Παρακολουθώντας τα στελέχη των κομμάτων να διαπληκτίζονται στα τηλεοπτικά παράθυρα για την οικονομία μένει ο καθείς με γεύση πικρή.
Οι περισσότεροι, ακόμη και τώρα, εμφανώς δεν κατέχουν το πρόβλημα, δεν έχουν κατανοήσει ούτε την κρισιμότητα ούτε τη συνθετότητα της κατάστασης.
Αντιπολιτευόμενοι και συμπολιτευόμενοι πολυλογούν ακατάπαυστα και επιχειρηματολογούν με τους όρους της προηγούμενης περιόδου.
Προφανώς δεν έχουν αφομοιώσει τον κίνδυνο της χρεοκοπίας, δεν συζητούν το ενδεχόμενο της πτώχευσης, δεν πιστεύουν ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί στην Ελλάδα.
Οι της Νέας Δημοκρατίας έχουν πιθανώς τους λόγους τους. Δεν θέλουν να θυμούνται ούτε να απολογούνται για τα πεπραγμένα της καραμανλικής διακυβέρνησης και προσπαθούν να καλυφθούν πίσω από την περιγραφόμενη, από τους ίδιους, πεντάμηνη ταλάντευση της νέας κυβέρνησης.
«Θέμα πτώχευσης δεν υπήρχε, ο Γιώργος το έφερε με τις καθυστερήσεις του» υποστηρίζουν οι βουλευτές και πρώην υπουργοί της. Αλλά όταν ερωτώνται για τα μέτρα, λένε άλλα λόγια ν΄ αγαπιόμαστε, τα ανέξοδα για τις σπατάλες και άλλα υπεραπλουστευτικά που δεν αντέχουν σε κριτική.
Τα στελέχη του ΚΚΕ ενεργούν ωσάν να μην είναι πρόβλημα η απειλή της πτώχευσης, την αντιμετωπίζουν σαν νομοτέλεια του «ευρωμονόδρομου» και ως ευκαιρία κομματικής συσπείρωσης, αγνοώντας ή μη συνυπολογίζοντας τις συνέπειες για τον κόσμο της εργασίας, στην υπεράσπιση του οποίου, σύμφωνα με τις διακηρύξεις τους, είναι ταγμένοι.
Στον ΣΥΡΙΖΑ, στον άλλο πόλο της Αριστεράς, επικρατεί ή άποψη ότι η απειλή της πτώχευσης είναι εφεύρημα, κατασκεύασμα και έκφραση της λεγόμενης «δημοσιονομικής τρομοκρατίας». «Δεν μπορεί, η Ευρώπη θα στηρίξει την Ελλάδα, δεν θα αφήσει το ευρώ να καταρρεύσει» λένε στην Κουμουνδούρου, χωρίς ακόμη και τώρα να πιστεύουν ότι τα δανεικά είναι δυσεύρετα.
Το παράδοξο είναι ότι και αρκετοί του κυβερνώντος κόμματος ασπάζονται την αυτή άποψη. Το κόμμα του κ. Καρατζαφέρη, από την άλλη πλευρά, επενδύει στην ιδέα του εθνικού μετώπου, αλλά όταν φθάνει στο διά ταύτα πνίγεται από τον λαϊκισμό που το ορίζει. Για να μη μιλήσουμε βεβαίως για το πλήθος των πολιτικολογούντων στα πολλά πια μέσα, χάρτινα και ηλεκτρονικά, που λένε και γράφουν τα απίθανα και ολοκληρώνουν το παζλ μιας χώρας κατεστραμμένης, που συνεχίζει να πλέει στα ονειρεμένα πελάγη της απόλυτης άγνοιας.
Ενας ξένος, ένας ανεξάρτητος παρατηρητής, που θα άκουγε τον σημερινό πολιτικό διάλογο στην Ελλάδα με βεβαιότητα θα έμενε με το στόμα ανοιχτό, από την αδυναμία κατανόησης του προβλήματος και ανταπόκρισης σε αυτό. Και βεβαίως αυτόματα θα είχε και τις απαντήσεις για το πώς φθάσαμε ως εδώ…