Βιβλία

Ξεκίνησα να διαβάζω αυτό το βιβλίο του δηµοσιογράφου της εφηµερίδας «The Guardian» και καθηγητή Ψηφιακής Δηµοσιογραφίας Τζεφ Τζάρβις την ημέρα που ο «ελέω κρίσης» νέος μας πρωθυπουργός έκανε την παρθενική ομιλία του στη Βουλή και το τελείωσα την ημέρα που κάποια εταιρεία συμβούλων μού έστειλε e-mail για την επικείμενη «νέα δράση Digital Value, για την “Υποστήριξη Επιχειρήσεων για την Υλοποίηση Επενδυτικών Σχεδίων που αφορούν ανάπτυξη Καινοτόμων Υπηρεσιών Προστιθέμενης Αξίας”». Οι συμπτώσεις αυτές στην αφετηρία και στο τέλος της ανάγνωσης ήταν τελικά σημαδιακές.

ΤΖΕΦ ΤΖΑΡΒΙΣ

Τι θα έκανε η Google;

Εκδόσεις Μεταίχμιο, σελ. 440,

τιμή 16,60 ευρώ

Ξεκίνησα να διαβάζω αυτό το βιβλίο του δηµοσιογράφου της εφηµερίδας «The Guardian» και καθηγητή Ψηφιακής Δηµοσιογραφίας Τζεφ Τζάρβις την ημέρα που ο «ελέω κρίσης» νέος μας πρωθυπουργός έκανε την παρθενική ομιλία του στη Βουλή και το τελείωσα την ημέρα που κάποια εταιρεία συμβούλων μού έστειλε e-mail για την επικείμενη «νέα δράση Digital Value, για την “Υποστήριξη Επιχειρήσεων για την Υλοποίηση Επενδυτικών Σχεδίων που αφορούν ανάπτυξη Καινοτόμων Υπηρεσιών Προστιθέμενης Αξίας”». Οι συμπτώσεις αυτές στην αφετηρία και στο τέλος της ανάγνωσης ήταν τελικά σημαδιακές.

Είχα μόλις προλάβει να αναρωτηθώ για την επιλογή του τίτλου – μια σαφής παραλλαγή του γνωστού στους Διαμαρτυρομένους ρητορικού ερωτήματος «Τι θα έκανε ο Χριστός;» –, όταν με ξάφνιασε η διάσταση εντυπώσεων από την ομιλία του Πρωθυπουργού στην εν δράσει και στην εν εκκινήσει γενιά: «Είχε φωνή σαν ρομπότ» έγραψε στο Protagon.gr ένας αναγνώστης της γενιάς μου. «Επιτέλους. Ακουσα έναν Ελληνα που αξίζει» δήλωσε ο γιος μου με το τέλος της ομιλίας. Τι έτρεχε; Αντιδρούσαν όσοι διασύρονται διεθνώς ως «τζιτζίκια» για το ότι τους έλαχε ηγέτης ένα μυρμήγκι; Και τον χειροκροτούσαν όσοι υφίστανται «τον χειμώνα του τζίτζικα» χωρίς να τους επιτραπεί να αποδείξουν τι είναι;

Πριν προλάβω να σιγουρέψω τις δικές μου απαντήσεις, είχα ήδη βυθιστεί στην ανάγνωση των όσων έγραφε ο Τζάρβις. Και οι απαντήσεις άρχισαν να ξεπηδούν η μία μετά την άλλη. Μιλούσε για τον κλονισμό του παραδοσιακού καπιταλιστικού μοντέλου, για το ολότελα ριζοσπαστικό πέρασμα από την κοινωνία όπου ο έλεγχος ήταν στα χέρια των λίγων σε μια κοινωνία όπου ο έλεγχος παραδίδεται στον τελικό καταναλωτή/πελάτη/πολίτη. Και ήταν απόρροια της «σταυροφορίας» μιας εταιρείας αυτή η μεταστροφή: ήταν το «έπος» της μόνης πολυεθνικής που έχτισε την αυτοκρατορία της δίνοντας στον κόσμο τα εργαλεία ελέγχου του τι ψάχνει, τι τον αφορά, τι του ταιριάζει. Της Google, που έγινε πάμπλουτη «παίρνοντάς τα» όχι από τον άμεσο πελάτη των υπηρεσιών της, αλλά από όλους τους άλλους που αγωνιούν να του προσφέρουν ό,τι αποζητεί. Δηλαδή – για να μιλήσω με όρους των προηγούμενων γενιών – σαν η ΔΕΗ, η ΕΥΔΑΠ ή η συνδρομητική τηλεόραση να σου έφερναν τα δίκτυά τους και να σου παρείχαν τις υπηρεσίες τους χωρίς να τις πληρώνεις εσύ ο ίδιος!

