Είναι νέοι, στη ζωή και στη λογοτεχνία. Εχουν κυκλοφορήσει δείγματα της δουλειάς τους στην αγορά του βιβλίου, έχουν την αποδοχή των λογοτεχνικών περιοδικών και πρόσφατα διακρίθηκαν στο 1ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών που διοργάνωσε το υπουργείο Πολιτισμού και το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου στο Ιδρυμα Κακογιάννη στις 9 και 10 Δεκεμβρίου.
Το «Βήμα» μίλησε με τους πεζογράφους Μαρία Ξυλούρη και Δημήτρη Τανούδη και τον ποιητή Θοδωρή Ρακόπουλο, τους τρεις έλληνες συγγραφείς που ξεχώρισε η κριτική επιτροπή του Μαραθωνίου Ανάγνωσης ανάμεσα σε περισσότερους από 40 νέους λογοτέχνες κάτω των 35 ετών. Απέναντι, ή δίπλα σε αυτούς, βρίσκονται τρεις ξένοι λογοτέχνες που φιλοξενήθηκαν στο φεστιβάλ: η βρετανή ποιήτρια και πεζογράφος Αννα Λιούις, η γερμανίδα πεζογράφος Σουζάνε Χάινριχ και ο ιταλός πεζογράφος Πάολο Πιτσιρίλο, οι οποίοι διακρίθηκαν στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα νέων συγγραφέων Scritture Giovani.
Από τη συζήτηση μαζί τους προσπαθήσαμε να ανιχνεύσουμε τα χαρακτηριστικά της νέας λογοτεχνίας που γράφεται τώρα. Ζητήσαμε να μάθουμε τι διαβάζουν, τι τους απασχολεί αυτόν τον καιρό, πώς οραματίζονται το μέλλον τους.
Διαπιστώσαμε ότι, μεταξύ 24 και 30 ετών, αυτοί οι έξι νέοι συγγραφείς ανήκουν στην πρώτη γενιά της παγκοσμιοποίησης, η οποία διαβάζει κατ’ αρχάς αγγλόφωνη λογοτεχνία και κυρίως αμερικανούς πεζογράφους: Γράχαμ Γκριν η Αννα Λιούις, Ερνεστ Χέμινγκγουεϊ, Σκοτ Φιτζέραλντ και Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας η Σουζάνε Χάινριχ, Κόρμακ Μακάρθι ο Πάολο Πιτσιρίλο. «Καθοριστική για μένα ήταν η συνάντηση με τα κείμενα του Πολ Οστερ», μας είπε η Μαρία Ξυλούρη, «ο οποίος με οδήγησε στον Τόμας Πύντσον κι εκείνος στον Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας. Παράλληλα άρχισα να διαβάζω τον Χιλιανό Ρομπέρτο Μπολάνιο, κυρίως όμως παρακολουθώ αμερικανούς λογοτέχνες, θεωρώ ότι ταιριάζουν περισσότερο στην ιδιοσυγκρασία μου», συνέχισε η νεαρή συγγραφέας η οποία μεγάλωσε διαβάζοντας στην εφηβεία της μυθιστορήματα της Σώτης Τριανταφύλλου και αργότερα γοητεύτηκε από το «Πλήθος» του Αντρέα Φραγκιά.
Αγγλικά μιλά και ο Φίλιπ Λάρκιν, ο αγαπημένος ποιητής -για αυτήν την εβδομάδα- του Θοδωρή Ρακόπουλου, ο οποίος ζει και σπουδάζει τα τελευταία χρόνια στο Λονδίνο, προσφιλής ποιητής και της βρετανής ομοτέχνου του. Τον Κ. Π. Καβάφη, τους ποιητές της γενιάς του 1970, τον Κώστα Καρυωτάκη, τον Πιερ Πάολο Παζολίνι και στο παρελθόν τον Νίκο Καρούζο κατονομάζει ο 30χρονος έλληνας ποιητής ως ποιητές που διαβάζει. Η Aννα Λιούις συμπληρώνει τον Ουαλό Ρ. Σ. Τόμας και τη δαφνοστεφή βρετανίδα ποιήτρια Κάρολ Αν Ντάφι. Η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα της στροφής στην αγγλόφωνη λογοτεχνία είναι ο 30χρονος Δημήτρης Τανούδης, του οποίου τα αναγνωστικά ενδιαφέροντα εντοπίζονται πρωτίστως στον χώρο της Λατινικής Αμερικής και της Κεντρικής Ευρώπης: Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, Φραντς Κάφκα, Ντανίλο Κις, Μπρούνο Σουλτς, Βιτόλντ Γκομπρόβιτς – και Μίλαν Κούντερα, στον οποίο οφείλει το θεωρητικό του υπόβαθρο για τη συγγραφή.
