Ν. ΓΚΑΡΓΚΑΝΑΣ «Η χώρα πληρώνει ακριβά το πολιτικό παιχνίδι»

«ΗΡΘΕ Η ΣΤΙΓΜΗ να πληρώσουμε τον λογαριασμό για τα χρόνια που δεν κάναμε τίποτε.Και σ΄ αυτό έχουν τεράστια ευθύνη οι κυβερνήσεις και οι πολιτικοί». Αυτό τονίζει ο επίτιμος διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Ν. Γκαργκάνας στην πρώτη συνέντευξή του από το περασμένο καλοκαίρι που παρέδωσε τη σκυτάλη στον κ. Γ. Προβόπουλο. Απελευθερωμένος από τις δεσμεύσεις της θέσης, ότι « η χώρα πληρώνει ακριβά το πολιτικό παιχνίδι που επαναλαμβάνεται τα τελευταία χρόνια με τους ίδιους πρωταγωνιστές σε διαφορετικούς ρόλους». Απευθυνόμενους στους εργαζομένους, για τους οποίους υπήρξε «κόκκινο πανί» με τις συστάσεις του για συγκράτηση των μισθών τονίζει ότι « δικαιολογημένα ανησυχούν ότι έρχεται κύμα απολύσεων» και σημειώνει ότι η αύξηση της ανεργίας μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερη αν η κρίση πλήξει εκείνα τα σημεία της ελληνικής οικονομίας- τουρισμός, μεταποίηση- που είναι «ευάλωτα» λόγω διαρθρωτικών αδυναμιών και οι επιχειρήσεις εκτεθειμένες σε υπερβολικό δανεισμό. Αυτές θα χρεοκοπήσουν. Ο ίδιος θεωρεί ότι παρά ταύτα η χώρα δεν αντιμετωπίζει θέμα προσφυγής στο ΔΝΤ και ότι πέραν του υπαρκτού προβλήματος του χρέους το πολιτικό παιχνίδι ανεβάζει κι άλλο τα spreads, με αποτέλεσμα η χώρα να πληρώνει αυτό το κόστος.

«ΗΡΘΕ Η ΣΤΙΓΜΗ να πληρώσουμε τον λογαριασμό για τα χρόνια που δεν κάναμε τίποτε.Και σ΄ αυτό έχουν τεράστια ευθύνη οι κυβερνήσεις και οι πολιτικοί». Αυτό τονίζει ο επίτιμος διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Ν. Γκαργκάνας στην πρώτη συνέντευξή του από το περασμένο καλοκαίρι που παρέδωσε τη σκυτάλη στον κ. Γ. Προβόπουλο. Απελευθερωμένος από τις δεσμεύσεις της θέσης, ότι « η χώρα πληρώνει ακριβά το πολιτικό παιχνίδι που επαναλαμβάνεται τα τελευταία χρόνια με τους ίδιους πρωταγωνιστές σε διαφορετικούς ρόλους». Απευθυνόμενους στους εργαζομένους,
για τους οποίους υπήρξε «κόκκινο πανί» με τις συστάσεις του για συγκράτηση των μισθών τονίζει ότι « δικαιολογημένα ανησυχούν ότι έρχεται κύμα απολύσεων» και σημειώνει ότι η αύξηση της ανεργίας μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερη αν η κρίση πλήξει εκείνα τα σημεία της ελληνικής οικονομίας- τουρισμός, μεταποίηση- που είναι «ευάλωτα» λόγω διαρθρωτικών αδυναμιών και οι επιχειρήσεις εκτεθειμένες σε υπερβολικό δανεισμό. Αυτές θα χρεοκοπήσουν. Ο ίδιος θεωρεί ότι παρά ταύτα η χώρα δεν αντιμετωπίζει θέμα προσφυγής στο ΔΝΤ και ότι πέραν του υπαρκτού προβλήματος του χρέους το πολιτικό παιχνίδι ανεβάζει κι άλλο τα spreads, με αποτέλεσμα η χώρα να πληρώνει αυτό το κόστος.

