Ο Ρίτσαρντ Μπράνσον και ο Ρούπερτ Μέρντοχ είναι επιχειρηματίες που κατέχουν ένα ασυνήθιστο και αξιοθαύμαστο ρεκόρ. Αυτό του να αγνοούν την συμβατική σοφία.
Για τον λόγο αυτό, αξίζει να τους παρακολουθούμε όταν, μάλιστα, και οι δυο κάνουν την ίδια στιγμή το ίδιο πράγμα.
Στην προκειμένη περίπτωση , και οι δύο επιχειρηματίες προχωρούν στο λανσάρισμα εκδόσεων, που θα είναι συμβατές μόνο με το iPad, τηςApple. Ο σερ Ρίτσαρντ Μπράνσον, μόλις την προηγούμενη εβδομάδα έφθασε στη Νέα Υόρκη με σκοπό να αποκαλύψει το λανσάρισμα μιας μηνιαίας έκδοσης, ενός ηλεκτρονικού περιοδικού που θα κοστίζει 2,99 δολάρια και θα ονομάζεται «Project». Την ίδια στιγμή ο κ. Μέρντοχ πρόκειται να λανσάρει μια ηλεκτρονική εφημερίδα που θα ονομάζεται «TheDaily» για την οποία και πιστεύει ότι 800.000 άνθρωποι θα μπορούσαν να πληρώσουν ένα δολάριο την εβδομάδα.
Όπως βλέπουμε και οι δυο επιχειρηματίες σκοπεύουν να χρεώνουν τους αναγνώστες τους, τη στιγμή που οι περισσότερες ιντερνετικές εκδόσεις είναι δωρεάν.
Το γεγονός ότι ο κ. Μέρντοχ θα διαχωρίσει την νέα του καθημερινή έκδοση από το ανοικτό web, όπως συνηθίζει να αποκαλείται το ιντερνετικό περιβάλλον, με το να το διαθέτει μόνο για το iPad, έχει προκαλέσει σκεπτικισμό αλλά και εχθρότητα στους κύκλους των ψηφιακών μέσων.
Όπως αναφέρει ο κ. Μάθιου Ινγκραμ στο τεχνολογικό blog GigaOm, ο Μέρντοχ εξακολουθεί να μάχεται το Internet, το οποίο εξακολουθεί να κερδίζει.
Η περίπτωση αυτή αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερου διαλόγου. Από τη μια πλευρά βρίσκονται οι επιχειρήσεις, οι οποίες χρησιμοποιούντο Διαδίκτυο ως ένα ανέξοδο τρόπο να κερδίσουν μερίδια και στη συνέχεια να τα μετατρέψουν σε κέρδη. Από την άλλη πλευρά υπάρχει ο αντίλογος. Μια πτυχή του αντίλογου αυτού την έχει εκφράσει ο Τιμ Μπέρνερς-Λη, ο βρετανός επιστήμονας που εφηύρε τον Παγκόσμιο Ιστό (World Wide Web). Ο κ, Μπέρνερς-Λη παραπονέθηκεστο Scientific American σχετικά με την συσσώρευση προσωπικών δεδομένων που γίνεται από το Facebook αλλά και για τους ενοχλητικούς εκδοτικούς οίκους που επιθυμούν να δημιουργήσουν «κλειστούς κόσμους».
Ακόμη και αν αφήσουμε κατά μέρος τα σύγχρονα επιχειρηματικά μοντέλα είναι δύσκολο να κατηγορήσουμε τις πρακτικές των επιχειρήσεων. Και αυτό γιατίμόλις δυο δεκαετίες αφ’ ότου οΤιμ Μπέρνερς Λη δημιούργησε αυτό το πρωτοπόρο μέσον, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι είναι αρκετά φτωχό για να ανταποκριθεί στις ανάγκες των εκδοτών, ειδικά όσων ασχολούνται με ειδησεογραφία και παράγουν πληροφορία. Ετσι, το παιχνίδι, πλέον έχει ξεφύγει πλέον από το θέμα της ισορροπίας μεταξύ του παραδοσιακού τρόπου έκδοσης και όσων ξεκινάνε ηλεκτρονικές εκδόσεις, καθώς έχει δώσει ένα σημαντικό πλεονέκτημα, αυτό των παροχέων πληροφοριών χαμηλού κόστους.
