Στις 18 Μαρτίου 1936 ο Ελευθέριος Βενιζέλος πέθανε εξόριστος στο Παρίσι. Πολιτικός ηγέτης με αδιαμφισβήτητη ακτινοβολία, τροφοδότησε διχαστικά πάθη όσο ζούσε αλλά και μετά τον θάνατό του. Οπως συμβαίνει με τέτοιες προσωπικότητες, η εικόνα του υπήρξε προϊόν μυθοποίησης με εξίσου θετικές ή αρνητικές συνδηλώσεις. Ο Παλαμάς ήδη από το 1918 τον συνέδεσε με τον Καποδίστρια και τον Τρικούπη, ορίζοντας με αυτόν τον τρόπο τους πολιτικούς «προγόνους» του. Από την άλλη μεριά, οι πολιτικοί «απόγονοι» του Βενιζέλου άρχισαν να πληθαίνουν όσο απομακρυνόμασταν από τη χρονιά του θανάτου του. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κώστας Σημίτης θα μπορούσαν να προβάλλονται κατά καιρούς ως απόγονοί του, ανάλογα αν θα τονιζόταν η εικόνα του ισχυρού ηγέτη ή του εκσυγχρονιστή της χώρας. Αλλωστε με το όνομα του Βενιζέλου ταυτίστηκε κάτι πολύ ευρύτερο από πολιτική παράταξη – ο αστικός εκσυγχρονισμός, ενώ η εξωτερική πολιτική του συνδυάστηκε με τον ρεαλιστικό και ορθολογικό σχεδιασμό. Στο σημερινό αφιέρωμα του «Βήματος» παρουσιάζονται τα βασικά χαρακτηριστικά του βενιζελισμού από τον Θάνο Βερέμη καθώς και διαφορετικές όψεις της βενιζελικής πολιτικής, η εξωτερική πολιτική από τη Λίνα Λούβη και η εργατική πολιτική από τον Κώστα Φουντανόπουλο, ενώ δύο άρθρα εστιάζουν στο ίδιο το πρόσωπο του Βενιζέλου: ο Δ. A. Σωτηρόπουλος εξετάζει το ερμηνευτικό σχήμα του χαρισματικού ηγέτη και ο Φώτος Λαμπρινός «βλέπει» τον Βενιζέλο μέσα από τον κινηματογραφικό φακό.
Στην πολιτική αυτό που μετράει είναι η έγκαιρη παρέμβαση, ακόμη και όταν κάποιες ομάδες διανοουμένων έχουν προηγηθεί της εποχής τους ή μεγάλοι αριθμοί πολιτών υπολείπονται. H Ελλάδα του 1908 βρέθηκε σε τριπλό αδιέξοδο. H διεθνής ύφεση έπληξε κυρίως τη διάθεση των αγροτικών προϊόντων και περιόρισε τα μεταναστευτικά εμβάσματα. Ο αλυτρωτισμός βρισκόταν σε περίοδο στασιμότητας και τα πολιτικά κόμματα είχαν χάσει την αξιοπιστία τους. Το στρατιωτικό προνουντσιαμέντο του 1909 ετοίμασε το σκηνικό για την είσοδο του Βενιζέλου στην ελληνική πολιτική και ο ίδιος αντιλαμβανόταν ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για την ανανέωση του πολιτικού κόσμου, την πραγματοποίηση των αλυτρωτικών οραμάτων του δέκατου ένατου αιώνα και τη δημιουργία θεσμών που θα εκσυγχρονίσουν το ελληνικό κράτος.
* Υπό την σκέπην του βασιλέως
Πρωταγωνιστής του κρητικού ζητήματος εκπροσωπούσε ένα παλιό αίτημα των αλύτρωτων αδελφών της Κρήτης. Κληρονόμος της πολιτικής πελατείας του Θεόδωρου Δηλιγιάννη που μετά τη δολοφονία του περιπλανήθηκε χωρίς άξιο ποιμένα, ο Βενιζέλος φρόντισε, αντίθετα από εκείνον, να προετοιμάσει, κατά το τρικουπικό πρότυπο, τη χώρα προτού την εκθέσει στην επόμενη εθνική εξόρμηση. Ο προσεταιρισμός τού Στέμματος εξασφάλιζε την ενότητα που είχε διασαλευθεί από το κίνημα στο Γουδί και ο ευγνώμων μονάρχης υποστήριξε τον ευεργέτη του κρητικό πολιτικό με την εντολή να σχηματίσει κυβέρνηση. Προηγήθηκε η πρόταση της Ενωσης Ελληνικών Σωματείων για τη υποψηφιότητα του Βενιζέλου στην A´ Διπλή Αναθεωρητική Βουλή. Ευτυχείς συγκυρίες όλες, ανθρώπων και θεσμών.
