Με τις ψήφους των δύο μεγάλων κομμάτων, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, υπερψηφίζεται επί της αρχής του το νομοσχέδιο που τροποποιεί το νόμο περί ευθύνης υπουργών. Κατά της αρχής ψήφισε ο ΛΑΟΣ, ενώ ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ δήλωσαν απλώς «παρών».
Καρδιά του νομοσχεδίου είναι η δημιουργία τριμελούς γνωμοδοτικού συμβουλίου, αποτελούμενου από δικαστές, που δύναται να γνωμοδοτεί – εφόσον το ζητήσει η πλειοψηφία της Βουλής – για τη βασιμότητα των κατηγοριών κατά υπουργών προκειμένου να συγκροτηθεί προκαταρκτική επιτροπή.
Επίσης, προβλέπεται χρονική παραγραφή των αδικημάτων, όπως για όλους τους πολίτες, δυνατότητα κατάσχεσης οικονομικών ωφελημάτων που προέκυψαν από παράνομη πράξη υπουργού, η απαγόρευση κίνησης λογαριασμών και τίτλων του κατηγορούμενου, ακόμη και επιβολή περιοριστικών όρων.
Ο εισηγητής του ΠΑΣΟΚ Λάμπρος Μίχος χαρακτήρισε το νομοσχέδιο ως «ιδανική ευκαιρία ενάσκησης των δυνάμεων εξισορρόπησης στο πλαίσιο του ισχύοντος Συντάγματος», καλώντας και τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις, συντεταγμένες να αποδείξουν ότι το φαινόμενο της ατιμωρησίας δεν είναι γενικευμένο.
Ο βουλευτής θεώρησε σημαντικές τις διατάξεις για τη δυνατότητα κατάσχεσης της ωφέλειας που προέκυψε από την παράνομη πράξη πρώην υπουργού, αλλά και τη ρύθμιση που δίνει σε πρώην κατηγορούμενο υπουργό το δικαίωμα το δικαστικό συμβούλιο ή το Ειδικό Δικαστήριο να επιληφθεί της υπόθεσής του σε περίπτωση επέλευσης παραγραφής του τυχόν αδικήματός του.
Αξιόλογη ως πρωτοβουλία και απόκριση στις δύσκολες καταστάσεις που αντιμετωπίζει καθημερινά το πολιτικό σύστημα, χαρακτήρισε τη νομοθετική πρωτοβουλία ο εισηγητής της ΝΔ Κώστας Τζαβάρας.
Κατά τον ίδιο, το οπλοστάσιο για τον κολασμό αδικημάτων που τελέσθηκαν από υπουργούς υπάρχει, αλλά «κάποιοι πλειοδοτούν σε βάρος του πολιτικού κόσμου, ο οποίος έχει χρέος να αντισταθεί σε αυτές τις υστερικές θέσεις που είναι ύποπτες για το μέλλον αυτού του τόπου.
«Ο λαός παρασύρεται» είπε ο κ. Τζαβάρας, «σε εκδηλώσεις καταφρόνησης και μέσα από αυτή ενισχύονται οι επιδιώξεις κάποιων ισχυρών για ένα άλλο πολίτευμα».
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ Προκόπης Παυλόπουλος τόνισε ότι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο καθίσταται σημαντικό, όχι τόσο για την ουσία του, αλλά λόγω της συγκυρίας και του μηνύματος που έπρεπε να δοθεί μέχρι τις ουσιαστικές αλλαγές που μπορούν να γίνουν μόνον μετά από συνταγματική αναθεώρηση.
Ο κ.Παυλόπουλος υπεραμύνθηκε της συνταγματικής αναθεώρησης του 2001, λέγοντας ότι οι αλλαγές λειτούργησαν υπέρ της διαφάνειας, αλλάζοντας ένα προηγούμενο καθεστώς που ήταν πράγματι απολύτως προστατευτικό για τους υπουργούς.
Από πλευράς ΚΚΕ ο Αντώνης Σκυλλάκος έκρινε δικαιολογημένη τη δυσπιστία μεγάλης μερίδας του λαού κατά των πολιτικών, «γιατί αν και υπάρχουν σκάνδαλα οι υπεύθυνοι παραμένουν ατιμώρητοι».
Ο βουλευτής εξέφρασε την άποψη ότι τόσο το κυβερνητικό νομοσχέδιο, όσο και οι προτάσεις της ΝΔ για αναδρομικό έλεγχο των πόθεν έσχες από το 1974 για όσους διετέλεσαν κυβερνητικά στελέχη «έχουν μόνον επικοινωνιακό και δημαγωγικό χαρακτήρα, χωρίς να αντιμετωπίζουν την ουσία του προβλήματος».
Επανέλαβε τις προτάσεις του ΚΚΕ για καθιέρωση της κοινής παραγραφής για τους πολιτικούς, αλλά με ταυτόχρονη εξάλειψη του ασφυκτικού ορίου της αποσβεστικής προθεσμίας, την καθιέρωση δυνατότητας συγκρότησης προκαταρκτικής επιτροπής όχι μόνον από τις 151 ψήφους της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας, αλλά από έναν ελάχιστο αριθμό βουλευτών, π.χ. εκατό, ακόμη κι αν η πλειοψηφία είναι αντίθετη, ενώ επανέλαβε τη θέση ότι θα πρέπει να σταματήσει η εμπλοκή της Βουλής στη διενέργεια της προκαταρκτικής εξέτασης.
