Μια νέα μελέτη είναι πιθανό να αλλάξει όλα όσα πίστευαν μέχρι σήμερα οι ειδικοί σχετικά με τη νόσο Αλτσχάιμερ. Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή που διεξήχθη από επιστήμονες του Ερευνητικού Ινστιτούτου Σκριπς στην Καλιφόρνια και της εταιρείας ModGene, το ήπαρ και όχι ο εγκέφαλος αποτελεί την «πηγή» σχηματισμού των πλακών β- αμυλοειδούς οι οποίες θεωρούνται «ένοχες» για την εμφάνιση της νευροεκφυλιστικής νόσου. Εάν τα νέα ανατρεπτικά ευρήματα ευσταθούν, τότε αναμένεται να προσφέρουν μια νέα, απλούστερη προσέγγιση για την πρόληψη και τη θεραπεία της Αλτσχάιμερ.
Στο πλαίσιο της μελέτης η οποία δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό «The Journal of Neuroscience Research», οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ένα μοντέλο ποντικού για τη νόσο Αλτσχάιμερ προκειμένου να εντοπίσουν γονίδια τα οποία επηρεάζουν την ποσότητα β- αμυλοειδούς που συσσωρεύεται στον εγκέφαλο. Εντόπισαν τρία γονίδια τα οποία προστάτευαν τον εγκέφαλο των ποντικών από την τοξική συσσώρευση των πλακών της πρωτεϊνης. Όπως μάλιστα είδαν, η μειωμένη έκφραση καθενός από αυτά τα γονίδια στο ήπαρ των πειραματοζώων, φάνηκε να αποτελεί «ασπίδα» ενάντια στην Αλτσχάιμερ. Ένα από τα γονίδια που εντοπίστηκαν κωδικοποιεί για την παραγωγή της πρεσενιλίνης, μια πρωτεϊνης που ανευρίσκεται στις κυτταρικές μεμβράνες και η οποία έχει συνδεθεί στο παρελθόν με πρόκληση της Αλτσχάιμερ στον άνθρωπο.
Γενετικό κυνήγι
Προκειμένου να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους οι επιστήμονες από το Σκριπς βασίστηκαν σε μια προηγούμενη γενετική μελέτη συναδέλφων τους από το Πανεπιστήμιο Case Western Resereve στο πλαίσιο της οποίας δημιουργήθηκε μια μεγάλη βάση δεδομένων γονιδιακής δραστηριότητας. Από την ανάλυση αυτής της βάσης είχαν προκύψει και τρία γονίδια τα οποία φάνηκε να τροποποιούν την εναπόθεση παθολογικών πλακών β- αμυλοειδούς.
Χρησιμοποιώντας αυτόν τον «χάρτη» της γονιδιακής έκφρασης οι ειδικοί του Σκριπς «σάρωσαν» 10 διαφορετικούς ιστούς, συμπεριλαμβανομένου του ηπατικού.
Το γονιδιακό …κυνήγι απέδωσε καρπούς. Οι ερευνητές επιβεβαίωσαν ότι τα τρία γονίδια που είχαν εντοπιστεί από την προηγούμενη μελέτη συνδέονταν με την Αλτσχάιμερ ενώ ένα συγκεκριμένο γονίδιο εμφάνιζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Το γονίδιο που αλλάζει τα δεδομένα
Όπως εξήγησε ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας καθηγητής Γκρέγκ Σάτκλιφ «το προϊόν αυτού του γονιδίου που ονομάζεται Presenilin2 αποτελεί μέρος ενός συμπλέγματος ενζύμων τα οποία εμπλέκονται στην παραγωγή παθολογικών ποσοτήτων β-αμυλοειδούς. Μείναμε έκπληκτοι όταν είδαμε ότι το γονίδιο αυτό εκφραζόταν στο ήπαρ και όχι στον εγκέφαλο».
Ο καθηγητής προσέθεσε ότι η υψηλότερη έκφραση του Presenilin2 στο ήπαρ σχετιζόταν με μεγαλύτερη συσσώρευση β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο και με ανάπτυξη της παθολογίας που οδηγεί στην Αλτσχάιμερ.
