ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΟ παρατεταμένης οικονομικής κρίσης έχει εισέλθει (και) ο επαγγελματικός αθλητισμός στην Ελλάδα. Η απόφαση της κυβέρνησης για κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης σε ποδοσφαιριστές,καλαθοσφαιριστές
και λοιπούς επαγγελματίες αθλητές και η αύξηση στη φορολογία συμβολαίων, αμοιβών και μπόνουςασφαλώς θα διαφοροποιήσει πλήρως τον αθλητικό- οικονομικό χάρτη της χώρας.Αυτό θα συμβεί κυρίως σε ό,τι αφορά τα λεγόμενα «ακριβά» σπορ με τις παχυλές αμοιβές και τα βαριά συμβόλαια,καθώς η Ελλάδα
παύει πλέον να αποτελεί έναν φορολογικό… παράδεισο (συγκριτικά με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες) για τους ξένους – αλλά και τους ημεδαπούς- επαγγελματίες αθλητές. Εξετάζοντας αυτά τα νέα οικονομικά δεδομένα που διαμορφώνονται στον ελληνικό (πρωτ)αθλητισμό,επιχειρούμε να απαντήσουμε
σε κάποια καίρια ερωτήματα που προκύπτουν με τη νέα τάξη πραγμάτων,όπως: Τι ισχύει μετά την κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης;Τι θα πληρώσουν και πώς διαφοροποιείται ο προϋπολογισμός των ΠΑΕ και ΚΑΕ; Ποιοι κίνδυνοι (φοροδιαφυγής) ελλοχεύουν και τι ισχύει στο εξωτερικό;
Σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης βρίσκονται το τελευταίο διάστημα τα οικονομικά επιτελεία των αθλητικών συλλόγων, κυρίως σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ, διότι τους πήρε και αυτούς η… μπάλα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Το νέο φορολογικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης καταργεί την αυτοτελή φορολόγηση στις αμοιβές των αθλητών.
Κάποιοι λένε δικαίως, διότι αποτελούν πρόκληση τα εκατομμύρια των ευρώ που μοιράζονται σε παίκτες, υπάρχει όμως και ο αντίλογος όσων υποστηρίζουν ότι μπορεί στον αφρό να υπάρχουν «χρυσά» συμβόλαια, ωστόσο η πλειονότητα των αθλητών αμείβεται με ελάχιστα χρήματα.
Φόβος για μίνι κραχ
Οπως και να ΄χει, δεδομένο είναι ότι το νομοσχέδιο υπερδιπλασιάζει τη φορολογία από 21,2% σε 40% για συμβόλαια κάτω των 100.000 ευρώ και ως 45% για αμοιβές που υπερβαίνουν τις 100.000 ευρώ, προκαλώντας μίνι κραχ στις αθλητικές ανώνυμες εταιρείες καθώς διαφοροποιεί πλήρως την οικονομική πολιτική που έχουν χαράξει. Σύμφωνα με εκτίμηση του πρόεδρου της ΠΑΕ Παναθηναϊκός και της Σούπερ Λίγκας κ. Νικόλα Πατέρα, με την αλλαγή στη φορολογία «τα ετήσια έξοδα του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού θα αυξηθούν κατά 4-5 εκατ.ευρώ», ενώ υπολογίζεται ότι για την ΑΕΚ, τον ΠΑΟΚ και τον Αρη το ποσό θα φτάσει περίπου τα 2-2,5 εκατ. ευρώ.
Αναλογικά βεβαίως θα υπάρξουν αυξήσεις και στους προϋπολογισμούς των μικρομεσαίων ομάδων με χαμηλότερο μπάτζετ, οι οποίες εκτιμάται ότι θα αντιμετωπίσουν και το σοβαρότερο πρόβλημα καθώς δεν διαθέτουν στις διοικήσεις τους πανίσχυρους οικονομικά παράγοντες και, ούτως ή άλλως, έχουν περιορισμένα έσοδα: διότι είτε δεν διαθέτουν τη βαρύτητα της φανέλας και του brand name των μεγάλων ΠΑΕ για να προσεγγίσουν χορηγούς και διαφημιστικά έσοδα είτε δεν έχουν μεγάλο οπαδικό κοινό.