Το βιβλίο, ως τη σελίδα 209, βρίθει ανεκδοτολογικών διηγήσεων για το πώς έχτισε το κοινωφελές της δίκτυο πάνω στο Διαδίκτυο αυτή η ρηξικέλευθη στη φιλοσοφία της εταιρεία, όπως και δίνει τα παραδείγματα πολλών άλλων που είτε προσπάθησαν παρόμοιες προσεγγίσεις είτε απέτυχαν οικτρά ή και «αλλαξοπίστησαν» τελικά. Ωστόσο εκείνο που ιδιαίτερα μας «ακουμπά» – υπό τις παρούσες συνθήκες – είναι το κομμάτι που ακολουθεί, υπό τον τίτλο «Αν η Google κυβερνούσε τον κόσμο». Σε αυτό ο Τζάρβις ξανοίγεται σε ανάλυση και προτάσεις διεξόδου για πολλούς καίριους τομείς εξουσίας και οικονομίας. Αρχίζει με τους εφιάλτες που ζώνουν τον Τύπο και τις εκδόσεις βιβλίων, περνάει στους διαφημιστές και στο λιανεμπόριο, στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και στη βιομηχανία, στις υπηρεσίες και στο χρήμα, στο κράτος πρόνοιας και στους δημόσιους οργανισμούς, για να καταλήξει σε εξαιρέσεις των «καταδικασμένων» – όπως η Apple.

Γενικά, υπάρχουν δύο τρόποι ανάγνωσης του βιβλίου του Τζάρβις. Ο ένας είναι ο «της παλιάς γενιάς», που θα τον κρίνει από αθεράπευτο ιδεαλιστή ως επικίνδυνο ψευτοπροφήτη. Ο άλλος είναι της νέας γενιάς, που θα τον βρει χρησιμότατο «άγγελο της κοινωνίας των ιδεών». Εγώ προσωπικά βρέθηκα να ακροβατώ μεταξύ των δύο, έχοντας βιώσει το ελληνικό déjà vu: Είχα επιβιβαστεί στο «τρένο των ΜΟΠ Πληροφορικής», είχα ταξιδέψει με τα όνειρα της ευρυζωνικότητας και είχα ευαγγελιστεί το e-business και την e-democracy… για να τα δω όλα τραπουλόχαρτα στα χέρια τζιτζικιών. Ωστόσο, αν για τη γενιά μου το βιβλίο του Τζάρβις είναι «ακάλυπτη επιταγή», για τη γενιά που έρχεται είναι ίσως το πιο χρήσιμο ανάγνωσμα πριν βγει στην άγρια ζήση που της ετοιμάσαμε. Γιατί το μέλλον της δεν την περιμένει πια στην υπερσυγκεντρωτική μας μητρόπολη. Η κρίση θα μας οδηγήσει σχεδόν όλους στην έξοδο, στην επιστροφή στις πόλεις και στα χωριά της επαρχίας. Και εκεί θα παιχθεί το όποιο στοίχημα της ανάπτυξης. Οπότε το κλειδί θα είναι η δικτύωση και η αμεσότητα επικοινωνίας και επαφής που προσφέρει πια μόνο το Διαδίκτυο. Και αν οι δήμοι μας «λάκισαν» μπροστά στα όσα τούς ζητούσε το πρόγραμμα «Ψηφιακός Δήμος», λέγοντας ότι δεν είχαν τα λεφτά για μητροπολιτικά δίκτυα, τώρα είναι πάμφθηνο να στήσουν παντού δωρεάν ασύρματα δίκτυα. Μόνο έτσι θα μπορέσει όλη η νέα μας γενιά να βρει τις ευκαιρίες δραστηριοποίησης, μόνο έτσι θα την ανακαλύψουν και οι επενδυτές. Τα μηνύματα του Τζάρβις δεν είναι απλές «αμερικανιές» που δεν έχουν αντίκρισμα στον τόπο μας. Εχουν τον σπόρο της δημιουργικότητας, τον σπόρο της καινοτόμου ανατροπής των σάπιων κυκλωμάτων. Και όταν έχεις μια αγορά πληθυσμιακά ρηχή, όταν η μόνη σου διέξοδος ανάπτυξης είναι το ξάνοιγμα στη διεθνή αγορά, τότε η επιλογή της δικτύωσης μέσα από το Διαδίκτυο γίνεται μονόδρομος. Ας το διαβάσει λοιπόν αυτό το βιβλίο η νέα γενιά για γνώση και η απερχόμενη για συμμόρφωση. Αν μη τι άλλο, γιατί… «ένας Παπαδήμος δεν φέρνει την άνοιξη».

