Η τρομοκρατία, που τον τελευταίο καιρό μονοπωλεί παγκοσμίως το ενδιαφέρον των κρατούντων και της κοινής γνώμης, δεν είναι ένα φαινόμενο των καιρών μας. Είναι τόσο παλιά όσο και η εμφάνιση του οργανωμένου κράτους, εναντίον του οποίου άλλωστε στρέφεται. Επομένως δεν μας εκπλήσσει το ότι είναι γνωστά επεισόδια και από την αρχαιότητα, που μπορούν να θεωρηθούν, τηρουμένων των αναλογιών, ως τρομοκρατικές ενέργειες.
Στην Αθήνα, π.χ., μια γνωστή τρομοκρατική πράξη, με επιπτώσεις στη μετέπειτα πορεία της, ήταν αυτή της αποκοπής των Ερμών. Οι Ερμές ήταν πεσσοί, συνήθως μαρμάρινοι, που στο πάνω μέρος τους κατέληγαν τις περισσότερες φορές σε κεφαλή του θεού Ερμή και, εκτός των άλλων, χρησίμευαν ως οδοδείκτες. Συχνά στήνονταν σε σταυροδρόμια και πάνω τους αναγράφονταν οι αποστάσεις τους από διάφορα μέρη τα οποία επίσης ονοματίζονταν. Ενα πρωινό στα τέλη της Ανοιξης του 415 π.Χ., και ενώ ο αθηναϊκός στόλος ετοιμαζόταν να αποπλεύσει για τη μακρινή Σικελία, έντρομοι οι Αθηναίοι είδαν ακρωτηριασμένους πολλούς από τους πεσσούς αυτούς, που ήταν στημένοι σε διάφορα σημεία της πόλης τους.
Επρόκειτο για ένα προμελετημένο σχέδιο διάφορες ομάδες είχαν αναλάβει την καταστροφή συγκεκριμένων ερμαϊκών στηλών που πιθανόν απέβλεπε στη ματαίωση της σικελικής εκστρατείας, στην πραγματικότητα όμως είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ετσι οι υποψίες έπεσαν κυρίως στους ολιγαρχικούς, τους οποίους πολλοί υποψιάζονταν ότι σε συνεργασία ακόμη και με τους Λακεδαιμονίους συνωμοτούσαν για την ανατροπή της δημοκρατίας.
Οι Αθηναίοι αποφάσισαν να δώσουν μεγάλα χρηματικά ποσά σε όσους θα έδιναν πληροφορίες που θα οδηγούσαν στη σύλληψη των δραστών και ακόμη να προσφέρουν αμνηστία σε όσους τυχόν ομολογούσαν οι ίδιοι τη συμμετοχή τους στην «τρομοκρατική» αυτή ενέργεια. (Μέτρα με… διαχρονική και παγκόσμια χρήση). Μπροστά στον κίνδυνο να ανατραπεί το δημοκρατικό τους πολίτευμα, έδιναν βάση σε οποιαδήποτε καταγγελία χωρίς να την εξετάζουν επαρκώς. Ετσι πολλοί αθώοι πολίτες, ανάμεσά τους και νομοταγείς και έντιμοι, βρέθηκαν τότε στη φυλακή ή στην εξορία, στερημένοι των περιουσιών τους, ενώ υπήρξαν και εκτελέσεις. Οι έρευνες για τον εντοπισμό των δραστών αποκάλυψαν και άλλες, μικρότερης σημασίας, παράνομες πράξεις που είχαν γίνει στο παρελθόν, όπως ήταν η διακωμώδηση των Ελευσινίων Μυστηρίων που είχαν κάνει επώνυμοι Αθηναίοι, ανάμεσά τους και ο Αλκιβιάδης.
Ως γνωστόν κύρια δύναμη του αθηναϊκού κράτους ήταν ο πολεμικός στόλος που είχε ως βάση του τα τρία λιμάνια του Πειραιά. Τον Κάνθαρο, το σημερινό μεγάλο κεντρικό λιμάνι, τη Μουνιχία, το σημερινό Τουρκολίμανο, και τη Ζέα, το σημερινό Πασαλιμάνι, όπου είχαμε και τον μεγαλύτερο πολεμικό ναύσταθμο των Αθηναίων. Στα λιμάνια αυτά είχαν κτιστεί τα περίφημα νεώρια, τεράστια δηλαδή υπόστεγα όπου κατά τη διάρκεια του χειμώνα εύρισκαν προστασία οι τριήρεις και τα άλλα πολεμικά πλοία.
Τα νεώρια αυτά, η κύρια αιχμή της αθηναϊκής δύναμης, που πολιτικοί του 4ου αι. π.Χ. δεν δίσταζαν να τα συγκρίνουν με τα μνημεία της Ακρόπολης, φαίνεται ότι κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου θεωρούνταν ως πιθανός στόχος τρομοκρατικών ενεργειών. Χαρακτηριστικός είναι ένας διάλογος από τους Αχαρνής (στ. 910 κε.) του Αριστοφάνη, ανάμεσα σε έναν φουκαρά Βοιωτό έμπορο, που ήλθε να πουλήσει την πραμάτεια του στην εχθρική για τη Θήβα Αθήνα, και σε δυο Αθηναίους, που αντιπροσωπεύουν τις δυο κυρίαρχες τάσεις της Αθήνας της εποχής αυτής, τον ειρηνιστή Δικαιόπολη και τον φιλοπόλεμο Νίκαρχο. Νικ.: «Ποιανού η πραμάτεια τούτη;». «Δκιά μ, απ’ τ Φήβα» απαντά ο Βοιωτός με χαρακτηριστική βαρειά χωριάτικη προφορά. Νικ.: «Είδη εχθρικά, κι εγώ τα καταγγέλνω». Βοι. «Τί σ φταίξαν τα έρμα πλιά κι τς έχ’ς τόσου άχτ;». Νικ.: «Κι αυτά κι εσέ θα πάω να καταδώσω» Βοι.: «Μπά! Σί γγιάξαμ’ ιμείς;». Νικ. (παίρνοντας ένα φιτίλι από το εμπόρευμα του Βοιωτού): «…Απ’ των εχθρών τη χώρα μπάζεις φτίλι». Δικ.: «Και για ένα φτίλι εσύ μας βάζεις φτίλια;» Νικ.: «Αυτό μπορεί το ναύσταθμο να κάψει». Δικ.: «Το ναύσταθμο ένα φτίλι;» Νικ.: «Ναι». Δικ.: «Και πώς;». Νικ.: «Ενας Βοιωτός το φτίλι αυτό το στήνει σ’ ένα καλάμι απάνω και τ’ ανάβει την ώρα που πολύ ο βοριάς φυσάει κι αφήνοντάς το στου αυλακιού το ρέμα ολόισα προς το ναύσταθμο το στέλνει· κι αν ένα πλοίο πάρει φωτιά, τότε όλο το στόλο μας οι φλόγες θα τον ζώσουν» (μτφρ. Θρ. Σταύρου).
Βεβαιωμένα οι πολεμικοί ναύσταθμοι του αθηναϊκού κράτους ήταν στόχος εμπρηστών κατά τον 4ο αι. π.Χ. Γύρω στα μέσα του αιώνα αυτού, κάποιος πληρωμένος πράκτορας του Φιλίππου Β’, ονόματι Αντιφών, σχεδίαζε να κατακάψει τον αθηναϊκό πολεμικό στόλο. Οι προθέσεις του όμως έγιναν αντιληπτές, οπότε και αναγκάστηκε να κρυφτεί στον Πειραιά ευελπιστώντας στην προστασία της φιλομακεδονικής μερίδας της Αθήνας. Ωστόσο με πρωτοβουλία του Δημοσθένη ο επίδοξος εμπρηστής συνελήφθη και μάλιστα χωρίς να τηρηθούν οι νόμιμες διαδικασίες, αφού άνευ ειδικής έγκρισης παραβιάστηκε το άσυλο της κατοικίας. Ακολούθησε η αφαίρεση της αθηναϊκής ιθαγένειας και στη συνέχεια η εκτέλεσή του. Ορισμένοι ιστορικοί, χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, πιστεύουν ότι ο Αντιφών δεν ήταν έμμισθο όργανο του Φιλίππου Β’ και ότι στην πράξη του αυτή κινήθηκε από μόνος του.
Η τρομοκρατία προϋποθέτει την ύπαρξη μιας νόμιμης ανώτατης εξουσίας που διαχειρίζεται τις υποθέσεις ενός πληθυσμού που κατοικεί μόνιμα σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Υπενθυμίζω ότι οι αρχαίοι Ελληνες ονόμασαν την εξουσία αυτή κράτος (=δύναμη) και πίστευαν ότι σε προσωποποιημένη μορφή, το Κράτος είχε αδέλφια του τη Βία, τη Νίκη και τον Ζήλο, πατέρα τον Τιτάνα Πάλλαντα και μητέρα την άτεγκτη Στύγα!
Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.