Σκηνικό χάους στην πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης μετά την αιματηρή καταστολή των αντικυβερνητικών διαδηλωτών και την παράδοση των ηγετών τους. Η κυβέρνηση δίνει εντολή στις δυνάμεις ασφαλείας να πυροβολούν ταραξίες και επιβάλει νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας. Φωτιές καίνε στη Μπανγκόκ, στους δρόμους στρατός και αστυνομία. Ιταλός φωτογράφος ανάμεσα στα θύματα…
Πυρκαγιές καίνε σε δεκάδες σημεία στην πόλη των 15 εκατομμυρίων κατοίκων, ενώ παραμένουν θύλακες αντίστασης παρά το κάλεσμα των ηγετών του «κόκκινου» κινήματος προς τους διαδηλωτές να αποσυρθούν από τους δρόμους για να αποφευχθεί μεγαλύτερη αιματοχυσία.
Έξι άνθρωποι σκοτώθηκαν και δεκάδες τραυματίστηκαν στις ταραχές που σημειώθηκαν κατά την έφοδο κυβερνητικών στρατευμάτων στο «οχυρό» των διαδηλωτών στο κέντρο της Μπανγκόκ τα ξημερώματα της Τετάρτης. Ανάμεσα στους νεκρούς ο 45χρονος Ιταλός φωτορεπόρτερ Φάμπιο Πολένγκι με έδρα το Μιλάνο, ο οποίος βρισκόταν στην Ταϊλάνδη ως απεσταλμένος διαφόρων περιοδικών.
Συνολικά την τελευταία εβδομάδα έχουν σκοτωθεί 40 άνθρωποι στην Μπανγκόκ σε συμπλοκές μεταξύ του στρατού και των αντικυβερνητικών διαδηλωτών -μιας χαλαρής συμμαχίας αριστερών ακτιβιστών, υπερμάχων της δημοκρατίας και κυρίως υποστηρικτών του πρώην πρωθυπουργού Τακσίν Σιναουάτρα που προέρχονται από τις αγροτικές περιοχές της Ταϊλάνδης.
Η κυβέρνηση επέβαλε νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας στη Μπανγκόκ και σε άλλες 22 επαρχίες καθώς οι ταραχές έχουν επεκταθεί, και έδωσε παράλληλα εντολή στις δυνάμεις ασφαλείας να πυροβολούν όποιον λεηλατεί και βάζει φωτιές. Σε τηλεοπτική του εμφάνιση ο πρωθυπουργός Αμπισίτ Βετζατζίβα δήλωσε πεπεισμένος ότι η τάξη θα αποκατασταθεί.
Μετά τη στρατιωτική επιχείρηση στο βασικό καταυλισμό των διαδηλωτών ξέσπασαν φωτιές σε 20 κτίρια στη Μπανγκόκ, ανάμεσά τους το χρηματιστήριο, τράπεζες και το μεγαλύτερο πολυκατάστημα της πρωτεύουσας και δεύτερο σε μέγεθος της νοτιοανατολικής Ασίας.
Εννιακόσιοι πυροσβέστες και αστυνομικοί συνοδεύουν τους πυροσβέστες για την κατάσβεση της φωτιάς στο εμπορικό κέντρο που καταστράφηκε ολοσχερώς. Εν τω μεταξύ, σώοι εξήλθαν περίπου 100 άνθρωποι που είχαν παγιδευτεί στο κτίριο τηλεοπτικού σταθμού της Ταϊλάνδης, το οποίο είχαν πυρπολήσει αντικυβερνητικοί διαδηλωτές.
Η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης αναγνωρίζει ότι η Μπανγκόκ δεν τελεί πλήρως υπό τον έλεγχό της. Οι στρατιωτικές δυνάμεις θα συνεχίσουν τις επιχειρήσεις στην πρωτεύουσα και έχουν θέσει σε ετοιμότητα ιατρικές ομάδες και σωστικά συνεργεία, ανακοίνωσε κυβερνητική πηγή.
Παράλληλα, υποστηρικτές των αντικυβερνητικών διαδηλωτών στη Μπανγκόκ έβαλαν φωτιά στα δημαρχεία πέντε βόρειων επαρχιών της χώρας. Οι συγκεκριμένες επαρχίες είχαν κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης την Τρίτη.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Γκι-μουν απηύθυνε για πολλοστή φορά έκκληση για τον τερματισμό των βιαιοτήτων στην Ταϊλάνδη, δηλώνοντας εξαιρετικά ανήσυχος για την κλιμάκωση της έντασης και τους εμπρησμούς.
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Γέρζι Μπούζεκ καταδίκασε τις «συγκρούσεις και τους πυροβολισμούς ανάμεσα σε διαδηλωτές και στρατιωτικές δυνάμεις» στην Ταϊλάνδη, τονίζοντας πως είναι πλέον «υποχρεωτική» η εθνική συμφιλίωση.
«Πολύ αίμα έχει χυθεί στους δρόμους της Μπανγκόκ» δήλωσε ο Γέρζι Μπούζεκ, επισημαίνοντας πως η «Ταϊλάνδη εισέρχεται πλέον σε μία περίοδο, όπου η συμφιλίωση δεν είναι μόνον μία εναλλακτική λύση, αλλά απόλυτη αναγκαιότητα». Ο ίδιος εξέφρασε τη θλίψη του για το θάνατο του Ιταλού φωτογράφου Φάμπιο Πολένγκι.