Τι μαρτυρούν αυτά τα ευρήματα, σύμφωνα με τους ειδικούς; Ότι υψηλές συγκεντρώσεις β-αμυλοειδούς παράγονται στο ήπαρ, εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος και φθάνουν στον εγκέφαλο. Εάν αυτή η υπόθεση ισχύει, τότε το μπλοκάρισμα της παραγωγής του β-αμυλοειδούς στο ήπαρ ίσως προστατεύσει τον εγκέφαλο από τη νόσο.
Δοκιμή φαρμάκου
Οι ερευνητές πήγαν ένα βήμα παραπέρα δοκιμάζοντας ένα υπάρχον φάρμακο σε ποντίκια τα οποία είχαν τροποποιηθεί γενετικώς ώστε να εμφανίζουν την παθολογία της νόσου Αλτσχάιμερ. Τους χορήγησαν το μονοκλωνικό αντίσωμα ιματινίμπη (εμπορική ονομασία Glivec) το οποίο χορηγείται για την αντιμετώπιση της χρόνιας μυελογενούς λευχαιμίας καθώς και κάποιων όγκων του γαστρεντερικού συστήματος.
Οι επιστήμονες επέλεξαν το συγκεκριμένο φάρμακο καθώς έχει φανεί ότι μειώνει την παραγωγή β-αμυλοειδούς σε κύτταρα νευροβλαστώματος. Συγχρόνως η θεραπεία έχει ελάχιστη διείσδυση στον εγκέφαλο καθώς δεν μπορεί να διαπεράσει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό ( υμένας που διαχωρίζει το αίμα από το εγκεφαλονωτιαίο υγρό και προστατεύει τον εγκέφαλο από εν δυνάμει εχθρούς που βρίσκονται στην κυκλοφορία του αίματος). «Με δεδομένο ότι το φάρμακο αυτό δεν μπορεί να διαπεράσει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό, μπορέσαμε να επικεντρωθούμε στην παραγωγή αμυλοειδούς εκτός του εγκεφάλου καθώς και στο πώς το αμυλοειδές αυτό μπορεί να συσσωρευθεί τον εγκέφαλο» εξήγησε ο καθηγητής Σάκτλιφ.
Οι ειδικοί ενέχυσαν το Glivec στον οργανισμό των ποντικών με Αλτσχάιμερ δύο φορές την ημέρα επί επτά ημέρες. Στη συνέχεια συνέλεξαν πλάσμα και εγκεφαλικό ιστό από τα ζώα. Οι αναλύσεις έδειξαν ότι το φάρμακο μείωσε θεαματικά την ποσότητα β-αμυλοειδούς όχι μόνο στο αίμα των ποντικών αλλά και στον εγκέφαλο όπου δεν μπορεί να εισχωρήσει.
Αυτό, σύμφωνα με τους ερευνητές, μαρτυρεί ότι μια σημαντική ποσότητα β-αμυλοειδούς ξεκινά από άλλο σημείο του οργανισμού και όχι από τον εγκέφαλο. Τα ευρήματα δείχνουν επίσης ότι η ουσία ιματινίμπη αποτελεί ένα υποψήφιο φάρμακο για την πρόληψη και τη θεραπεία της Αλτσχάιμερ.
Προς νέες θεραπείες
«Το αναπάντεχο αυτό εύρημα δίνει υπόσχεση για την ανάπτυξη νέων θεραπειών ενάντια στην Αλτσχάιμερ» κατέληξε ο καθηγητής Σάτκλιφ και συμπλήρωσε ότι αναζητά επενδυτές ώστε να προχωρήσει σε κλινικές δοκιμές της έρευνάς του και σε ανάπτυξη θεραπευτικών παραγόντων.
Είναι βέβαια πολύ σημαντικό να υπάρξει περαιτέρω μελέτη και επιβεβαίωση αυτών των ευρημάτων για έναν λόγο παραπάνω. Ισως η νέα ερευνητική προσέγγιση βοηθήσει στο να απαντηθεί και το μεγάλο ερώτημα σχετικώς με το αν τελικώς το β-αμυλοειδές είναι πράγματι «ένοχο» για την εμφάνιση της Αλτσχάιμερ ή όχι. Τα στοιχεία μέχρι στιγμής είναι αντικρουόμενα καθώς κάποιες μελέτες συνδέουν την πρωτεϊνη με τη νόσο ενώ κάποιες άλλες όχι.