– Το 2008 φαντάζει σαν εφιάλτης. Η σημερινή κρίση είναι χειρότερη από αυτή του 1929;

«Η εξέλιξη και η φύση των γεγονότων και οι επιπτώσεις της στην παγκόσμια οικονομία μοιάζουν σε κάποιον βαθμό με της κρίσης του 1929, αλλά υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές όσον αφορά το βάθος και τη διάρκεια των δύο κρίσεων. Η Μεγάλη Κρίση που άρχισε τον Οκτώβριο του 1929 στις ΗΠΑ έγινε μια παγκόσμια ύφεση που διήρκεσε 10 χρόνια. Το 1933, στο αποκορύφωμα της Μεγάλης Κρίσης, η ανεργία στις ΗΠΑ είχε αυξηθεί από το 3% στο 25% του εργατικού δυναμικού, οι μισθοί είχαν μειωθεί κατά 42% και το ΑΕΠ είχε περιοριστεί κατά το ήμισυ.

Είναι, βέβαια, αλήθεια ότι ύστερα από αρκετά χρόνια ισχυρής ανάπτυξης η παγκόσμια οικονομία έχει τώρα εισέλθει σε μια φάση μείζονος υποχώρησης. Η δραστηριότητα ήδη υποχωρεί στις περισσότερες προηγμένες οικονομίες και αναμένεται να εξασθενήσει περισσότερο τα επόμενα τρίμηνα. Η ανάπτυξη έχει εξασθενήσει και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Είναι πιθανό ότι η υποχώρηση αυτή θα είναι η μεγαλύτερη μετά τον Β Δ Παγκόσμιο Πόλεμο και θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση της ανεργίας.

Ωστόσο, ο ρυθμός της παγκόσμιας ανάπτυξης αναμένεται να επανέλθει σταδιακά στη μακροχρόνια τάση του το 2010. Το ΑΕΠ των ΗΠΑ προβλέπεται ότι θα μειωθεί περίπου κατά 1% το 2009, προτού αυξηθεί μόλις κατά 1,5% το 2010. Αν και φαίνεται ότι η ύφεση στις ΗΠΑ και στην παγκόσμια οικονομία θα είναι εντονότερη και θα διαρκέσει περισσότερο απ΄ ό,τι τώρα προβλέπεται, δεν είναι πιθανό ότι θα μετεξελιχθεί σε κατάρρευση της οικονομικής δραστηριότητας και των αγορών που θα διαρκέσει πολύ».

Βρίσκεται και η οικονομία μας μπροστά σε ύφεση;

«Η ελληνική οικονομία δεν φαίνεται να είναι κοντά σε μια ύφεση ή να οδεύει προς αυτήν. Αν και ο ετήσιος ρυθμός ανόδου του ΑΕΠ εξακολούθησε να επιβραδύνεται στη διάρκεια του 2008, παρέμεινε αρκετά υψηλός, στο 3,3% κατά μέσον όρο. Ωστόσο οι προοπτικές επιδεινώθηκαν γρήγορα τους τελευταίους τρεις μήνες. Εκτιμώ ότι το ΑΕΠ της Ελλάδος θα αυξηθεί περίπου κατά 2% το 2009. Ωστόσο, καθώς οι οικονομικές προοπτικές είναι πάρα πολύ αβέβαιες, είναι εξαιρετικά μεγάλη η πιθανότητα οι προβλέψεις αυτές να αποδειχθούν αισιόδοξες».

– Δηλαδή μπορεί να υποχωρήσει και κάτω από 2%;

«Βεβαίως, η ιστορία με την πιστωτική κρίση δεν τελείωσε, μπορεί να υπάρξουν εκπλήξεις, όπως το καλοκαίρι. Ποιος θα περίμενε ότι η άρνηση σωτηρίας της Lehman Βrothers θα έφερνε τρόμο και πανικό σε όλον τον κόσμο;».