Αυτό δεν ήταν τόσο ξεκάθαρο πριν κυκλοφορήσει το iPad και οι άλλες ταμπλέτες. Όμως, σήμερα το συναντά κανείς όταν συγκρίνει την εμπειρεία ανάγνωσης μιας έκδοσης με σημαντική ποσότητα περιεχομένου σε ένα desktop και ένα tablet.
Ενας συνηθισμένος browser σε έναν υπολογιστή είναι καλός για σερφάρισμα μεταξύ πολλών και διαφορετικών πηγών, αλλά φτωχός για να σε κάνει να βυθιστείς σε μια ηλεκτρονική εφημερίδα.
Στο βιβλίο του The Shallows, ο συγγραφέας θεμάτων τεχνολογίας Νίκολας Καρ αναφέρεται στον πολύ γρήγορο τρόπο του Internetνα μπορεί να συλλέγει αλλά και να διανέμει πληροφορίες. Το σημείο της αντιπαράθεσης όμως του τρόπου αυτού είναι κατά πόσον ο χρήστης συνηθίζει να παίρνει την πληροφορία με τον ίδιο τρόπο που το Δίκτυο την μοιράζει, δηλαδή σε ένα ταχέως κνούμενο ρεύμα από μικρά κομάτια πληροφορίας.
Εννοείται ότι το Internet έχει μεγάλα πλεονεκτήματα σε ότι αφορά τη διακίνηση μεγάλου όγκου πληροφοριών. Ετσι μέσω Internet, ανά πάσα στιγμή, οποιοσδήποτε έχει διαθέσιμες πολύ περισσότερες πληροφορίες από την κλασσική εφημερίδα ή τις τηλεοπτικές ειδήσεις.
Η ιδέα του κάποιος να έχει πρόσβαση στα 250.000 και πλέον διπλωματικά έγγραφα των ΗΠΑ , τα οποία σύντομα θα γίνουν προσβάσιμα από το WikiLeaks θα ήταν ασύλληπτη πριν από δυο δεκαετίες.
Μόνο που σήμερα δεν υπάρχει ένα ουδέτερο μέσον. Όπως οι εφημερίδες , το ραδιόφωνο και η τηλεόραση χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους για να παρουσιάζουν τις ειδήσεις και τις πληροφορίες, με διαφορετικό βαθμό εμβάθυνσης, το Διαδίκτυο ευνοεί κάποιες μορφές παρουσίασης περιεχομένου έναντι άλλων. Ο πολύς κόσμος έχει την τάση να βλέπει επιφανειακά τις αρχικές σελίδεςτων διαφόρων ενημερωτικών sites από ότι να μπάινει βαθιά μέσα στην ύλη. Όχι γιατί δεν το θέλει αλλά γιατί όλοι τα προγράμματα περιήγησης (browsers) είναι σχεδιασμένα να λειτουργούν με αυτή τη φιλοσοφία.
Εάν προσπαθήσει κάποιος να «σκάψει» βαθιά μέσα σε μια webέκδοση, οι σελίδες συχνά αργούν να φορτώσουν, ενώ είναι δύσκολο να βρεί ο χρήστης του Internetτον δρόμο του πίσωπρος την αρχική σελίδακαι μερικές φορές δεν ξέρει , ακόμη, σε ποιο σημείο του siteβρίσκεται.
Όπως , μάλιστα, αναφέρει και ο τζων Ρόουζ, συνεργάτης της Boston Consulting Group, «ο παγκόσμιος ιστός είναι μια εμπειρεία που τείνει στο άπειρο. Ποτέ δεν έχεις την αίσθηση που ολοκληρώνεται».
