Δύο ρεπορτάζ για την προμήθεια υποβρυχίων από την Ελλάδα φιλοξενεί την Τρίτη ο γερμανικός Τύπος.
Το πρώτο της Kirsten Bialdiga δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Financial Times Deutschland» με τίτλο «Πρώτες αγωγές στην υπόθεση της Ferrostaal» και έχει ως εξής:
«Στην υπόθεση δωροδοκίας για την εταιρία παροχής βιομηχανικών υπηρεσιών Ferrostaal φέρεται να έχει εμπλακεί και ένα πρώην υψηλόβαθμο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου των ναυπηγείων υποβρυχίων της HDW. Σύμφωνα με πληροφορίες των FTD, η Εισαγγελία Μονάχου απάγγειλε χθες κατηγορίες εναντίον του πρώην μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της Ferrostaal Hannfried Haun, ο οποίος το Δεκέμβριο του 2000 μετακινήθηκε από τη Ferrostaal στην τότε θυγατρική της Babcock – Borsig HDW. Εκεί ανέλαβε καθήκοντα ως αντιπρόεδρος για το παράρτημα γενικών εργασιών.
Η Εισαγγελία Μονάχου απήγγειλε για πρώτη φορά χθες κατηγορίες για υπόθεση δωροδοκίας, αλλά δεν κατονόμασε κανέναν. Εκτός από τον Haun οι διωκτικές αρχές κατηγόρησαν και έναν πρώην εντεταλμένο της Ferrostaal με την αιτιολογία ότι δωροδόκησε για λογαριασμό της εταιρίας με έδρα το Έσσεν σε δύο περιπτώσεις ξένους αξιωματούχους. Προκειμένου να λάβει παραγγελίες για την παράδοση υποβρυχίων προς την Ελλάδα και την Πορτογαλία, δαπανήθηκαν σύμφωνα με την Εισαγγελία μεταξύ 2000 – 2007 συνολικά πάνω από 62 εκατ. ευρώ. Για την υποβολή της αγωγής πρέπει πλέον να αποφασίσει το Δικαστήριο του Μονάχου.
Συγκεκριμένα οι κατήγοροι στρέφονται κατά των κατηγορουμένων για χορήγηση χρημάτων μέσω μεσαζόντων και συμβούλων σε αξιωματούχους στην Ελλάδα, προκειμένου να τους κατακυρωθεί η ανάθεση για την παραγγελία των υποβρυχίων. Συνήθως η HDW και η Ferrostaal συνεργάζονταν σε μια κοινοπραξία στην υπόθεση των υποβρυχίων. Η HDW ανέλαβε το τελικό σκέλος, ενώ η πρώην θυγατρική της ΜΑΝ Ferrostaal ήταν υπεύθυνη κατά προτεραιότητα για τη χρηματοδότηση.
Ο πρώην μάνατζερ της Ferrostaal Haun φέρεται σύμφωνα με την Εισαγγελία να υποσχέθηκε οικονομικά πλεονεκτήματα στον Πορτογάλο επίτιμο πρόξενο. Ο υπάλληλος φέρεται μάλιστα να έλαβε και την αντίστοιχη σύμβαση γι’ αυτό, ότι δηλαδή πραγματοποίησε κατ’ εντολή της Ferrostaal επαφές με την πορτογαλική κυβέρνηση.
Στα πλαίσια της δικαστικής διαδικασίας οι εισαγγελείς θέλουν επιπλέον να αποσαφηνίσουν μέχρι ποιου σημείου η Ferrostaal πρέπει να επιστρέψει μέρος των οικονομικών πλεονεκτημάτων από τις παραγγελίες των υποβρυχίων. Ένας φιλικός διακανονισμός γι’ αυτό το λόγο είχε αποτύχει προηγουμένως με τις αρχές, επειδή η Ferrostaal δεν ήθελε να πληρώσει ένα πρόστιμο σχεδόν 200 εκατ. ευρώ. Αλλά εκπρόσωπος της Ferrostaal είδε χθες τη δυνατότητα παρά την αγωγή, η υπόθεση να διευθετηθεί εξωδικαστικά. Όπως ανακοινώθηκε από διαπραγματευτικούς κύκλους, η συμφωνία με τους εισαγγελείς απέτυχε, επειδή η Ferrostaal ήθελε να συμμετέχουν οι ιδιοκτήτες της στην πληρωμή του προστίμου.
Η ΜΑΝ διατηρεί ακόμη το 30% των μετοχών της Ferrostaal. Το πλειοψηφικό πακέτο βρίσκεται σήμερα στα χέρια του αραβικού κρατικού ταμείου IPIC. Αλλά λόγω της υπόθεσης δωροδοκίας οι Άραβες ζητούν εκπτώσεις στις τιμές αγοράς. Το αδιέξοδο έχει και περαιτέρω συνέπειες: Λόγω των κινδύνων που παρουσιάζει η Ferrostaal ο πατριάρχης της VW Ferdinand Piech προτίθεται να ‘παγώσει’ την προγραμματισμένη συγχώνευση της ΜΑΝ με τη Scania.»