Ο εισηγητής του ΛΑΟΣ Θανάσης Πλεύρης μίλησε επίσης για δίκαιη αγανάκτηση του λαού για τη συμπεριφορά των δύο μεγάλων κομμάτων, γιατί «κάποιοι έκλεψαν και κάποιοι τους κάλυψαν».
«Όσο από το ΠΑΣΟΚ δεν ομολογείται ότι πήγαν μαύρα χρήματα στα ταμεία του, κι όσο η ΝΔ δεν ομολογεί ότι το Βατοπέδι παραγράφηκε επειδή έφυγαν οι βουλευτές της και έκλεισε αιφνιδιαστικά η Βουλή, ουδείς μπορεί να μιλάει για άδικες κατηγορίες κατά του πολιτικού συστήματος».
Ο ίδιος δήλωσε ότι το κόμμα του καταψηφίζει την αρχή του νομοσχεδίου γιατί η κάθαρση είναι θέμα πολιτικής βούλησης που δεν επιδεικνύεται από τα πολιτικά κόμματα και όχι νομοτεχνικών βελτιώσεων.
Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Βασίλης Μουλόπουλος τόνισε ότι η ατιμωρησία και η συγκάλυψη είναι η συνήθης κατάληξη των εξεταστικών επιτροπών, αφού, όπως συμπλήρωσε, «ζητούμενο είναι να ηττηθεί ο πολιτικός αντίπαλος και όχι να υπάρξει κάθαρση».
Όσον αφορά το ίδιο το νομοσχέδιο, για την αρχή του οποίου δήλωσε ότι το κόμμα του ψηφίζει «παρών», είπε ότι επέρχονται τροποποιήσεις συμβολικής απλώς σημασίας και δημιουργία εντυπώσεων και ως εκ τούτου οι νέες ρυθμίσεις είναι αλυσιτελείς.
Για τη βασική διάταξη του γνωμοδοτικού συμβουλίου πριν τη συζήτηση για συγκρότηση προκαταρκτικής εξέτασης ο βουλευτής είπε ότι «συνιστά απέκδυση ευθύνης της Βουλής προς τους δικαστικούς, εν είδει άλλοθι λόγω της συγκυρίας».
Εκ μέρους της Δημοκρατικής Συμμαχίας ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης χαρακτήρισε τις παρεμβάσεις του νομοσχεδίου ως παρωνυχίδες, αλλά απαραίτητες όταν υπάρχει τέτοια κατακραυγή της κοινωνίας.
Ο Νίκος Τσούκαλης από τη Δημοκρατική Αριστερά υπερψήφισε μεν την αρχή του νομοσχεδίου, αλλά το χαρακτήρισε ως «φύλλο συκής στη γύμνια του πολιτικού συστήματος.
Η υπόθεση Αλέξανδρου Κοντού
Ο βουλευτής του ΛΑΟΣ κ. Πλεύρης έθεσε στο πλαίσιο της συζήτησης και το θέμα του αιτήματος του πρώην υπουργού Αλέξανδρου Κοντού που είχε κατηγορηθεί για την υπόθεση του Βατοπεδίου να επιληφθεί ειδικό μεικτό όργανο βουλευτών και δικαστών που προβλέπει το άρθρο 86 παρ 5 του Συντάγματος για την υπόθεσή του, ύστερα από την απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου ότι μετά την παρέλευση της αποσβεστικής προθεσμίας, δεν μπορεί να ασκηθεί δίωξη εναντίον του.
Κλήθηκε προς τούτο στην έδρα ο πρόεδρος της Βουλής Φίλιππος Πετσάλνικος, ο οποίος είπε ότι δεν προχώρησε στην ικανοποίηση του αιτήματος του κ. Κοντού, γιατί ο πρώην υπουργός ζητεί να «εκδικαστεί» η υπόθεσή του αποκλειστικά από δικαστές, ενώ το Σύνταγμα αναφέρει ως δυνητική τη συμμετοχή και ανωτάτων δικαστών.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ Προκόπης Παυλόπουλος απάντησε από την πλευρά του ότι ο πρόεδρος της Βουλής όφειλε κατ’ αρχήν να απαντήσει στον πρώην υπουργό και στο αίτημά του, ενώ επί της ουσίας είπε ότι το Σύνταγμα δεν αποκλείει να μη συμμετέχουν στο όργανο αυτό πολιτικά πρόσωπα.
Αλλά και ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ Γιώργος Καρατζαφέρης που παρενέβη ζήτησε από τον πρόεδρο της Βουλής να γίνει η πλέον ελαστική ερμηνεία της συνταγματικής διάταξης και εν πάση περιπτώσει να βρεθεί μία λύση, προκειμένου να μη μένουν οι πρώην υπουργοί, που καταλήφθηκαν από την παρέλευση της αποσβεστικής προθεσμίας, όμηροι και με το άγος και τη ρετσινιά ότι παρανόμησαν.
«Τα περί ελαστικής ερμηνείας του Συντάγματος είναι απαράδεκτα, ενώ δεν είναι ο πρόεδρος της Βουλής που αποφασίζει, αλλά η ίδια η Βουλή» απάντησε ο κ. Πετσάλνικος, συμπληρώνοντας ότι οι πρώην υπουργοί γνωρίζουν τι λέει το Σύνταγμα και ο Κανονισμός της Βουλής. «Εν πάση όμως περιπτώσει, αν το επιθυμεί η Βουλή» όπως είπε «δεν έχει αντίρρηση να εξετασθεί το αίτημα από την Ολομέλεια».