Ολα δείχνουν ότι οι επιπτώσεις είναι μεγάλες. Οι τράπεζες έχουν προβλήματα ρευστότητας,οι επιχειρήσεις δανείζονται με υψηλό κόστος,μερικές έκλεισαν…

«Η αναταραχή που “χτύπησε” τις χρηματοπιστωτικές αγορές το καλοκαίρι του 2007 επιδεινώθηκε δραματικά στα μέσα Σεπτεμβρίου του 2008, καθώς εξαπλώθηκε καλύπτοντας σχεδόν όλον τον κόσμο. Αντιδρώντας σε προβλήματα που αντιμετώπιζαν στις οικονομικές καταστάσεις και στους ισολογισμούς τους, καθώς και στην αυξανόμενη απροθυμία των επενδυτών να αναλάβουν κινδύνους. Ακόμη και αφού “υποχωρήσουν” οι άμεσες εκδηλώσεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης αναμένεται ότι τα κριτήρια χρηματοδότησης θα παραμείνουν περιοριστικά και τα περιθώρια επιτοκίων μεγάλα σε όλη τη διάρκεια του 2009 και πιθανώς ως αργά στη διάρκεια του 2010. Οι ελληνικές τράπεζες, αν και δεν έχουν πληγεί άμεσα από την κρίση, έχουν και αυτές επηρεαστεί δυσμενώς. Το αποτέλεσμα είναι ότι αυξήθηκαν τα επιτόκια δανεισμού των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και έγιναν πιο περιοριστικές οι συνθήκες χρηματοδότησης, με άμεσες αρνητικές συνέπειες για την πραγματική οικονομία.

Οπως προανέφερα, η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα προβλέπεται να παραμείνει υποτονική στη διάρκεια του 2009. Αυτό αντανακλά μόνο εν μέρει τις συνέπειες της χρηματοπιστωτικής κρίσης και των δυσμενέστερων πιστωτικών συνθηκών. Πολύ σημαντικότερο ρόλο παίζουν άλλοι παράγοντες, όπως η εξασθένηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και των επιχειρήσεων, η επιδείνωση του εξωτερικού περιβάλλοντος και ιδίως η σωρευτική απώλεια ανταγωνιστικότητας. Μάλιστα οι πρόσφατες χρεοκοπίες σημαντικών επιχειρήσεων που αγωνίζονταν να επιβιώσουν υπό το βάρος των αυξανόμενων χρεών τους αντανακλούν κυρίως τη σωρευτική απώλεια ανταγωνιστικότητας τα τελευταία περίπου δέκα χρόνια».

– Οι εργαζόμενοι φοβούνται ότι έρχεται κύμα απολύσεων…

«Δικαιολογημένα οι εργαζόμενοι ανησυχούν ότι έρχεται κύμα απολύσεων. Σύμφωνα με την έρευνα συγκυρίας του ΙΟΒΕ, τον Νοέμβριο που πέρασε οι περισσότερες μεταποιητικές και κατασκευαστικές επιχειρήσεις προέβλεπαν μείωση της απασχόλησης για τους επόμενους 3-4 μήνες. Βέβαια, αντίστοιχα οι περισσότερες επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου και υπηρεσιών εξακολούθησαν να προβλέπουν αύξηση της απασχόλησης, όμως είναι αμφίβολο αν η αύξηση αυτή της απασχόλησης θα ήταν αρκετή για να αποτρέψει συνολικά αύξηση της ανεργίας. Το ποσοστό ανεργίας δεν έχει ακόμη επηρεαστεί αρνητικά από την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης, γιατί η υποχώρηση του ρυθμού ανάπτυξης επιδρά με χρονική υστέρηση στην απασχόληση και στην ανεργία. Ετσι, στο τρίμηνο Ιουλίου- Σεπτεμβρίου 2008 (την τελευταία περίοδο για την οποία υπάρχουν προσωρινά στοιχεία) το ποσοστό ανεργίας ήταν 7,2%, δηλαδή χαμηλότερο απ΄ ό,τι το αντίστοιχο τρίμηνο του 2007 (7,9%). Σύμφωνα όμως με τις πρόσφατες προβλέψεις του ΟΟΣΑ, το 2009 το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα θα φθάσει το 8%, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι θα είναι γύρω στο 9%.