Το δεύτερο δημοσίευμα στην εφημερίδα «Süddeutsche Zeitung» είναι ένα ρεπορτάζ του Michael Kuntz με τον τίτλο «Κατάδυση στα βαθιά» και τον υπότιτλο «Δύο πρώην μάνατζερ της Ferrostaal κατηγορούνται για δωροδοκία σε συναλλαγές για υποβρύχια. Ο όμιλος ΜΑΝ βρίσκεται, εντωμεταξύ, σε αντιπαράθεση με τον αγοραστή της θυγατρικής». Το δημοσίευμα έχει ως εξής:
«Η Εισαγγελία Μονάχου άσκησε δίωξη κατά δύο πρώην στελεχών της γερμανικής εταιρίας Ferrostaal (πρώην θυγατρικής της ΜΑΝ και σήμερα του αραβικού επενδυτικού ομίλου Ipic) με την κατηγορία της δωροδοκίας ξένων αξιωματούχων με στόχο να εξασφαλίσουν σε δύο περιπτώσεις την ανάθεση παραγγελιών στην εταιρία τους. Ένας εκ των δύο κατηγορουμένων υπήρξε μέλος του ΔΣ της Ferrostaal. Μεταξύ των ετών 2000 μέχρι 2007 οι κατηγορούμενοι φέρονται να έχουν πραγματοποιήσει παράνομες πληρωμές άνω των 62 εκ. Ευρώ για την εξασφάλιση της παραγγελίας υποβρυχίων από Ελλάδα και Πορτογαλία.
Ο πρώτος κατηγορούμενος Η. υπήρξε αρχικά μέλος του ΔΣ της Ferrostaal AG, ενώ από το 2003 μέλος του ΔΣ του ναυπηγικού ομίλου Howaltswerke Deutsche Werft AG. Ο κατηγορούμενος Μ. υπήρξε εντεταλμένος στην Ferrostaal AG. Οι δύο αυτές εταιρίες δημιούργησαν Κοινοπραξία για την πώληση υποβρυχίων.
Η Κοινοπραξία αυτή κατάφερε το 2000 και το 2002 να εξασφαλίσει από την Ελλάδα την ανάθεση παραγγελιών για υποβρύχια. Προκειμένου να επηρεάσουν την ανάθεση της παραγγελίας προς όφελος της Κοινοπραξίας, οι κατηγορούμενοι εξυπηρετήθηκαν από διάφορους μεσάζοντες και «συμβούλους», οι οποίοι ήταν εξοικειωμένοι με τις τοπικές συνήθειες και διέθεταν την απαραίτητη πρόσβαση στους αρμόδιους υψηλόβαθμους φορείς αποφάσεων για τις αναθέσεις παραγγελιών», αναφέρεται στην ανακοίνωση της Εισαγγελίας.
Οι έρευνες έδειξαν ότι από το 2000 μέχρι το 2003 διοχετεύτηκαν κατ΄ εντολή των κατηγορουμένων ποσά άνω των 50 εκ. ευρώ. Το 2007 πραγματοποιήθηκε μία ακόμη «οριστική πληρωμή» της τάξης των 11 εκ. ευρώ.
Τουλάχιστον ένα τμήμα των ποσών αυτών, που κατεβλήθη σε μεσάζοντες, χρησιμοποιήθηκε για την απόκρυψη παράνομων πληρωμών. Τα χρήματα αυτά διοχετεύτηκαν εν συνεχεία σε φορείς αρμόδιους για τις αναθέσεις παραγγελιών στην Ελλάδα.
Η Κοινοπραξία χρησιμοποίησε την ίδια τακτική και στην Πορτογαλία, όπου κατάφερε να εξασφαλίσει παραγγελίες υποβρυχίων. Στην υπόθεση αυτή φέρεται αναμεμειγμένος πορτογάλος επίτιμος Πρόξενος.
Από τις διώξεις κατά των δύο πρώην στελεχών της Ferrostaal AG αναμένεται να προκύψουν και ευθύνες της ίδιας της εταιρίας, καθώς οι κατηγορούμενοι ενεργούσαν για λογαριασμό της. Η υπόθεση αυτή μπορεί να επηρεάσει και τους ισολογισμούς της εταιρίας, καθώς και την τότε μητρική ΜΑΝ, λόγω του κέρδους που απεκόμισαν αυτές από τις αναθέσεις των επίμαχων παραγγελιών.
Η Ferrostaal AG εκτιμά ότι παρά την απαγγελία κατηγοριών υπάρχει ακόμη δυνατότητα για επίτευξη εξωδικαστικού συμβιβασμού.»