Στην ανακοίνωση της 2ας Οκτωβρίου 1910, ο Γεώργιος περιέβαλε τον Βενιζέλο με την απόλυτη εμπιστοσύνη του προκειμένου να εφαρμόσει το πρόγραμμά του. H διάλυση της Βουλής και η προκήρυξη νέων εκλογών στις 28 Νοεμβρίου θα εξασφαλίσουν στον Βενιζέλο την αυτοδυναμία. Οι εκλογές αυτές μετά την αποχή των παλαιών κομμάτων μετατράπηκαν σε δημοψήφισμα υπέρ του βενιζελισμού
Το κόμμα του κρητικού ηγέτη ήταν το πρώτο «κόμμα στο οποίο οι τοπικές οργανώσεις θα είχαν αποφασιστική γνώμη για την ανάδειξη των στελεχών» (Γρ. Δαφνής, Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα 1821 – 1961, Γαλαξίας, 1961, σ. 121). Το Κόμμα των Φιλελευθέρων θα αποκτήσει τοπικές οργανώσεις με τη μορφή λεσχών, κατά το αγγλικό πρότυπο, ώστε οι λέσχες αυτές να δημιουργήσουν τα νέα στελέχη. Οι περισσότεροι από τους βουλευτές του 1910 παρέμειναν στελέχη των Φιλελευθέρων ως τον θάνατο του Βενιζέλου.
* «Ανόρθωση» και διχασμός
Ο βενιζελισμός ως πολιτικό κίνημα ταυτίζεται με τον εκσυγχρονισμό των θεσμών και την προσαρμογή της χώρας στα ευρωπαϊκά της πρότυπα. Παράλληλα, αποτελεί προετοιμασία για νέες αλυτρωτικές εξορμήσεις, οι οποίες θα πραγματοποιήσουν την εδαφική ολοκλήρωση της Ελλάδας. Υπάρχει η αντίληψη ότι ο Βενιζελισμός διαπερνάει την αστική τάξη του κεφαλαίου και του ιδιωτικού τομέα, δημιουργώντας αντιπάλους ανάμεσα σε κρατικοδίαιτους αστούς, τους εισοδηματίες γαιοκτήμονες και τα μονοπώλια όπως της Εθνικής Τράπεζας (Γ. Μαυρογορδάτος, Βενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, στο Γ. Θ. Μαυρογορδάτος – Χρήστος Χατζηισωσήφ (επιμ.), Βενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 1988, σ. 11). Αλλοι υποστηρίζουν ότι το «κατ’ εξοχήν παραγωγικό τμήμα της αστικής τάξης, οι βιομήχανοι, διαφώνησε γρήγορα με τη βενιζελική πολιτική και ήρθε σε διάστασι μαζύ του», πριν από την εκδήλωση του Εθνικού Διχασμού το 1915 (Χρ. Χατζηιωσήφ, «Εισαγωγή» στο Χρ. Χατζηιωσήφ (επιμ.) Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα, Οι απαρχές 1900 – 1922, A½ τόμος, σ. 35).
Το βέβαιο είναι ότι η αρχική συναίνεση, που εξασφάλισε η βενιζελική ανόρθωση, επρόκειτο να απολεσθεί καθ’ οδόν προς τον διχασμό. Με τον διχασμό παγιώθηκαν τα γεωγραφικά ερείσματα του βενιζελισμού (νέα Ελλάδα) και διαμορφώθηκαν συμμαχίες και αντίπαλοι του βενιζελισμού ανάλογα με τη θέση ομάδων και ατόμων έναντι της βασιλικής κρατικής εξουσίας μετά τη δεύτερη παραίτηση της κυβέρνησης Βενιζέλου το 1915.