Η αύξηση της ανεργίας μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερη αν η τρέχουσα κρίση πλήξει εκείνα τα σημεία της ελληνικής οικονομίας που είναι “ευάλωτα” λόγω διαρθρωτικών αδυναμιών. Πιστεύω ότι δεν υπήρξε η απαιτούμενη αποφασιστικότητα από τις κυβερνήσεις των τελευταίων 10-15 ετών ώστε να εφαρμοστούν οι πολιτικές εκείνες που θα επέτρεπαν στην οικονομία να πραγματοποιήσει το ποιοτικό άλμα που απαιτείται για να ενισχυθεί η ανθεκτικότητά της στους εξωτερικούς κραδασμούς».

-Παρ΄ ότι η οικονομία μας έδειξε στην αρχή να αντέχει, το ελληνικό χρηματιστήριο επλήγη με σφοδρότητα.

«Η απότομη πτώση των τιμών των μετοχών του Χρηματιστηρίου Αθηνών σε μεγάλο βαθμό αντανακλά την έντονη υποχώρηση των τιμών των μετο χών που σημειώθηκε διεθνώς στα χρηματιστήρια την περίοδο αυτή, ιδιαίτερα μετά τα μέσα Σεπτεμβρίου, όταν επεκράτησε πανικός στις αγορές λόγω της άρνησης της κυβέρνησης των ΗΠΑ να διασώσει από τη χρεοκοπία την επενδυτική τράπεζα Lehman Βrothers, η οποία, όπως απεδείχθη, ήταν πολύ σημαντική για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος διεθνώς. Η πτώση των τιμών των μετοχών στην Ελλάδα ήταν σημαντικά μεγαλύτερη από εκείνη των τιμών των μετοχών στις χρηματιστηριακές αγορές της Ευρώπης, της Ιαπωνίας και των ΗΠΑ, για τρεις κυρίως λόγους. Πρώτον, σημειώθηκε φυγή κεφαλαίων κυρίως προς τις ΗΠΑ, όταν οι ξένοι επενδυτές πωλούσαν μετοχές για να καλύψουν υποχρεώσεις τους προς τις μεγάλες τράπεζες των ΗΠΑ.

Δεύτερον, αυξήθηκε απότομα η ζήτηση για ασφαλείς τοποθετήσεις λόγω της κρίσης, με αποτέλεσμα να αυξηθεί σε σημαντικό βαθμό η “αποστροφή προς τον κίνδυνο” που χαρακτηρίζει τους επενδυτές.

Τρίτον, αυξήθηκε απότομα η αβεβαιότητα ως προς τη μελλοντική εξέλιξη των τιμών των μετοχών όταν αντεστράφησαν οι προσδοκίες για την κερδοφορία των επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών, επειδή οι προοπτικές για την οικονομική δραστηριότητα επιδεινώθηκαν».

– Κατά τη θητεία σας στην Τράπεζα της Ελλάδος κατηγορηθήκατε πολλές φορές για «κυνισμό».Ισως γιατί πάντοτε βρισκόσαστε απέναντι στους εργαζομένους.

«Πράγματι, μερικοί σχολιαστές μάς χαρακτήρισαν “στυγνούς τεχνοκράτες”, “κοινωνικά ανάλγητους”. Η άποψη αυτή είναι άδικη και μαρτυρεί- αν μη τι άλλοάγνοια του ρόλου μιας κεντρικής τράπεζας, αν λάβει κανείς υπόψη ότι σε όλον τον κόσμο οι κεντρικές τράπεζες προβάλλουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι οικονομίες των χωρών τους και προτείνουν εναλλακτικές επιλογές μέτρων πολιτικής. Εμείς, ως διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος, δεν κάναμε κάτι διαφορετικό. Μάλιστα το θεωρήσαμε υποχρέωσή μας σύμφυτη με τον ρόλο της κεντρικής τράπεζας ως συμβούλου τής εκάστοτε κυβέρνησης».

