ΛΟΝΔΙΝΟ.
Η τάση για μεγάλη κατανάλωση φαγητού, με την αύξηση του δείκτη της ζυγαριάς που αυτή συνεπάγεται, πιθανότατα ξεκινά από τον εγκέφαλο και δεν θεωρείται απόρροια μεταβολικών ανισορροπιών, σύμφωνα με μια νέα μελέτη που αποκάλυψε έξι γονίδια τα οποία συνδέονται με την παχυσαρκία.
Πέντε από αυτά τα γονίδια είναι ενεργά στον εγκέφαλο και για αυτόν τον λόγο οι επιστήμονες πιστεύουν ότι η καινούργια ανακάλυψή τους μπορεί να οδηγήσει σε νέες θεραπείες για την παχυσαρκία που θα στοχεύουν στο να αλλάξουν το ψυχολογικό υπόβαθρο του ατόμου απέναντι στο φαγητό παρά τη φυσική επιθυμία για κατανάλωση τροφής. Η μελέτη που αποκάλυψε τα νέα γονίδια- δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Νature Genetics»- βασίστηκε σε γενετική ανάλυση 90.000 ατόμων. Το DΝΑ των ανθρώπων αυτών σαρώθηκε ακόμη και για τις πιο μικρές μεταλλάξεις και συγκρίθηκε με τον Δείκτη Μάζας Σώματός τους (ΔΜΣ: αποτελεί το πηλίκο του βάρους σε κιλά με το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα). Οι ερευνητές που ανήκουν σε ένα μεγάλο κονσόρτσιουμ από τη Βρετανία, την Αμερική και την Ισλανδία εντόπισαν μέσω της γενετικής ανάλυσης έξι γονιδιακές παραλλαγές οι οποίες φαίνεται ότι προκαλούν μικρή αλλά σημαντική αύξηση του βάρους. Συγκεκριμένα, όπως προέκυψε, αν κάποιο άτομο έφερε και τις έξι παραλλαγές τυπικώς ήταν 1,5-2 κιλά βαρύτερο σε σύγκριση με τον μέσο όρο.
Το γεγονός ότι οι πέντε από τις γενετικές παραλλαγές που εντοπίστηκαν σχετίζονται με γονίδια που είναι ενεργά στον εγκέφαλο μαρτυρεί ότι τα περιττά κιλά είναι πιθανότατα το αποτέλεσμα του τρόπου που είναι δικτυωμένος ο εγκέφαλος από τη στιγμή της γέννησης. «Είναι αξιοσημείωτο πως σε ό,τι αφορά την παχυσαρκία ο εγκέφαλος φαίνεται να επηρεάζεται περισσότερο από τις γενετικές παραλλαγές,από τον λιπώδη ιστό ή τις διαδικασίες της πέψης» ανέφερε η δρ Ινές Μπαρόσο από το Ινστιτούτο Wellcome Τrust Sanger, κοντά στο Κέιμπριτζ που συμμετείχε στη μελέτη, και προσέθεσε: «Ως το 2007δεν είχε βρεθεί καμία γενετική σύνδεση με την παχυσαρκία που πλήττει τον γενικό πληθυσμό,ωστόσο σήμερα σχεδόν όλα τα γονίδια που έχουμε αποκαλύψει είναι πιθανόν να επηρεάζουν τη λειτουργία του εγκεφάλου».
Εκτιμάται ότι το 40%-70% των μεταβολών στον ΔΜΣ οφείλεται σε γονίδια παρά στο περιβάλλον, ωστόσο έως πρόσφατα τα μόνα γονίδια που είχαν συνδεθεί με την παχυσαρκία αφορούσαν αλλαγές στη φυσιολογία του σώματος, όπως το γονίδιο LΕΡ που είναι υπεύθυνο για την παραγωγή της ορμόνης λεπτίνης η οποία ρυθμίζει την πρόσληψη και τη δαπάνη ενέργειας.
Η τελευταία μελέτη όμως αρχίζει να ρίχνει φως σε πλήθος άλλων γονιδίων, το καθένα εκ των οποίων παίζει έναν μικρό αλλά σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση της παχυσαρκίας στον γενικό πληθυσμό η οποία έχει μετατραπεί σε «επιδημία» που τροφοδοτείται παράλληλα από τον ανθυγιεινό τρόπο διατροφής και την έλλειψη άσκησης.