Η ΓΝΩΣΤΗ ποικιλόμορφη και παγιωμένημέχρι εθισμού του πλήθους- παθογένεια του ελληνικού ποδοσφαίρου έγραψε το νέο κεφάλαιο για την περίοδο 2009-2010. Σε εκτίμηση συνόλου κάθε άλλο βελτιωμένη η εικόνα. Από τη βία (σωματική και φραστική) που έχει αποκτήσει τον ζηλευτό τίτλο του «αναγκαίου κακού», το καθιερωμένο και ατράνταχτο ολιγοπώλιο με στόχο τη συμμετοχή σε διεθνείς διοργανώσεις, με τις αναλαμπές και τις περισσότερες βυθίσεις, την αμφισβήτηση της διαιτησίας, τις υπόνοιες για την ακεραιότητα κάποιων αγώνων, τον πακτωλό χρημάτων και όλα τα άλλα που διαθέτει ο ποδοσφαιρικός «μπαχτσές». Οσο και αν βάλουμε νερό στην κριτική συμπερασματολογία το ρεπερτόριο παρενεργειών παραμένει «πλούσιο».
***
ΠΟΛΛΑ και διάφορα αφορούν τη σημειολογία της αγωνιστικής περιόδου 2009-2010. Ενα από αυτά, για ευνόητους λόγους, αφορά την παρουσία των ξένων παικτών στα ελληνικά γήπεδα. Να πούμε γλωσσικά Πύργος της Βαβέλ, όχι. Οι πάσης προσέλευσης ξένοι ποδοσφαιριστές- με ελάχιστες εξαιρέσειςείναι λεγεωνάριοι της μπάλας με κοινή γλώσσα συνεννόησης τουλάχιστον την αγγλική. Αυτό που έχει σημασία αφορά το ότι η παρουσία των αλλοδαπών παικτών υπερέχει των Ελλήνων. Το θέμα δεν είναι μόνο αριθμητικό. Σύμφωνα με, ενδεικτικά, χρησιμοποιηθείσα στατιστική μιας αγωνιστικής- αυτής στην οποία έπεσε η αυλαία του πρωταθλήματος- παραμένει αισθητή η ποσοστιαία διαφορά ημεδαπών και αλλοδαπών: 53% οι ξένοι, 47% οι Ελληνες.
***
ΙΣΩΣ οπτικά οι αριθμοί δεν εντυπωσιάζουν, καθώς η διαφορά δεν υπερβαίνει τη δωδεκάδα υπέρ των ξένων. Το επίμαχο και κάθε άλλο παρά ευχάριστο ζητούμενο αφορά τον συνολικό χρόνο συμμετοχής των μεν και των δε. Εδώ τίθεται ένα οξύ ερώτημα: είναι, άραγε, ο χρόνος συμμετοχής των ξένων σε τέτοιο επίπεδο ώστε να μην καταγράφεται αγωνιστικός αφελληνισμός; Αυτή η διαφορά των έξι ποσοστιαίων μονάδων οπτικά δεν ενοχλεί τους πολλούς. Αλλά οι ανησυχούντες όσον αφορά την ποιοτική εξέλιξη του ελληνικού έμψυχου δυναμικού διαπιστώνουν τις επιπτώσεις. Μία από αυτές, η σοβαρότερη μάλλον, είναι η στενότητα παροχής αγωνιστικού χώρου για την εξέλιξη των ταλαντούχων νέων ελλήνων ποδοσφαιριστών. Λίγο-πολύ οι σύλλογοι εμφανίζουν και «ακαδημίες». Εγινε, άραγε, μια σε βάθος και πλάτος διερεύνηση ποια ήταν η εξέλιξη των νέων όταν πέρασαν από την όχθη της εφηβείας στην ανδρική όχθη; Το μέτρο δεν θα πρέπει να είναι μόνο η απόδοση σε επίπεδο εθνικών ομάδων νέων και εφήβων αλλά πιο πλατιά σε όλη την κλίμακα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ζητείται απάντηση, έγκυρη και διαφωτιστική. Εδώ και η υποχρέωσημία από τις τόσες που μένουν ανώριμεςτης ΕΠΟ.
***
ΣΕ ΤΙ καμίνι βράζει η χώρα και το μέγιστο ποσοστό του ελληνικού λαού είναι μάλλον περιττό να αναφερθεί από τη στήλη. Στην όλη σημειολογία του σύγχρονου ελληνικού ποδοσφαίρου ενυπάρχει και αυτό το στοιχείο, ύψιστης κοινωνικής σημασίας. Χαλάει ο κόσμος, για τα δάνεια, τα ελλείμματα, λαμογιές και απληστίες και τα λογής λογής ξενόγλωσσα συμπαρομαρτούντα. Υπάρχει όμως ένας τομέας όπου το χρήμα ρέει λες και πρόκειται για άλλη χώρα μακαρίας ευημερίας: στο ποδόσφαιρο (όπως και στο μπάσκετ), όχι σ΄ όλο το φάσμα αλλά σε ποσοστό επαρκέστατο για να προκαλεί και η απορία να γίνεται οργή, είναι που άρχισαν, προτού καλά καλά τελειώσουν τα πρωταθλήματα, να ρέουν τα εκατομμύρια των εκατομμυρίων για την ξενοκρατική πρόσκληση επαγγελματιών και αστέρων του χλοοτάπητα και του παρκέτου. Καλά, ο οπαδισμός δεν δείχνει να ενοχλείται αλλά τι γίνεται σε όλη την άλλη κοινωνία, ακόμη και στον φίλαθλο κόσμο;
***
Η ΕΙΚΟΝΑ θυμίζει τη μεταφορά εις τα καθ΄ ημάς του αρχαίου «τα σπίτια σας καίγονται και σεις τραγουδάτε». Υπάρχει και μία άλλη προσφυγή μάλλον απενοχοποίησης: «Αφού έχουν, να τα δίνουν, τουλάχιστον να πληρώνουν στο ακέραιο το τίμημα στην Εφορία των όσων ξοδεύονται προς δόξαν της ξενομανίας και της ξενοκρατίας στα ψηλά πατώματα και στα ρετιρέ του επαγγελματικού αθλητικού θεάματος». Τώρα, πίσω από την αστραφτερή προθήκη τι δράματα και τι μιζέρια κρύβονται, αυτά ανάγονται στο «ο χορός καλά κρατεί».