Το βυζαντινό Παλάτι του Βουκολέοντος στην Κωνσταντινούπολη και η Μονή των Αγίων Σεργίου και Βάκχου – γνωστή ως μικρή Αγία Σοφία και έχει μετατραπεί σε τζαμί – κινδυνεύουν από την κατασκευή της νέας, υποθαλάσσιας σήραγγας η οποία θα συνδέσει την ευρωπαϊκή με την ασιατική πλευρά του Βοσπόρου.
Τα μνημεία είναι παραθαλάσσια και βρίσκονται πάνω στη χάραξη της διαδρομής. Γι΄αυτό και ο κίνδυνος είναι ορατός, παρόλο που τούρκοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι η εταιρεία που ανέλαβε την κατασκευή του έργου δεν θα προχωρήσει σε εκσκαφές, αν δεν εξασφαλισθεί η προστασία τους. Από την άλλη όμως υπάρχει προβληματισμός σχετικά με τα αρχαία που θα εντοπισθούν για πρώτη φορά. Το γεγονός εξάλλου, ότι υπάρχει ένα κακό προηγούμενο, συγκεκριμένα το «Εργο του Μαρμαρά», το οποίο καθυστέρησε επί τριάμισι χρόνια λόγω εντοπισμού αρχαιοτήτων, οδήγησε στην απόφαση για καλύτερη προετοιμασία.
Για τον σκοπό αυτό επιστρατεύθηκαν σύγχρονες μέθοδοι γεωφυσικού ελέγχου με ραντάρ προκειμένου να ανιχνευθεί, αν στη διαδρομή της η σήραγγα θα συναντήσει μνημεία και να γίνει η αρχαιολογική χαρτογράφησή τους. Ο ειδικός στη βυζαντινή αρχιτεκτονική αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Μιμάρ Σινάν Χαλούκ Τσετίνκαγια και η ομάδα του εργάστηκαν επί έξι μήνες κατά μήκος της διαδρομής της σήραγγας και το πρώτο που δείχνει η έκθεσή τους είναι ότι η σημερινή ακτογραμμή Τσεσμέ – Τσανκούρταραν ήταν θάλασσα ως τη δεκαετία του 1950. Οπως αναφέρει λοιπόν τώρα η Γενική Διεύθυνση Διατήρησης Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς θα διεξαχθούν ανασκαφές στις περιοχές με αρχαιότητες υπό την επίβλεψη των αρχαιολόγων και ιστορικών τέχνης.
Να σημειωθεί ότι το Παλάτι του Βουκόλεoντοκ, ένα από τα βυζαντινά ανάκτορα της Κωνσταντινούπολης, ανεγέρθηκε πιθανότατα από τον Θεοδόσιο Β ‘ τον 5ο αιώνα στην όχθη της θάλασσας του Μαρμαρά αλλά το όνομά του φαίνεται ότι το πήρε επί Ιουστινιανού Α΄ μετά τον 6ο αιώνα, κατά την παράδοση από ένα άγαλμα που παρίστανε έναν ταύρο με λιοντάρι και είχε στηθεί εκεί. Στο πέρασμα των αιώνων το κτίριο υπέστη πολλές καταστροφές κυρίως από εχθρούς αλλά και ανακατασκευές.
Ο αυτοκράτορας Θεόφιλος για παράδειγμα ήταν αυτός που το ξανάχτισε, δίνοντάς του μεγαλύτερες διαστάσεις. Το 1204 όμως, καταλήφθηκε και λεηλατήθηκε από τους Σταυροφόρους, παρ΄ όλα αυτά, όταν το 1453 εισέβαλλε ο Μωάμεθ Β΄στην Πόλη σωζόταν ακόμη, έστω και σε ερειπιώδη κατάσταση. Η τελευταία μεγάλη καταστροφή που υπέστη ήταν το 1873 όταν ένα μέρος του ισοπεδώθηκε για την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής στο Σίρκετσι.
Η Μονή των Αγίων Σεργίου και Βάκχου κατασκευάστηκε από τον Ιουστινιανό, ο ναός μάλιστα αναφέρεται στον βίο του Αγίου Θεοφάνη ως κλεισμένου «εν τη μονή Ορμίσδου, Σεργίου και Βάκχου, τη παρακείμενη τω παλατίω». Σύμφωνα με τον Προκόπιο ήταν ένα λαμπρό οικοδόμημα με μαρμάρινους κίονες, ελληνικές επιγραφές σώζονται ακόμη εντός του ναού ενώ βότρυες και σταφύλια παραπέμπουν στον αρχαίο θεό Βάκχο. Σήμερα το μνημείο έχει πολλές ζημιές, κυρίως από τους κραδασμούς του σιδηροδρόμου: Λίθοι και τούβλα έχουν πέσει από τους τοίχους, όπως και το κονίαμα, οι αγιογραφίες είναι καλυμμένες από ασβέστη και πολλές θυρίδες είναι κλειστές. Ενα ακόμη μεγάλο δημόσιο έργο λοιπόν στην ακτίνα του μπορεί να αποβεί μοιραίο.