ΑΓΚΥΡΑ «Σε 10-15 χρόνια η Τουρκία θα βρίσκεται ανάμεσα στις δέκα πρώτες δυνάμεις του κόσμου» βεβαιώνει ο τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν . Το πιστεύει, το βλέπει. Δίνει την απάντηση ευθύς μόλις τού απευθύνεται η ερώτηση. Τα μάτια του ζωηρεύουν και στο πρόσωπό του αποτυπώνεται ένα ελαφρό μειδίαμα που μαρτυρεί κάτι περισσότερο από αυτοϊκανοποίηση και αισιοδοξία. Δεν μπαίνει σε συζήτηση και εξηγήσεις αλλά δίνει με τη σαφήνεια, που χαρακτηρίζει τις δηλώσεις του, την ουσία του οράματός του. Βλέπει μια Τουρκία που στα 100 χρόνια της Δημοκρατίας της- το 2023- θα έχει εμπεδώσει τους δημοκρατικούς θεσμούς και την τήρηση του νόμου στη χώρα, θα δρέπει τους καρπούς της ελεύθερης αγοράς και θα παίζει ρόλο όχι μόνο στην ευρύτερη περιοχή της αλλά και στην παγκόσμια σκακιέρα.
Ρεαλιστής πολιτικός, ο κ. Ερντογάν γνωρίζει ότι δεν διαλύονται εθνικοπολιτικές προλήψεις δεκαετιών μόνο με ευχολόγια και συνεδριάσεις πολυάσχολων υπουργών. Οραματιστής και ρέκτης όμως, όπως και ο κ. Παπανδρέου, πιστεύει ότι «πρέπει να διαλύσουμε την αμοιβαία δυσπιστία» που χαρακτηρίζει τις σχέσεις Τουρκίας- Ελλάδας. Και για το Αιγαίο, για τις «γκρίζες ζώνες» και ειδικότερα για το περιβόητο casus belli που η τουρκική Εθνοσυνέλευση ενέκρινε τον Ιούνιο του 1994, που κατά κοινή αντίληψη δηλητηριάζει όσο κανένα άλλο τις διμερείς σχέσεις μας; Η απάντηση του κ. Ερντογάν σε ήπιο τόνο είναι μία ακόμη ένδειξη ότι η Αγκυρα επιθυμεί πραγματικά «να ανοίξει μια νέα σελίδα» στις σχέσεις της με την Αθήνα. Ο τούρκος πρωθυπουργός αναφέρεται εν εκτάσει στο ιστορικό αυτής της απόφασης, τη δικαιολογεί ως συνέπεια προγενέστερης απόφασης της ελληνικής Βουλής που έδινε στην τότε κυβέρνηση ( Ανδρέα Παπανδρέου ) «δικαιοδοσία να διευρύνει μονομερώς τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια», ωστόσο τονίζει: «Αν δεσμευθούμε ότι δεν θα προβαίνουμε σε μονομερείς ενέργειες,δεν θα αντιμετωπίζουμε προβλήματα περιττά». Μάλιστα «αν βρούμε λύση στα προβλήματα του Αιγαίου σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, λύση μόνιμη και αποδεκτή,λύση που θα παίρνει υπ΄ όψιν της τα ζωτικά μας συμφέροντα, τότε ασφαλώς θα παύσουν και άλλα θέματα να είναι σημαντικά». Ο κ. Ερντογάν αντιλαμβάνεται- και δείχνει να αποδέχεται – την ένταση που δημιουργούν οι «δραστηριότητες στο Αιγαίο», επιμένει όμως ότι ακριβώς για αυτόν τον λόγο «θα πρέπει να ενισχύσουμε τα μέτρα που είχαμε λάβει στο παρελθόν και να προχωρήσουμε σε νέα βήματα» . Πιστεύει ότι «μπορεί να γίνει αυτό». Ο τούρκος πρωθυπουργός δείχνει να αντιλαμβάνεται την καχυποψία που δημιουργούν στην Ελλάδα τα αντιφατικά μηνύματα που έρχονται από την Τουρκία και θέλει να είναι κατηγορηματικός: «Το μόνο μήνυμα που δίνουμε σε όλους τους γείτονές μας, περιλαμβανομένης και της Ελλάδας, είναι μήνυμα καλής γειτονίας και συνεργασίας». Και επαναλαμβάνει τη φράση που έχει πολιτογραφηθεί ως «δόγμα Νταβούτογλου», ότι δηλαδή ο στόχος της τουρκικής πολιτικής είναι «μηδέν προβλήματα με τους γείτονές μας για το μέγιστο της συνεργασίας». Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, άλλωστε, φαίνεται να τοποθετεί και την προοπτική της μείωσης των εξοπλισμών. Η Τουρκία- δηλώνει δίνοντας έμφαση στα λόγια του- «δεν έχει αντίληψη απειλής προς την Ελλάδα. Πιστεύω ειλικρινά ότι όσο εξελίσσονται οι σχέσεις και η συνεργασία μας και στην Ελλάδα θα εδραιωθεί τέτοια αντίληψη». Ο κ. Ερντογάν επανέρχεται στα προβλήματα του Αιγαίου για να τονίσει ότι αυτά είναι αλληλένδετα, μια «κληρονομιά από το παρελθόν» που πρέπει να την ξεπεράσουμε δίνοντας λύσεις ώστε «να μετατρέψουμε το Αιγαίο σε θάλασσα πραγματικής φιλίας και συνεργασίας». Και καταλήγει με μια δήλωση ιδιαίτερα σημαντική στέλνοντας την μπάλα στο ελληνικό γήπεδο. Για το Αιγαίο «δεν απορρίπτουμε εκ των προτέρων καμία λύση που θα στηρίζεται στην κοινή μας συγκατάθεση».
Σταθερότητα μέσω Λευκωσίας
Το Κυπριακό και το Αιγαίο είναι τα δύο προβλήματα που εμποδίζουν την «ανθοφορία» στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών.Ο χαρακτηρισμός αυτός έγινε από αξιωματούχο στο περιβάλλον του τούρκου πρωθυπουργού,αλλά αυτή είναι και η διαπίστωση και του κ.Ερντογάν καθώς απαντά σε ερώτηση για το Κυπριακό: «Η δίκαιη και μόνιμη λύση (του) θα αποτελέσει ένα μεγάλο βήμα για τη σταθερότητα και τη συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο και θα συμβάλει στη νέα περίοδο σχέσεων μεταξύ των δύο μητέρων-πατρίδων της Τουρκίας και της Ελλάδας».Δεν θέλει να προχωρήσει περισσότερο αν και,όπως λέγει τουρκική πηγή προς «Το Βήμα»,η κυβέρνηση Ερντογάν «είναι αποφασισμένη να παρακολουθήσει πιο συστηματικά» τις συνομιλίες στη Λευκωσία,καθώς πιστεύει ότι και η Αθήνα θα μπορεί «να ασκήσει αποτελεσματική παρέμβαση» στην ελληνοκυπριακή πλευρά.