Ο φόβος είναι συναίσθηµα πολύ ισχυρότερο της ελπίδας. Οχι µόνο σήµερα. Η νευροϊστορία, που εξερευνά τη δηµιουργία του ανθρώπινου είδους σε µεγάλο βάθος χρόνου, ισχυρίζεται πως ο φόβος έχει εγγραφεί στους νευρώνες µέσα από διαδοχικά, απρόβλεπτα και ανεξήγητα σοκ τρόµου. Από το κυρίαρχο αρσενικό ανθρωποειδές που τροµοκρατούσε περιοδικά την οµάδα για να εδραιώσει την κυριαρχία του ως τους µεσαιωνικούς ιππότες που έσπερναν τον τρόµο στους αγρότες αρπάζοντας, σκοτώνοντας, βιάζοντας και καίγοντας τα χωριά τους. Από τους εξαναγκασµούς σε θάνατο του πληθυσµού από λιµό ως τις οικονοµικές κρίσεις που απαιτούν αίµα και θυσίες, πάνω στον φόβο βασίστηκε η δηµιουργία των κοινωνικών ιεραρχιών, συµπυκνώθηκαν εξουσίες, δηµιουργήθηκαν κράτη. Σοκ και δέος ονοµάστηκε ο πόλεµος στο Ιράκ. Ο φόβος είναι συστατικό στοιχείο της εξέλιξης των ανθρώπινων κοινωνιών, κυκλοφορεί µέσα στις φλέβες της Ιστορίας. Και το υπερθετικό του είναι η απελπισία. Η παντελής έλλειψη κάθε ελπίδας. Η συστροφή της οδύνης στον εαυτό της.
Η µόνη χαραµάδα εξόδου προς την ελπίδα είναι πόνος και βάσανα να αποκτήσουν νόηµα. Γιατί αβάσταχτη είναι η οδύνη εκείνη που δεν καταλαβαίνουµε. Εκείνη που δεν έχει νόηµα. Το µαρτύριο του Σίσυφου ήταν χειρότερο από εκείνο του Προµηθέα. Γιατί του Προµηθέα το µαρτύριο είχε νόηµα: έδωσε τη φωτιά στους ανθρώπους, δηλαδή τη δυνατότητα δηµιουργίας. Για να υπάρξει νόηµα λοιπόν πρέπει να υπάρξει διανοητικό πλαίσιο. Τοπλαίσιο αυτό, έχοντας ως κεντρικό του σηµείο τη Λύτρωση, ήταν αυτό που πρόσφερε ο Χριστιανισµός. Η συνάντηση µε το κακό, η νίκη του κακού δεν µπορούσε να είναι οριστική. Τα βάσανα των ανθρώπων, τα τωρινά και τα µελλούµενα, είναι το αντίτιµο της σωτηρίας τους. Η χριστιανική διδασκαλία προσέφερε το ισχυρότερο αντίδοτο στον φόβο: το νόηµα. ∆ηλαδή τη νοητική και ψυχική επεξεργασία η οποία τον ακύ ρωνε. ∆εν ακύρωνε τον πόνο, του έδινε νόηµα, και έτσι δηµιουργούσε αντίδοτο στον φόβο. Ο φόβος παρέµενε ισχυρός για όσους ήταν εκτός πλαισίου. Για όσους δεν είχαν «φόβο Κυρίου».
Ο ∆ιαφωτισµός ήταν µια γιγάντια επιχείρηση αποτίναξης του φόβου από τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, την ίδια εποχή βέβαια που οι λευκοί κυρίαρχοι έσπερναν τρόµο στις άλλες ηπείρους του πλανήτη. Η πρόοδος ήταν µια καινούργια έννοια σταδιακής βελτίωσης. Τα πράγµατα πάνε από το καλό στο καλύτερο, ένα αόρατο χέρι τα οδηγεί, και αν φαίνονται αντιφατικά πολλές φορές, τελικά το καλό πάντα νικάει το κακό. Πολλές δεκαετίες πορεύτηκαν µε την αισιοδοξία αυτή οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, έως ότου συνειδητοποίησαν, και συνειδητοποιούν σιγά-σιγά, ότι ο φόβος πια δεν έδρευε έξω, µακριά από την ελπίδα, αλλά µερικές φορές ήταν συνυφασµένος µαζί της. Αυτή η τροµερή συνειδητοποίηση ότι πηγή του φόβου είναι η ίδια η νεωτερικότητα, δηµιούργησε µια τεράστια αµφιθυµία. Ελπίζουµε εκείνο που φοβόµαστε, ή φοβόµαστε εκείνο που ελπίζουµε.