* Ο μαγνητισμός του εθνάρχη
Το στοιχείο του χαρίσματος του ηγέτη, που κατέστησε τον βενιζελισμό κάτι περισσότερο από πολιτική ιδεολογία, δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Ο μαγνητισμός του Βενιζέλου υπερβαίνει τα όρια της ρασιοναλιστικής ανάλυσης, όπως και ο αντίρροπος μαγνητισμός του Κωνσταντίνου στο αντίπαλο στρατόπεδο, φαντάζει σήμερα αναχρονιστικός. Ο «κουμπάρος» βασιλιάς με τις λαϊκές συνήθειες και τον πληθωρικό χαρακτήρα αποτέλεσε πρότυπο ανδρισμού με απήχηση στους συντηρητικούς οπαδούς του. Ετσι ο ευρωπαίος εκσυγχρονιστής έγινε για τους αντιβενιζελικούς το εχθρικό σύμβολο της υποτέλειας σε ξένα συμφέροντα. Επρόκειτο ακόμη για σύγκρουση δύο μορφών εθνικισμού, του επεκτατικού και εκσυγχρονιστικού, με τον απομονωτικό – συντηρητικό.
* H υιοθέτηση του… Αριστοτέλη
H πολιτική φιλοσοφία του Βενιζέλου υπήρξε, σύμφωνα με τον Γρ. Δαφνή, οπισθοδρόμηση στη δημοκρατικότητα του Χαριλάου Τρικούπη. Στην ομιλία του της 5ης Σεπτεμβρίου 1910 στην Πλατεία Συντάγματος, ο Βενιζέλος είπε μεταξύ άλλων:
«Ο Αριστοτέλης είπεν ότι όταν ο εις, ο μονάρχης δηλαδή εν τω μοναρχικώ πολιτεύματι ή οι ολίγοι εν τω αριστοκρατικώ ή οι πολλοί, τα πολιτικά δηλαδή κόμματα, εν τω δημοκρατικώ και σήμερον εν τω συνταγματικώ πολιτεύματι, άρχωσι προς το κοινό συμφέρον, η Πολιτεία είναι ορθή. Οταν δε ο εις ή οι ολίγοι, ή οι πολλοί άρχωσι προς το ίδιον συμφέρον η Πολιτεία αυτή αποτελεί παρέκβασιν Πολιτείας οδηγούσα εις την κακοδαιμονίαν των λαών.»
Με την πρόταση αυτή ο Βενιζέλος υιοθέτησε την αριστοτελική άποψη της πολιτικής, αποδίδοντας μεγαλύτερη σημασία στον τρόπο λειτουργίας του πολιτεύματος από ό,τι στη μορφή του. Ταυτίστηκε έτσι με την άποψη του Αριστοτέλη, ο οποίος πίστευε ότι υπάρχουν καλές και διεφθαρμένες όψεις των πολιτευμάτων: το αριστοκρατικό ή το ολιγαρχικό, το δημοκρατικό ή το οχλοκρατικό. Συνεπώς δεν υπάρχουν καλές και κακές μορφές πολιτευμάτων αλλά ενάρετες και διεφθαρμένες εκδοχές λειτουργίας των μορφών. Ο ρεαλισμός αυτός που διατρέχει τον βενιζελισμό είχε ένα σοβαρό μειονέκτημα, τη συγκυρία. Αν ήταν αγαθή, ο θεσμός του αρχηγού της κυβέρνησης που εκπροσωπούσε ο ίδιος ο Βενιζέλος και του αρχηγού τού κράτους που εκπροσωπούσε ο μονάρχης θα συμβίωναν αρμονικά όπως συνέβη στο βραχύ διάστημα που συνέπεσε η βασιλεία του Γεωργίου με την πρωθυπουργία Βενιζέλου (1910-1913). H άνοδος του Κωνσταντίνου στον θρόνο μετά τη δολοφονία του Γεωργίου στη Θεσσαλονίκη άλλαξε ριζικά τη σχέση των θεσμών και προκάλεσε τη σύγκρουση των εκπροσώπων τους.
Ο κ. Θάνος Βερέμης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας (ΕΣΥΠ).