Ανάλογο πρόβλημα, πιθανώς και μεγαλύτερο, αναμένεται να αντιμετωπίσουν και οι ομάδες μπάσκετ. Μολονότι το χαράτσι από την αλλαγή στην κλίμακα φορολόγησης θα είναι με διαφορά μεγαλύτερο (συγκριτικά με τις υπόλοιπες ομάδες) για τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό και θα κυμαίνεται γύρω στα 3,5 εκατ. ευρώ για κάθε ΚΑΕ, εν τούτοις οι υπόλοιποι σύλλογοι πλην των «αιωνίων» βρίσκονται σε δυσμενέστατη οικονομικά θέση.
Ενδεικτική είναι η ομολογία του προέδρου του ΕΣΑΚΕ κ. Βασίλη Οικονομιδη, ο οποίος μιλώντας στο πρακτορείο Reuters παραδέχθηκε ότι «οι περισσότερες ομάδες στην Α1 δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα. Τα έσοδα από τα τηλεοπτικά και τις χορηγίες έχουν μειωθεί επηρεάζοντας σημαντικά τα οικονομικά των ομάδων».
Τον προβληματισμό του εξέφρασε επίσης ο γενικός διευθυντής της Σούπερ Λίγκας κ. Πατρίκ Κομνηνός, λέγοντας: «Ασφαλώς η κρίση έχει επηρεάσει το ελληνικό ποδόσφαιρο. Δουλεύουμε όμως σκληρά για να διασφαλίσουμε έσοδα για όλες τις ομάδες από χορηγίες και τηλεοπτικά δικαιώματα, ώστε οι σύλλογοι να έχουν ρευστότητα καθ΄ όλη τη διάρκεια της σεζόν».
Τα παράνομα μονοπάτια
Τα οικονομικά επιτελεία των ομάδων ήδη αναζητούν τρόπους αντιμετώπισης της νέας τάξης πραγμάτων που δημιουργείται, ωστόσο η αυξημένη φορολογία ενδεχομένως να οδηγήσει τις ΠΑΕ και ΚΑΕ σε παράνομα μονοπάτια. Ποια είναι αυτά; Προκειμένου να αποφύγουν την τσιμπίδα του νόμου, είναι πιθανόν να (επαν)εμφανιστούν τα λεγόμενα «μηδενικά», «λευκά» ή και «διπλά» συμβόλαια.
Τουτέστιν, μία ομάδα θα συμφωνεί με έναν ποδοσφαιριστή ή μπασκετμπολίστα- με ιδιωτικό συμφωνητικό- για αποδοχές, π.χ., ύψους 1 εκατ. ευρώ και στο συμβόλαιο που θα κατατίθεται στη διοργανώτρια αρχή θα αναγράφεται πολύ μικρότερο ποσό. Στην περίπτωση αυτή ο αθλητής λαμβάνει προκαταβολικά τη διαφορά μεταξύ των δύο συμβολαίων, ώστε να είναι εξασφαλισμένος, καθώς αν η ομάδα δεν αναγνωρίσει κάποια στιγμή το ιδιωτικό συμφωνητικό, αυτός δεν θα μπορεί να προσφύγει δικαστικά για να διεκδικήσει τα χρήματά του.
Η μέθοδος των διπλών συμβολαίων βεβαίως (θα) συνιστά… καραμπινάτη περίπτωση φοροδιαφυγής, αλλά έτσι αθλητές και ομάδες σαφώς θα γλιτώνουν πολλά χρήματα από τη φορολογία. Το θέμα σε τέτοιες περιπτώσεις είναι πώς και με ποιους μηχανισμούς θα αντιδράσει το κράτος, που θα είναι (και πάλι) ο μεγάλος χαμένος σε έναν τρελό χορό εκατομμυρίων. Ακόμη πάντως οι περισσότερες ελληνικές ομάδες δεν έχουν κατασταλάξει στον τρόπο με τον οποίο θα κινηθούν, ωστόσο θεωρείται δεδομένο ότι θα κατατεθούν προτάσεις για μείωση σε αρκετά συμβόλαια ποδοσφαιριστών και καλαθοσφαιριστών προκειμένου να μοιραστεί το βάρος από την αύξηση της φορολόγησης.
Ενδεχομένως με τα νέα δεδομένα οι ελληνικοί ποδοσφαιρικοί σύλλογοι να πρέπει να αλλάξουν στρατηγική και να στραφούν σε νεαρούς ταλαντούχους έλληνες παίκτες, εφαρμόζοντας τη θεωρία του γερμανού προπονητή κ. Κρίστοφ Ντάουμ, ο οποίος υποστηρίζει ότι «μια καλή ομάδα δημιουργείται από παίκτες με ταλέντο, φιλοδοξίες και δίψα για διάκριση και όχι απαραιτήτως από μεγάλα ονόματα».