Τα θέματα που τους απασχολούν αυτή την εποχή, εκτός από το γράψιμο και τα βιβλία τους, ποικίλλουν. «Δεν με απασχολεί πολύ η επικαιρότητα», μας είπε ο Τανούδης, συγγραφέας με υπαρξιακές ανησυχίες. Τον Θοδωρή Ρακόπουλο τον απασχολεί «μόνο και μόνιμα» η πολιτική. Η Μαρία Ξυλούρη έχει ανησυχίες που αφορούν το άμεσο μέλλον της: «Ζούμε σε μια εντελώς περίεργη κατάσταση για τη χώρα, το βλέπουμε στη ζωή μας κάθε μέρα. Δεν περνάει μέρα που να μη μαθαίνω για έναν φίλο που απολύθηκε ή που μειώθηκε ο μισθός του. Η επιβίωση είναι το τεράστιο άγχος για τη γενιά μου, οποιοσδήποτε ζει σε αυτή τη χρονική συγκυρία και προσπαθεί να δημιουργήσει κάτι, όσο μικρό και ασήμαντο και αν φαίνεται, έχει αυτό το βάρος στην πλάτη του, για το οποίο δεν φταίει ο ίδιος».
Η Σουζάνε Χάινριχ δεν έχει τελειώσει το σχολείο και δεν έχει κάνει σπουδές. Eχει εκδώσει ήδη τέσσερα βιβλία, αλλά αν ο εκδότης της αρνηθεί να τυπώσει το επόμενο μυθιστόρημά της θα πρέπει να αναζητήσει κάποια δουλειά και αναρωτιέται τι, γιατί δεν έχει προσόντα για να κάνει αίτηση για θέση γραμματέως. Για την ώρα τα καταφέρνει. Στηρίζει οικονομικά τον εαυτό της με διάφορες υποτροφίες, συμμετέχει σε βραχύβια προγράμματα και φιλοξενείται, όσο γράφει, σε Κέντρα Συγγραφέων. Πολλοί θα ζήλευαν την μποέμ ζωή της, πότε ταξιδεύει στο Λος Aντζελες, πότε διαμένει στην Ιταλία, γνωρίζοντας ανθρώπους και συλλέγοντας εμπειρίες που μας εξήγησε ότι αποτελούν βασικές πηγές έμπνευσης για τη δουλειά της. «Μου λείπει όμως η ζωή μου στο Βερολίνο, και σε αυτή τη διαρκή κατάσταση περιπλάνησης έχω χάσει κάθε αίσθηση σταθερότητας και δεν ξέρω πλέον ποια είναι η ταυτότητά μου» εξομολογείται προβληματισμένη.
Κοινό τους στοιχείο είναι ότι παίρνουν τον εαυτό τους και το γράψιμο στα σοβαρά. Το γράψιμο, λένε -κάποιοι εξομολογητικά, άλλοι επιστρατεύοντας τσιτάτα διάσημων συγγραφέων, κάποιοι με ύφος περισπούδαστο-, είναι αυτό που τους καθορίζει. Η 26χρονη Σουζάνε Χάινριχ έγραφε από τότε που θυμάται τον εαυτό της. Προτού ακόμη μάθει γραφή και ανάγνωση σκάρωνε ποιήματα και η μητέρα της τα σημείωνε στο χαρτί. Το ίδιο και η 27χρονη Αννα Λιούις, ενώ η 28χρονη Μαρία Ξυλούρη μας αποκάλυψε ότι ανακοίνωσε στον πατέρα της ότι θέλει να γίνει συγγραφέας σε ηλικία εννέα ετών.
Οταν τους ρωτήσαμε πώς φαντάζονται τη ζωή τους 10 χρόνια αργότερα, όλοι προέβλεψαν ότι η λογοτεχνία και το γράψιμο θα χαρακτηρίζει και τότε την ύπαρξή τους – ή σχεδόν όλοι. Ο 24χρονος Πάολο Πιτσιρίλο έχει ακόμη τρία-τέσσερα σημαντικά πράγματα να πει και, αφού τα γράψει, πιστεύει ότι θα πάψει να ασχολείται με τη συγγραφή λογοτεχνίας. Τώρα σπουδάζει σενάριο και θέλει να δοκιμάσει την τύχη του ως δημιουργός στη συγγραφή σεναρίου ή στη σκηνοθεσία. Άλλωστε, ο κινηματογράφος και η μουσική αποτελούν τις αρχικές πηγές έμπνευσης γι’ αυτόν, «αντί για τον Δάντη θα πω ότι εμπνέομαι από τον ιταλό τραγουδοποιό Φαμπρίτσιο Ντε Αντρέ».
«Δεν φαντάζομαι πώς θα είναι το μέλλον γιατί μας έχουν κόψει το δικαίωμα στη φαντασίωση και στη φαντασία», απαντά ο Θοδωρής Ρακόπουλος. «Ελπίζω ότι θα ζω σε μια πιο δίκαιη κοινωνία, όσο κι αν ακούγεται κλισέ, έχω την αίσθηση όμως ότι αυτή η ελπίδα δεν φτάνει. Θα ήθελα επίσης να πορεύομαι σε μια πιο πλούσια ελληνική γλώσσα, η οποία σε πείσμα των καιρών θα πλουταίνει και θα αρδεύει από αυτές τις νέες εμπειρίες με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπο το συλλογικό που βιώνουμε. Πιστεύω ότι θα γράφω ακόμη. Ο ιός της ποίησης δεν διώκεται από τον οργανισμό και πιστεύω ότι θα είμαι βουτηγμένος στο εκφραστικό μέσο, ακόμη κι αν δεν το θέλω, αλλά είμαι σίγουρος ότι θα το θέλω και εύχομαι να έχω την ευκαιρία να εξελιχθώ».
