Η πλήρης έκθεση του ΙΟΒΕΥποχωρεί ο δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα

Χαμηλότερα του μακροχρόνιου μέσου όρου της περιόδου 2001-2009 κινείται ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ελλάδα κατά το α΄δίμηνο του 2010 (διαμορφώνεται στις 74 μονάδες), σύμφωνα με τα στοιχεία της τριμηνίας έκθεσης του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).

Χαμηλότερα του μακροχρόνιου μέσου όρου της περιόδου 2001-2009 κινείται ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ελλάδα κατά το α΄δίμηνο του 2010 (διαμορφώνεται στις 74 μονάδες), σύμφωνα με τα στοιχεία της τριμηνίας έκθεσης του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).

Ο δείκτης βρίσκεται 8 μονάδες υψηλότερα από το επίπεδο της αντίστοιχης περσινής περιόδου, γεγονός που σημαίνει ότι το οικονομικό κλίμα δεν είναι όσο δυσμενές ήταν το α’ δίμηνο του 2009, όταν ο φόβος και η αβεβαιότητα για την ένταση της κρίσης ήταν ισχυρότερος.

Σταδιακά έχει πραγματοποιηθεί μια προσαρμογή επιχειρήσεων και καταναλωτών στις νέες δύσκολες συνθήκες και γίνεται ψυχραιμότερη αξιολόγηση, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι το κλίμα είναι θετικό.

Αντίθετα, αμέσως μετά τις εκλογές και μετά από μία παρατεταμένη προεκλογική περίοδο (μετά τις ευρωεκλογές) κατά τη διάρκεια της οποίας οι προσδοκίες είχαν ανακάμψει, πλέον έχει ξεκινήσει μια νέα πτωτική πορεία του δείκτη, η οποία, αν και συγκρατημένη, είναι συνεχής μέχρι και τον Φεβρουάριο.

Η επιδείνωση αυτή, είναι αποτέλεσμα της υποχώρησης των προσδοκιών σε όλους τους τομείς της οικονομίας, αλλά και της εξασθένησης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.

Η πτώση των προσδοκιών τον Νοέμβριο-Δεκέμβριο μπορεί να ερμηνευθεί ως ένα βαθμό ως διόρθωση της ισχυρής ανάκαμψης που αυτές είχαν σημειώσει κατά την εκλογική περίοδο.

Έκτοτε όμως, η υποχώρηση του δείκτη εκπορεύεται κυρίως από τη δυσχερή δημοσιονομική κατάσταση της χώρας και το αρνητικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί λόγω της εφαρμογής μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής.

Τα φορολογικά μέτρα και η περιοριστική εισοδηματική πολιτική αναμένεται να οδηγήσουν σε μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια, γεγονός που προεξοφλείται και εντείνει την αρνητική ψυχολογία και την αβεβαιότητα επιχειρήσεων και καταναλωτών κατά τους πρώτους μήνες του έτους.

Εξάλλου, ενδεικτικό του γεγονότος ότι η κρίση του τελευταίου διαστήματος είναι περισσότερο απόρροια της εγχώριας δημοσιονομικής συγκυρίας, παρά του ευρύτερου δυσμενούς κλίματος στις υπόλοιπες αγορές, είναι και η μη συμπόρευση του οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα το τελευταίο δίμηνο με την αντίστοιχη πορεία στους δείκτες των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίοι καταγράφουν βελτίωση.

Έτσι, ο μέσος δείκτης στην ΕΕ των «27» σημειώνει συνεχή άνοδο από τον Απρίλιο και μετά, ενώ μόνο κατά τους δύο πρώτους μήνες του νέου έτους παρουσιάζει σταθερότητα, στις 97 περίπου μονάδες, σημαντικά ανώτερα της αντίστοιχης περσινής περιόδου.

Ο Δείκτης Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης, μετά την έντονη άνοδο που κατέγραψε κατά την προεκλογική περίοδο, από το Νοέμβριο και μετά καταγράφει συνεχή υποχώρηση και το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου διαμορφώνεται κατά μέσο όρο στις -49 μονάδες, ελαφρώς ανώτερα της αντίστοιχης περσινής επίδοσης (-52 μονάδες).

Οι μέσοι ευρωπαϊκοί δείκτες για την ίδια περίοδο βρίσκονται σημαντικά υψηλότερα, στις -13 και -17 μονάδες αντίστοιχα σε ΕΕ και ευρωζώνη, γεγονός το οποίο κατατάσσει τους Έλληνες καταναλωτές για μια ακόμη φορά ανάμεσα στους πιο απαισιόδοξους Ευρωπαίους.

Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, η επιτάχυνσή του από τον περασμένο Οκτώβριο, που διακόπηκε προσωρινά τον Ιανουάριο, θα συνεχιστεί τους προσεχείς μήνες, αφενός λόγω της αύξησης της έμμεσης φορολογίας, αφετέρου λόγω της χαμηλής περυσινής βάσης του δείκτη τιμών μέχρι το μέσο του καλοκαιριού του 2009.

Από την άλλη πλευρά, οι υψηλότεροι έμμεσοι φόροι θα συμπιέσουν, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα, σε συνδυασμό με τη διεύρυνση της ανεργίας, τον περιορισμό των εισοδημάτων στο δημόσιο τομέα και την πολύ χαμηλή πιστωτική επέκταση, θα λειτουργήσουν αντίρροπα σε μια εκτεταμένη περαιτέρω ενίσχυση του πληθωρισμού.

Υπό αυτές τις επιδράσεις, ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί ελαφρά υψηλότερα από το 3% στο σύνολο του 2010, στο 3,1%.

Τα δημοσιονομικά μέτρα που ανακοινώθηκαν στις 3 Μαρτίου, όπως τονίζει το ΙΟΒΕ, είναι απολύτως απαραίτητα για τη θεραπεία των μεγάλων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας.

Ταυτόχρονα, αποτελούν ευκαιρία διόρθωσης λαθών του παρελθόντος και επαναφοράς της ελληνικής οικονομίας σε μια νέα, βιώσιμη, τροχιά οικονομικής ανάπτυξης, αφού όμως μεσολαβήσει μια περίοδος αρνητικών ρυθμών.

Το ΙΟΒΕ θεωρεί ότι τα μέτρα που ελήφθησαν είναι επαρκή για την επίτευξη του στόχου της μείωσης του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης στο 8,7% του ΑΕΠ το 2010, παρά την αναμενόμενη συρρίκνωση του ΑΕΠ το 2010 κατά 2,5% και τους υψηλότερους τόκους του δημόσιου χρέους.

Διαβάστε ολόκληρη την έκθεση του ΙΟΒΕ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.