Στο όριο της φτώχειας ζουν δύο στους πέντε Έλληνες, έχοντας ήδη λάβει τις κοινωνικές παροχές από το κράτος, ενώ ένας στους δέκα δεν έχει πόρους να πληρώσει τα προς το ζειν, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2008, που δόθηκαν στη δημοσιότητα στις Βρυξέλλες.
Σύμφωνα με τη Eurostat, τα άτομα στο όριο της φτώχειας είναι εκείνα τα οποία ζουν σε νοικοκυριά με εισόδημα κάτω του 60% του μέσου εθνικού εισοδήματος. Στην ΕΕ των 27 το 16,5% των πολιτών (81 εκατ. άτομα) ζούσε στο όριο τις φτώχειας έχοντας λάβει τις κοινωνικές παροχές.
Ειδικότερα, η Ελλάδα είναι η τέταρτη χώρα στην Ε.Ε. με το υψηλότερο ποσοστό ατόμων που βρίσκονται στο όριο της φτώχειας. Πρώτη είναι η Λεττονία (25,6%), ακολουθεί η Ρουμανία (23,4%), η Βουλγαρία (21,4%) και η Ελλάδα (20,1% ή 2,2 εκατ. πολίτες).
Τα χαμηλότερα ποσοστά καταγράφονται στην Τσεχία (9%), στην Ολλανδία και τη Σλοβακία (11%).
Εξάλλου, το 11,2% του πληθυσμού της Ελλάδας (1,2 εκατ. πολίτες), αντιμετώπιζε σοβαρές δυσκολίες να πληρώσει το ενοίκιο του σπιτιού του, τη θέρμανση, να λάβει γεύμα με κρέας ή ψάρι τρεις φορές την εβδομάδα, να ανταποκριθεί σε αναπάντεχα έξοδα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, στην «Ε.Ε. των 27» το 8% του πληθυσμού αντιμετώπιζε τέτοιου είδους δυσκολίες. Τα υψηλότερα ποσοστά καταγράφονται στη Βουλγαρία (41%) και στη Ρουμανία (33%), ενώ τα χαμηλότερα στο Λουξεμβούργο, τη Σουηδία, την Ολλανδία, τη Δανία και την Ισπανία (κάτω από το 3%).
Τέλος, το 7% του πληθυσμού της Ελλάδας ζει στα λεγόμενα «νοικοκυριά χαμηλής πυκνότητας εργασίας», δηλαδή σε νοικοκυριά όπου οι ενήλικοι (από 18 έως 59 ετών) εργάζονται λιγότερο από το 20% των δυνατοτήτων τους (εξαιρούνται οι φοιτητές). Το αντίστοιχο ποσοστό στην «Ε.Ε. των 27» είναι 9%.