– Η πολιτική ρευστότητα κατά πόσον επηρεάζει την οικονομία;

«Ασφαλώς την επηρεάζει. Οι πολιτικές συνθήκες, στον βαθμό που δημιουργούν αβεβαιότητα και ανασφάλεια και υπονομεύουν την εμπιστοσύνη των πολιτών, επηρεάζουν αρνητικά τη συμπεριφορά των καταναλωτών και των επενδυτών και συνεπώς και την πορεία της οικονομίας».

– Πιστεύετε ότι χρειάζεται εθνική προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κρίσης; «Ναι, πιστεύω ότι χρειάζεται μια εθνική προσπάθεια. Στην παρούσα συγκυρία κύριος στόχος της οικονομικής πολιτικής πρέπει να είναι η ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων στην ελληνική οικονομία από τη συνεχιζόμενη κρίση στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές και τη σημαντική υποχώρηση του ρυθμού ανόδου της παγκόσμιας οικονομίας, ώστε να διασφαλιστεί η μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη προοπτική ανάπτυξης και να αποτραπεί αύξηση της ανεργίας. Οι στόχοι αυτοί πρέπει βέβαια να επιτευχθούν παράλληλα με τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών, τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και την αντιμετώπιση του προβλήματος της φτώχειας.

Πιστεύω ότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου και η ελληνική κοινωνία υιοθετούν τους στόχους αυτούς. Να σας αναφέρω ένα παράδειγμα. Αν σήμερα η Νέα Δημοκρατία που βρίσκεται στην κυβέρνηση και ο αρχηγός του ΠαΣοΚ κ. Γ.Παπανδρέου που διεκδικεί την εξουσία δεσμεύονταν ότι την επόμενη δεκαετία θα τηρούσαν πλεονασματικούς προϋπολογισμούς, τότε τα spreads στα ομόλογα θα μηδενίζονταν».

– Είναι αρκετή μια πολιτική δέσμευση;

«Γρήγορες λύσεις για τα συνολικά προβλήματα δεν υπάρχουν. Η επίτευξη των στόχων θα χρειαστεί χρόνο. Απαιτεί διαρθρωτικές προσαρμογές σε πολλούς τομείς και συνέχιση της προσπάθειας για πλήρη δημοσιονομική εξυγίανση κατά τα επόμενα χρόνια. Στις σημερινές πολιτικές συνθήκες, αλλά και με βάση την εμπειρία του παρελθόντος, έχω σοβαρές αμφιβολίες αν μπορεί κανείς να είναι αισιόδοξος ότι είναι δυνατόν να επιτευχθεί συναίνεση του πολιτικού κόσμου, έστω για κάποιες δράσεις- πολύ περισσότερο μάλιστα για τα μέτρα πολιτικής που απαιτούνται ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί. Βλέπετε, η χώρα πληρώνει ακριβά το πολιτικό παιχνίδι».

– Οι πολίτες έχουν στραφεί κατά των τραπεζών- για το υψηλό κόστος δανεισμού. «Για τις διαμαρτυρίες των πολιτών κατά των τραπεζών για το υψηλό κόστος δανεισμού θα ήθελα να επισημάνω τα εξής: τα επιτόκια των τραπεζικών δανείων στην Ελλάδα όντως εξακολούθησαν να αυξάνονται το 2008 ενώ τα αντίστοιχα στη ζώνη του ευρώ εμφάνισαν μείωση.

