Η μείωση των τιμών των φαρμάκων είναι αναγκαία για την επιβίωση του Συστήματος Υγείας, των Ταμείων, αλλά και της υγιούς βιομηχανίας φαρμάκων. Αναμφισβήτητα, αποτελεί ένα μόνο, ίσως το πρώτο, βήμα προς την ορθολογική αξιοποίηση των πόρων για την Υγεία. Η κυβέρνηση είχε ήδη εξαγγείλει μείωση τιμών από την αρχή του έτους και προ έξι περίπου εβδομάδων ψηφίστηκε νόμος σύμφωνα με τον οποίο οι τιμές στην Ελλάδα θα καθορίζονται από τον μέσον όρο των τριών χαμηλότερων τιμών στην Ευρώπη.
Για μια χώρα όπως η δική μας, που αντιμετωπίζει τεράστια οικονομικά προβλήματα και όπου το κόστος του φαρμάκου καλύπτεται σχεδόν εξ ολοκλήρου από τα ασφαλιστικά ταμεία, ο νόμος είναι δίκαιος και αναμφίβολα επιτρέπει λογικό κέρδος στη φαρμακοβιομηχανία.
Ο υπολογισμός της τιμής βάσει των τριών χαμηλότερων τιμών στην Ευρώπη δεν μπορεί να θεωρηθεί ασύμφορος, δεδομένου ότι συχνά μεταξύ των φθηνότερων, ως προς την τιμή, χωρών, δεν είναι μόνο κράτη όπως η Βουλγαρία ή η Ρουμανία, αλλά και κράτη όπως η Δανία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Και σε αυτές ακόμη τις χώρες υπάρχει περιθώριο κέρδους για τη βιομηχανία, ενώ είναι βέβαιον ότι υπάρχουν και άλλες ανεπτυγμένες χώρες όπου οι τιμές είναι ακόμη χαμηλότερες. Πρόσφατα παραδείγματα παρόμοιων μειώσεων είναι αυτά της Ιρλανδίας, όπου επήλθε συμφωνία σύμφωνα με την οποία οι τιμές μειώθηκαν κατά 40%, και της Αγγλίας, όπου υπήρξε σταδιακή μείωση η οποία οδήγησε σε πτώση 20%.
Τον τελευταίο μήνα οι υπηρεσίες του υπουργείου Εμπορίου εργάστηκαν σκληρά για να καθορίσουν τις νέες τιμές βάσει του προαναφερθέντος νόμου. Δεδομένου όμως ότι τα σκευάσματα κυκλοφορούν άλλοτε σε πέντε και άλλοτε και στις 27 χώρες της ΕΕ συχνά με διαφορετικό όνομα, διαφορετική ποσότητα και διαφορετική συσκευασία, ήταν πρακτικά αδύνατον να βρεθούν τιμές για 7.000 τουλάχιστον σκευάσματα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Ωστόσο κάθε υπολογισμός βάσει των δεδομένων που έχουν ήδη συλλεγεί και αναλυθεί έχει υποδείξει ότι όταν οι τιμές καθορίζονται από τον μέσον όρο των τριών χαμηλότερων μειώνεται το κόστος τουλάχιστον κατά 20%-25%.
Τις τελευταίες ημέρες υπάρχει ανησυχία σχετικά με τα φάρμακα και τα προϊόντα που καλύπτουν εξαιρετικά σπάνια νοσήματα αίματος. Συγκεκριμένα, ότι σε περιπτώσεις ελλείψεων οι πολυεθνικές φαρμακευτικές και οι υπεύθυνοι φαρμακέμποροι/προμηθευτές φαρμάκων θα διοχετεύσουν τα φάρμακα αυτά σε χώρες στις οποίες οι τιμές είναι υψηλότερες. Τα φάρμακα αυτά όμως προστατεύονται από την τελευταία αγορανομική διάταξη.
Πιστεύω ότι, ειδικά στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε, κανείς έλληνας επιχειρηματίας δεν θα θελήσει να παραβιάσει τον νόμο και τους κανόνες δεοντολογίας προκειμένου να διοχετεύσει φάρμακα που προορίζονται για τον έλληνα ασθενή σε ξένες αγορές, με αποκλειστικό γνώμονα το κέρδος. Παράλληλα, υπάρχει και αυστηρή νομοθεσία σχετικά με την ευθύνη για την παραγωγή φαρμάκων που είμαι βεβαία ότι θα εφαρμοσθεί, ενώ υπάρχει η δικλίδα ασφαλείας της άμεσης εισαγωγής φαρμάκων που έχουν έλλειψη από το Ινστιτούτο Φαρμακευτικής Ερευνας και Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ), καθώς και άλλες δικλίδες ασφαλείας που μελετά η κυβέρνηση.
Η κυρία Αθηνά Λινού είναι πρόεδρος της Επιτροπής Τιμών Φαρμάκων, αναπληρώτρια καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών.