«Κινδυνολογία» διέκρινε χθες το υπουργείο Οικονομίας στα δημοσιεύματα για τα περιθώρια των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων, αλλά λίγο αργότερα έγινε γνωστό ότι η διαφορά αποδόσεων για τα 10ετή ελληνικά κρατικά ομόλογα σε σχέση με τα γερμανικά έφθασε στις 220 μονάδες βάσης (2,20%) έναντι των 216 της περασμένης Παρασκευής, των 195 προ δεκαημέρου και των 70 τον Σεπτέμβριο. Η αναρρίχηση στις 217 μονάδες είναι η υψηλότερη διαφορά αποδόσεων που έχει παρατηρηθεί στα ελληνικά κρατικά ομόλογα σε σχέση με τα γερμανικά από τον Φεβρουάριο του 1999. Παρά το γεγονός αυτό, το υπουργείο Οικονομίας ανακοίνωσε χθες ότι «η κινδυνολογία που αναπτύσσεται όσον αφορά την ελληνική οικονομία δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα» . Το υπουργείο ανέφερε ότι η αύξηση των περιθωρίων των επιτοκίων των ομολόγων δεν περιορίζεται στην Ελλάδα και ότι οφείλεται στη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση και στις συνθήκες πίεσης που έχει προκαλέσει στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, αλλά και ότι «η Ελλάδα επηρεάζεται λόγω του υψηλού δημόσιου χρέους που συσσωρεύθηκε στο παρελθόν». Ταυτόχρονα το υπουργείο Οικονομίας υπογράμμισε ότι «το ελληνικό Δημόσιο καλύπτει κανονικά τις χρηματοδοτικές του ανάγκες και το ίδιο θα συνεχίσει να κάνει και στο μέλλον».
Πάντως ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2009 αναφέρει μεταξύ άλλων ότι από τα μέσα Οκτωβρίου του 2008 και μετά η έλλειψη ρευστότητας και το «πάγωμα» της διατραπεζικής αγοράς στην ευρωζώνη είχαν ως αποτέλεσμα την περαιτέρω διεύρυνση της διαφοράς αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων σε σχέση με τα αντίστοιχα γερμανικά σε επίπεδα προ της εισόδου της χώρας στην ΟΝΕ. Παράλληλα επισημαίνεται ότι η διεύρυνση της διαφοράς δεν οφείλεται στον κλονισμό της εμπιστοσύνης των επενδυτών προς τη χώρα μας, αλλά σε κλείσιμο θέσεων και σε μαζικές ρευστοποιήσεις των χαρτοφυλακίων ομολόγων των ευρωπαϊκών και διεθνών θεσμικών επενδυτών, με σκοπό την άντληση ρευστότητας.
Πάντως, το πρόγραμμα κρατικού δανεισμού για το 2008 ήδη έχει «ξεφύγει». Στόχος ήταν να φθάσει ο δανεισμός στα 37 δισ. ευρώ αλλά ξεπέρασε τα 42 δισ. ευρώ, ενώ για το 2009 προβλέπεται να ξεπεράσει τα 45 δισ. ευρώ. Δυσάρεστο είναι επίσης το γεγονός ότι στόχος για το 2008 ήταν να φθάσουν οι δαπάνες για τόκους στα 10,5 δισ. ευρώ αλλά ξεπέρασαν τα 11,3 δισ. ευρώ, ενώ για το 2009 προβλέπεται να φθάσουν οι δαπάνες αυτές στα 12 δισ. ευρώ.