Τ. Κ.


Ταξίδι στην ιστορία του χαρτιού

ΣΟΦΙΑ ΖΑΡΑΜΠΟΥΚΑ

Χάρτινο το καραβάκι

Εκδόσεις Αιώρα, 2011,

σελ. 72, τιμή 12 ευρώ

«Το ταξίδι του χαρτιού άρχισε στην Κίνα, πήρε πολλούς αιώνες να φτάσει σ’ όλες τις γωνιές της γης κι ενώ δεν το έχουμε σκεφτεί ο κόσμος έζησε πολλά χρόνια χωρίς χαρτί».

Ετσι αρχίζει το τελευταίο βιβλίο, αλλά και πρώτο από τις εκδόσεις Αιώρα, της αγαπημένης των μικρών (αλλά και μεγαλύτερων) αναγνωστών, της συγγραφέως και εικονογράφου κυρίας Σοφίας Ζαραμπούκα. Θέμα του βιβλίου είναι το χαρτί και η ιστορία του.

Τώρα που τα παιδιά αρχίζουν να πατάνε κουμπάκια πάσης φύσεως (από εκείνα των τηλεχειριστηρίων και των κινητών τηλεφώνων μέχρι των υπολογιστών και ταμπλετών), ακόμη και προτού αρχίσουν να μιλάνε, τα θέλγητρα του χαρτιού φαίνεται να υπολοίπονται. Και όμως υπήρξε μια εποχή που το χαρτί ήταν νεωτερισμός. Ενας νωτερισμός που γεννήθηκε στην Κίνα και, αφού ταξίδεψε μέσω Σαμαρκάνδης και Βαγδάτης, έφτασε στις ισπανικές ακτές από όπου διαδόθηκε στην Ευρώπη. Σε κάθε σταθμό του ταξιδιού ο νεωτερισμός αυτός γινόταν όλο και πιο εκλεπτυσμένος, όλο και πιο εμπλουτισμένος. Ανταποκρίθηκε αρχικά στις απαιτήσεις των αρχόντων προτού μπορέσει, χάρη στον Γουτεμβέργιο, να μπει και στα σπίτια των κοινών θνητών.

Δεν είναι λίγες οι φωνές που προαναγγέλουν τον θάνατο του χαρτιού και του βιβλίου. Ο χρόνος θα δείξει αν οι Κασσάνδρες επαληθευτούν. Ο,τι και να γίνει ωστόσο το βιβλίο της Σοφίας Ζαραμπούκα προσφέρει στα παιδιά τη δυνατότητα ενός νοσταλγικού ταξιδιού στον χρόνο. Πολύ περισσότερο, αφού στην ουσία είναι δύο βιβλία: το δεύτερο είναι η θεατρική διασκευή του πρώτου. Είναι βέβαιον ότι το θεατρικό παιχνίδι θα κάνει τα παιδιά να εκτιμήσουν διαφορετικά τα βιβλία τους και να τους δώσουν τη θέση που τους αξίζει.

Ι. Σ.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.