«Ποτέ δεν είμαι σίγουρος για το αύριο. Αν ζω σε 10 χρόνια, σίγουρα θα γράφω. Η συγγραφή είναι αυτό που καθορίζει το είναι μου. Θα ήθελα να έχω γράψει στο διάστημα αυτής της δεκαετίας 10 αξιοπρεπή βιβλία», απαντά ο Δημήτρης Τανούδης και προς την ίδια κατεύθυνση συναντά την Άννα Λιούις, τη Σουζάνε Χάινριχ και τη Μαρία Ξυλούρη, η οποία μας λέει ότι σε 10 χρόνια:
«Θέλω να συνεχίσω να γράφω, να ντρέπομαι όσο το δυνατόν λιγότερο για τα προηγούμενα βιβλία, να βλέπω βελτίωση στα επόμενα και ως άνθρωπος να είμαι όσο πιο ευτυχισμένη γίνεται στις συνθήκες που επικρατούν».
Ορισμένοι εύχονται να καταφέρουν να βιοπορίζονται από το γράψιμο. Η νεαρή Σουζάνε Χάινριχ το παλεύει ήδη, με όλες τις αγωνίες που συνεπάγεται αυτό: «Υπάρχει κάποιο χρονικό σημείο όπου η κριτική αποφασίζει να σε κατατάξει στους υψηλούς κύκλους της λογοτεχνίας. Οι περισσότεροι περιμένουν ότι αυτό θα συμβεί με το δεύτερο βιβλίο τους. Έχω εκδώσει ήδη τέσσερα βιβλία αλλά δεν είμαι αναγνωρισμένη. Θα συνεχίσω όμως να γράφω. Αν δεν μπορώ να ζω από τα βιβλία μου στο μέλλον, ίσως χρειαστεί να διευρύνω τις δραστηριότητές μου και προς άλλες τέχνες» και προσδιορίζει τον κινηματογράφο, μια τέχνη που τη συγκίνησε πολύ προτού την αγγίξει η λογοτεχνία.
«Με τις ισχύουσες συνθήκες στην Ελλάδα δεν μπορεί βέβαια να φαντάζεται κανείς ότι θα ζει από τα βιβλία του» διευκρινίζει ο Τανούδης, ο οποίος προσβλέπει σε μεταφράσεις. Πιστεύει ότι, αν ένα ελληνικό βιβλίο καταφέρει να εκδοθεί στο εξωτερικό, ακόμη και αν έχει κυκλοφοριακή αποτυχία με τους όρους της διεθνούς εκδοτικής αγοράς, για τα δικά μας δεδομένα θα αποφέρει στον συγγραφέα αρκετά για να μπορεί να ζει από τα γραπτά του. Ευσεβείς πόθοι; Αγνοια της πραγματικότητας της αγοράς του ελληνικού βιβλίου στο εξωτερικό; Υπερεκτίμηση των υποσχέσεων που δίνει η υπέρβαση των συνόρων;
Οι νέοι έλληνες συγγραφείς έχουν πάντως, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, το βλέμμα στραμμένο προς τα έξω, είτε ως αναγνώστες είτε ως δημιουργοί.
«Συγκριτικά με τις προηγούμενες γενιές, υπάρχει νομίζω μια μετάβαση προς τις επιρροές μας, αρκετοί από εμάς κινούμαστε περισσότερο προς τον αγγλόφωνο λογοτεχνικό χώρο» εκτιμά η Μαρία Ξυλούρη για τις λογοτεχνικές αναφορές των νέων ελλήνων πεζογράφων. Να βγει περισσότερη μεταφρασμένη ελληνική ποίηση στο εξωτερικό επιμένει ο Θοδωρής Ρακόπουλος, να οικοδομηθούν
«πιο δυναμικές γέφυρες μεταξύ της ελληνικής γλώσσας και της ευρύτερης ευρωπαϊκής οικογένειας». Γέφυρες που θα δομηθούν όχι μονάχα μέσα από την ανάγνωση ξένης λογοτεχνίας αλλά «με όρους πιο πραγματικούς», μέσα από το ταξίδι και την εμπειρία της γνωριμίας με άλλους τόπους και λαούς. Συμπληρώνει ότι οι σπουδαίοι έλληνες ποιητές του παρελθόντος ήταν οι κοσμοπολίτες της Αλεξάνδρειας, του Λονδίνου, του Παρισιού και της Ιταλίας και καταλήγει: «Σήμερα όλοι οι ποιητές ζουν μεταξύ Θησείου και Εξαρχείων. Είναι θαυμάσιο, είναι εξαιρετικό, γιατί γίνονται ενδιαφέρουσες ζυμώσεις, αλλά πρέπει να ανοιχτούμε προς τα έξω. Η δική μου εμπειρία και άλλων παιδιών προς αυτή την κατεύθυνση δείχνει».