Τα ελληνικά τραπεζικά επιτόκια δεν ακολούθησαν την πτωτική πορεία των ευρωπαϊκών, ενδεχομένως λόγω των συνηθισμένων χρονικών υστερήσεων, αλλά ίσως και επειδή οι ελληνικές τράπεζες ενσωμάτωσαν στα δανειακά τους επιτόκια την αύξηση του κόστους άντλησης κεφαλαίων». – Πιστεύετε στην ανάγκη κρατικοποίησης των τραπεζών;

«Τυχόν κρατικοποίηση τραπεζών στη χώρα μας θα αποτελούσε οπισθοδρόμηση».

«Η κρίση θα φέρει αύξηση της ανεργίας»

Το δημόσιο χρέος προβάλλει σήμερα ως η μεγαλύτερη απειλή.

«Ηρθε η στιγμή να πληρώσουμε τον λογαριασμό για τα χρόνια που δεν κάναμε τίποτε. Και σ΄ αυτό έχουν τεράστια ευθύνη οι κυβερνήσεις. Σήμερα οι δημοσιονομικές ανισορροπίες αποτελούν το πιο κρίσιμο πρόβλημα, τη μεγαλύτερη απειλή που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία εδώ και πολλά χρόνια, γεγονός που έχει επισημανθεί κατά κόρον από την Τράπεζα της Ελλάδος, τους διεθνείς οργανισμούς και από άλλους, χωρίς όμως να δοθεί η δέουσα σημασία από τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας και την κοινή γνώμη. Απλώς η απειλή αυτή έγινε περισσότερο αισθητή τους τελευταίους μήνες εξαιτίας των νέων συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί μετά την κρίση, καθώς το δημόσιο χρέος, μολονότι μειώθηκε ως ποσοστό του ΑΕΠ την τελευταία οκταετία, εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλό και η διαφορά απόδοσης μεταξύ των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου και των αντίστοιχων γερμανικών τίτλων έχει διευρυνθεί σημαντικά. Αυτό συνέβη και στην περίπτωση άλλων ευρωπαϊκών χωρών, ή αναδυόμενων αγορών, με χαμηλότερη “πιστοληπτική αξιολόγηση” από τη Γερμανία. Η διεύρυνση της διαφοράς των αποδόσεων μεταξύ των ελληνικών 10ετών ομολόγων και των αντίστοιχων γερμανικών ήταν μεγαλύτερη από εκείνη που σημειώθηκε στις αγορές ομολόγων άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Η εξέλιξη αυτή αντανακλά κυρίως το γεγονός ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι το δεύτερο υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Μπορεί όμως επίσης να αποδοθεί κατά ένα μέρος στην αύξηση του ασφαλίστρου κινδύνου για την επένδυση σε ελληνικούς κρατικούς τίτλους εξαιτίας των πιέσεων στην Ελλάδα για χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής».

– Πώς μπορεί να αποτραπεί ο κίνδυνος να μην μπορούμε να δανειστούμε;

«Αυτό που συμβαίνει είναι ότι πληρώνουμε ακριβότερα, αλλά δεν έχουμε πρόβλημα να δανεισθούμε. Αλλωστε λόγω της κρίσης παντού στον κόσμο τα spreads ανέβηκαν.

Βασική προϋπόθεση για να αποτραπεί η απειλή που προβάλλει από το υψηλό δημόσιο χρέος είναι να συνεχιστούν και να ενταθούν οι προσπάθειες για πλήρη δημοσιονομική εξυγίανση τα επόμενα χρόνια. Αυτό είναι ένα δύσκολο αλλά αναγκαίο εγχείρημα για όλες τις κυβερνήσεις κατά τα επόμενα χρόνια.

Για να είναι αποτελεσματική η πολιτική μείωσης του δημόσιου χρέους ώστε να ενισχυθεί διεθνώς η αξιοπιστία του δημόσιου τομέα είναι αναγκαίο να υπάρξει ισχυρή πολιτική δέσμευση από την κυβέρνηση και τις λοιπές πολιτικές δυνάμεις του τόπου ότι θα επιδιωχθεί μεσοπρόθεσμα να είναι πλεονασματικός ο προϋπολογισμός σε επίπεδο “γενικής κυβέρνησης”».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.