι, τα πάντα έχουν να κάνουν με τη δύναμη των εικόνων και τα συναισθήματα που αποπνέουν αυτές. Συναισθήματα για τα οποία κύριος υπεύθυνος είναι ο σκηνοθέτης. Αρα για μένα ήταν μια μεγάλη πρόκληση».
Για εκείνον ήταν πρόκληση, για τον υπόλοιπο κόσμο όμως μια ταινία όπως το «The Artist» ακουγόταν σαν ανέκδοτο. Η αντίδραση των περισσοτέρων από αυτούς στους οποίους ανέφερε την ιδέα του δεν ήταν και τόσο θερμή. Στην εποχή του 3D και των καταιγιστικών ψηφιακών εφέ, ποιον θα μπορούσε να ενδιαφέρει το παλιό, το βωβό και το ασπρόμαυρο; Σαν να μην έφθανε αυτό, όταν ο σκηνοθέτης ανέφερε στον φίλο του Ντυζαρντέν την ιδέα του, εκείνος γέλασε.
«Νόμιζα ότι μου έκανε πλάκα!» ανέφερε στις Κάννες ο ηθοποιός. «Αλλά με τον Μισέλ δεν μπορείς ποτέ να είσαι σίγουρος, δεν ξέρεις πότε μιλάει σοβαρά και πότε αστειεύεται». Ετσι, όταν μερικούς μήνες αργότερα ο Χαζαναβίσιους πάσαρε το σενάριο του «The Artist» στον Ντυζαρντέν, ο δεύτερος συνειδητοποίησε πως όλες εκείνες οι επισκέψεις του σκηνοθέτη στη Cinematheque Francaise για την παρακολούθηση βωβών ταινιών και η εντατική μελέτη βιβλίων για την ιστορία του σινεμά μόνο τυχαίες δεν ήταν.
Σχεδίαζε περιπέτεια,έφτιαξε ρομάντζο