Η αίσθηση αυτή, κάνει τους χρήστες να προτιμούν τη «ρηχή» ανάγνωση (σε τεχνικό επίπεδο και όχι αξιολόγησης) των sites τα οποία είναι φορτωμένα με πολύ υλικό και συνδέσμους (links).
Από την άλλη πλευρά το iPad με τις εφαρμογές του που καταλαμβάνουνολόκληρη την οθόνη και μπορεί να περιέχουν ένα παιχνίδι ή μια πηγή πληροφοριών, έρχεται να αλλάξει την συγκεκριμένη αυτή νοοτροπία. Και αυτό γιατί, όταν κάποιος επιθυμεί να έχει πρόσβαση σε ενημερωτικά sites, τότε ολόκληρη η ύλη της έκδοσης «κατεβαίνει» μονομιάς .
Ο σχεδιασμός αυτός επιτρέπει στον χρήστη να «πλοηγηθεί» ευκολότερα, σε βάθος και να ξέρει, ανά πάσα στιγμή, που βρίσκεται.
Τόσο στο iPadαλλά και σε άλλες «ταμπλέτες» μια σωστά «στημένη», σε βάθος, έκδοση έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να ανταγωνισθεί με πλεονέκτημα με την εξατομικευμένη , ροή πληροφορίας του ανοικτού «παγκόσμιου ιστού». Για τον λόγο αυτό, κυρίως, ο σερ Ρίτσαρντ Μπράνσον και ο κ. Μέρντοχ έχουν «ποντάρει» σε tablet, το οποίο έχει το πλεονέκτημα του βάθους.
Δεν είναι μόνο, όμως, αυτό αρκετό, καθώς πολλοί χρήστες του Διαδικτύου είναι ικανοποιημένοι όταν βρίσκονται στον κόσμο της δωρεάν διακινούμενης πληροφόρησης και το προτιμούν. «Εάν νομίζετε ότι η εποχή που ο εκδότης αποφάσιζε τι θα διαβάσετε σήμερα έχει περάσει ανεπιστρεπτή , τότε να περιμένετε να καταρρεύσουν και αυτές οι εφαρμογές, αναφέρει ο κ. Μπένεντικτ Εβανς της Enders Analysis.
Πάντως, οι περισσότεροι αναλυτές πιστεύουν ότι οι δυο αυτές μορφές θα εξακολουθήσουν να συνυπάρχουν καθώς νέες μορφές μέσων έχουν συνυπάρξει με παλαιότερες στο παρελθόν. Αλλωστε πολλοί προτιμούν να ξοδέυουν περί τα 45 λεπτά για να διαβάσουν ένα περιοδικό στο iPad παρά να μπαίνουν και να διαβάζουν το site του περιοδικού.
Εάν, λοιπόν, οι κ.κ. Μπράνσον και Μέρντοχ θέλουννα προσφέρουν προϊόντα βασισμένα επάνω σε ένα νέο μέσον, θα πρέπει να τους αφήσουν να το πράξουν. Αλλωστε δεν έχουν κάποια δεσπόζουσα θέση στην ψηφιακή διανομή της πληροφορίας. Ακόμη και το iPad, από μόνο του διαθέτει browser, ο οποίος θα βρεθεί πολλές φορές απέναντι από τις εξιδικευμένες εκδοτικές εφαρμογές.
Αν και ακόμη δεν μπορεί κανείς να πεί αν θα πετύχουν ή όχι, θα πρέπει κάποιος να βρει ένα τρόπο ώστε τόσο οι χρήστες όσο και οι διαφημιστές να πληρώνουν για αυτή το πλήρες ψηφιακό περιεχόμενο το οποίο θα διατίθεται, όπως εκδίδεται, στο iPad.
Θα ανταγωνίζονται με τον browser και όχι με το Internet.Δεν υπάρχει, άλλωστε, κάτι κακό σε αυτό.