Ας δούµε µερικά παραδείγµατα:
Η διατήρηση της υγείας και η επιµήκυνση της ζωής είναι από τις πιο παλιές, µύχιες και ισχυρές προσδοκίες, ατοµικές και συλλογικές. Η επέµβαση στο ανθρώπινο γονιδίωµα, η δηµιουργία κλώνων για µεταµοσχεύσεις, η σε προοπτική «βελτίωση» του ανθρώπινου είδους απελευθερωµένου από τον πόνο, η χειραφέτηση από τους περιορισµούς της βιολογίας, αποτελούν ταυτόχρονα και πηγή ελπίδας, και πηγή φόβου. Κι αν καταλήξει σε πολλά είδη ανθρώπων και υπερανθρώπων; Το όνειρο γίνεται εφιάλτης ενός µελλοντικού ανθρώπινου Jurassic Park. Αλλά δεν είναι κάτι µελλοντικό, ούτε κάτι που δεν µας ακουµπάει, καθώς εισερχόµαστε στην ιατρική τεχνοεπιστήµη σε κάποια φάση της ζωής µας, και χάνουµε το νήµα στους λαβυρίνθους µιας απίστευτης περιπέτειας, όπου κάθε ελπίδα µας βυθίζει πιο βαθιά στο υποφέρειν. ∆εύτερο παράδειγµα: Αν όλοι οι άνθρωποι που κατοικούν στον πλανήτη συµµεριστούν έστω και στο ελάχιστο τον τρόπο ζωής όχι των πλουσίων, αλλά των µικροµεσαίων κατοίκων των δυτικών χωρών, ο πλανήτης θα πεθάνει, παρασύροντας µαζί του το ανθρώπινο είδος. Γιατί η ανθρωπότητα δεν «φιλοξενείται» πλέον πάνω στον πλανήτη, αλλά από τον καιρό που η µηχανή της προόδου µπήκε σε κίνηση µετατράπηκε σε µια γεωλογική δύναµη που συνδιαµορφώνει το βιοκλιµατικό µέλλον της Γης. Τρίτο παράδειγµα, η σύγχρονη οικονοµική κρίση: Αν αγνοήσουµε τη γνωστή στερεοτυπική σκέψη, θα αντιληφθούµε πως είµαστε παγιδευµένοι σε ένα σύστηµα του οποίου η µεγέθυνση οδηγεί στη συρρίκνωση. Θα αντιληφθούµε πώς µια κοινωνία που ευαγγελιζόταν την ανάπτυξη, την αφθονία και την ευηµερία δεν µπορεί να διατηρήσει ένα στοιχειώδες κράτος προνοίας. Θα καταλάβουµε πως η προσφερόµενη θεραπεία έχει τίµηµα τη διεύρυνση των ανισοτήτων, που προκαλούν µε τη σειρά τους νέες κρίσεις και νέες ανισότητες.
∆εν υπάρχει λοιπόν ελπίδα; Αν το αντίδοτο του φόβου είναι το νόηµα, τότε εκεί που βρίσκεται η ελπίδα είναι στην αναζήτηση του νοήµατος.
∆ηλαδή σε µια µεγάλη διανοητική κινητοποίηση για να καταλάβουµε τι µας συµβαίνει. Αυτό είναι ιδιαίτερα σηµαντικό για την Ελλάδα. Το global υπάρχει στο local και η ιδιαιτερότητα αντικατοπτρίζει τον τρόπο που παγκόσµιες τάσεις αποκρυσταλλώνονται σε συγκεκριµένες συνθήκες. Βρισκόµαστε σε ένα καταπληκτικό παρατηρητήριο της µεγάλης κρίσης της νεωτερικότητας, όσο και αν βιώνεται οδυνηρά. Η µεγάλη ελπίδα είναι να µετατρέψουµε την κρίση σε κριτική. Σε διανοητική και έµπρακτη κριτική. Η ελπίδα βρίσκεται στο να µετατρέψουµε τη διαµαρτυρία σε δηµιουργικότητα, σε µια δηµιουργικότητα που θα κυκλοφορεί στο αίµα αυτής της κοινωνίας, αντίδοτο στις ενέσεις φόβου που τις προκαλούν κρίσεις πανικού κάθε λίγο και λιγάκι.
Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οι σκέψεις αυτές αναπτύσσονται εκτενέστερα στο πρόσφατο βιβλίο του «Αποκάλυψη, Ουτοπία και Ιστορία» (εκδόσεις Πόλις)
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