Αν οι δύο προηγούμενες ταινίες του Χαζαναβίσιους δεν είχαν σημειώσει τεράστια επιτυχία στη Γαλλία, τότε το «The Artist» ενδεχομένως να μην είχε γυριστεί. Από εκείνες ακόμη τις ταινίες, δυο παρωδίες του μυστικού πράκτορα OSS 117 με πρωταγωνιστή και πάλι τον Ντυζαρντέν, αντιλαμβανόσουν την αγάπη του για το κινηματογραφικό παρελθόν. Το σημαντικότερο βήμα του σκηνοθέτη επιτεύχθηκε στη συνάντησή του με τον παραγωγό Τομάς Λανγκμάν. Τον έπεισε ότι μια ταινία όπως το «The Artist» μπορούσε να γίνει πραγματικότητα.
Ο ίδιος ο Χαζαναβίσιους παραδέχεται ότι πολύ δύσκολα θα τα είχε καταφέρει χωρίς τον Λανγκμάν – ο οποίος αυτή την ώρα χαϊδεύει το Οσκαρ καλύτερης ταινίας. Εδώ να προσθέσουμε το μαγικό άγγιγμα του αμερικανοεβραίου παραγωγού και διανομέα Χάρβεϊ Γουάινσταϊν ο οποίος στις Κάννες κατάλαβε αμέσως τις προοπτικές της ταινίας και αφοσιώθηκε παθιασμένα στη στρατηγική της προώθησής της στις ΗΠΑ. Ο Γουάινσταϊν έχει το κοκαλάκι της νυχτερίδας όσον αφορά τα Οσκαρ, αφού είναι ο εγκέφαλος πίσω από την οσκαρική επιτυχία ταινιών όπως «Pulp Fiction», «Ερωτευμένος Σαίξπηρ», «Ο άγγλος ασθενής»…
Το παράξενο είναι ότι το αρχικό πλάνο του Χαζαναβίσιους ήταν άλλο: μια ασπρόμαυρη περιπέτεια κατασκοπείας στο ύφος του «Spies» του Λανγκ. Θυμήθηκε όμως μια ιστορία που του είχε διηγηθεί ένας φίλος των γονιών του, ο καταξιωμένος θεατρικός συγγραφέας και σεναριογράφος Ζαν-Κλοντ Γκρινμπέργκ. Αφορούσε έναν ηθοποιό του βωβού τον οποίο ο ομιλών οδήγησε σταδιακά στην αφάνεια. «Αυτό ήταν! Είχα πλέον αποφασίσει πως η ταινία μου θα διαδραματιζόταν στο Χόλιγουντ, τέλη δεκαετίας του ’20 με αρχές δεκαετίας του ’30, και θα είχε ως ήρωα έναν σταρ του βωβού που έρχεται αντιμέτωπος με τα νέα δεδομένα του χώρου, αλλά αρνείται πεισματικά να προσαρμοστεί».
Την ίδια στιγμή, μια νεαρή Στάρλετ (την υποδύθηκε η Μπεατρίς Μπεζό, σύζυγος του Χαζαναβίσιους), κρυφά ερωτευμένη μαζί του, θα γινόταν το πρόσωπο της ημέρας, γεγονός που θα την έφερνε αντιμέτωπη με τα συναισθήματά της για εκείνον. «Ενα γνήσιο παλιομοδίτικο μελόδραμα, δηλαδή, γεμάτο φήμη, υπερηφάνεια, ματαιοδοξία και ρομάντζο».
«Παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχε η παραμικρή περίπτωση να αναδειχθώ σε νέο… Τζιν Κέλι, ήθελα οι πάντες να είναι βέβαιοι πως έδωσα τον καλύτερό μου εαυτό» είπε αργότερα ο Ντιζαρντέν ο οποίος μόνο για τη χορευτική σκηνή (διάρκειας δύο λεπτών) παρακολούθησε επί τέσσερις μήνες μαθήματα χορού με κλακέτες. Δανείστηκε στοιχεία από διάφορους σταρ του βωβού, με πρώτο και καλύτερο τον Ντάγκλας Φέρμπανκς, ιδίως για τις σκηνές των ταινιών-μέσα-στην-ταινία. Διόλου τυχαία, σηκώνοντας το Οσκαρ α΄ ανδρικού ρόλου, το πρώτο όνομα που ανέφερε ήταν εκείνο του Φέρμπανκς – ο οποίος… επίσης διόλου τυχαία υπήρξε ο πρώτος οικοδεσπότης τελετής Οσκαρ.
«Στο Χόλιγουντ δεν θα γύριζαν μια τέτοια ταινία»
Για κάποιον που αγαπά το σινεμά όσο ο Χαζαναβίσιους, το να γυρίσει μια ταινία στο Χόλιγουντ και μάλιστα στα στούντιο της Warner και της Paramount, εκεί δηλαδή όπου γεννήθηκε η Εβδομη Τέχνη, αποτέλεσε την απόλυτη πραγματοποίηση ενός ονείρου ζωής. Η κοινότητα του Χόλιγουντ τον υποδέχθηκε φιλικά, πολύς κόσμος επισκεπτόταν καθημερινά το σετ, πολλοί μιλούσαν με νοσταλγία για τις αναμνήσεις τους από το παρελθόν και κάποιοι πλησίασαν την παραγωγή πρόθυμοι να δουλέψουν στην ταινία, χωρίς να τους ενδιαφέρει το πόστο.
Παράδειγμα, ο βρετανός ηθοποιός Μάλκολμ Μακ Ντάουελ (δεξιά στη φωτογραφία μαζί με την Μπεατρίς Μπεζό), ο οποίος αρκέστηκε σε ένα απλό πέρασμα. «Μια τέτοια ταινία σήµερα µόνον από Γάλλους θα µπορούσε να γυριστεί» είχε πει ο Μακ Ντάουελ σε μια μεγάλη συνέντευξη στο «BHMAgazino» το περασμένο καλοκαίρι: «Λέµε για το Χόλιγουντ. Για τη µαγεία του Χόλιγουντ. Το Χόλιγουντ εκείνο, το Χόλιγουντ το άλλο… Και όµως, στο Χόλιγουντ δεν θα µπορούσε µε τίποτε να γυριστεί µια τέτοια ταινία. Γιατί στο Χόλιγουντ όλα κρίνονται από το χρήµα και τους χαρτογιακάδες που δεν έχουν ιδέα από κινηµατογράφο».

πότε & που:
Η ταινία «The Αrtist» προβάλλεται ξανά στις αίθουσες σε διανομή Feelgood Entertainment

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.