«Το «Εμπρός» είναι έργο των χειρών μου»
Συναντηθήκαμε με τον σκηνοθέτη Τάσο Μπαντή στο Θησείο, στο ψηλοτάβανο σπίτι όπου έχει εγκατασταθεί τα τελευταία πέντε χρόνια, για μια συνέντευξη που εκκρεμούσε εδώ και μήνες. Από τη στιγμή που η διάλυση των «Μορφών» που ίδρυσαν από κοινού με τη Ράνια Οικονομίδου και τον Δημήτρη Καταλειφό έγινε οριστική και αμετάκλητη, αυτή η κουβέντα ήταν να γίνει. Δεν ένιωθε όμως έτοιμος. Εκτοτε μεσολάβησαν πολλά. Οι τόνοι υψώθηκαν, τα λόγια που εκστομίστηκαν βάρυναν, οι σχέσεις των ανθρώπων διαταράχθηκαν. Εκείνος βρέθηκε από τη μία όχθη. Οι δύο ηθοποιοί από την άλλη. Το διαζύγιο κάθε άλλο παρά συναινετικό ήταν. Με εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις, οι δύο πλευρές επιμένουν. Ποιος έχει δίκιο; Δεν είναι εύκολο να πει κανείς. Ο χρόνος θα δείξει.
Τώρα ο Τάσος Μπαντής κάνει μια νέα αρχή, την τρίτη κατά σειρά, και ελπίζει ότι αυτή θα είναι και η τελευταία. Είναι άλλωστε 50 χρόνων. Η πρώτη εμπειρία με τη «Σκηνή» τού έμαθε ότι ομάδες στο θέατρο δεν μπορούν να υπάρξουν. Γι’ αυτό και ο ίδιος ποτέ δεν εξέλαβε τις «Μορφές» ως ομάδα αλλά ως μια συνεργασία μεταξύ φίλων. Μετά τη σκοτεινή και δύσκολη περίοδο που πέρασε δεν κρύβει πια τα όνειρα και την αισιοδοξία του για το μέλλον. Τον πειράζει όμως, πιο πολύ απ’ όλα, που διαταράχθηκε ανεπανόρθωτα, φοβάται η σχέση του με τη Ράνια και τον Δημήτρη. «Ο χρόνος βέβαια δρα καταλυτικά και ποτέ δεν ξέρεις τι θα φέρει. Μέσα μου ελπίζω πάντα. Γαλήνεψα. Δεν έχω ενοχές, γιατί υπήρξα ως την τελευταία στιγμή απολύτως ειλικρινής και ξεκάθαρος. Ο,τι έγινε, έγινε και ανήκει στο παρελθόν. Καλό είναι να ασχοληθούμε με το μέλλον. Γιατί η ψυχή μας αύριο κάνει πανιά, που λέει και ο ποιητής» καταλήγει. Και η συνέντευξη αρχίζει.
Κύριε Μπαντή, με την πρόσφατη κοινή τους επιστολή η Ράνια Οικονομίδου και ο Δημήτρης Καταλειφός σάς χαρακτηρίζουν ευθέως «ανέντιμο» για τη στάση που κρατήσατε στην υπόθεση της διάλυσης των «Μορφών». Με τη συνέντευξή της στο «Βήμα» η Ράνια Οικονομίδου σάς είχε καταλογίσει την ευθύνη για αυτή τη διάλυση. Πώς το σχολιάζετε;
«Προτού αναφερθώ στους χαρακτηρισμούς θέλω να αναφερθώ σε κάτι που έχει πολύ μεγάλη αξία για μένα. Με τη Ράνια και τον Δημήτρη υπήρξαμε φίλοι και συνεργάτες επί 20 ολόκληρα χρόνια. Ημασταν κάτι παραπάνω από φίλοι. Ημασταν σχεδόν οικογένεια. Και νομίζω ότι αυτό ήταν και μια από τις βασικές αιτίες που οδήγησε τα πράγματα εδώ που τα οδήγησε. Γιατί η λειτουργία ενός οργανισμού απαιτεί ορισμένες πρακτικές προϋποθέσεις τις οποίες δεν λάβαμε ποτέ σοβαρά υπόψη μας. Στηριχθήκαμε στη φιλία μας και γι’ αυτό φτάσαμε εδώ που φθάσαμε. Θέλω να πω ότι για μένα τα 20 αυτά χρόνια, η σχέση μας, η δουλειά που κάναμε, το έργο που παρήχθη, αποτελούσαν και θα αποτελούν ένα πολυτιμότατο κεφάλαιο της ζωής μου. Ο,τι υπήρξε ήταν πολύτιμο και παραμένει, και το κρατώ για το μέλλον. Θα επιθυμούσα και θα ευχόμουν το ίδιο να συνέβαινε και για τους δύο πρώην συνεργάτες και φίλους μου. Με λυπεί ότι με την κοινή τους επιστολή η Ράνια και ο Δημήτρης με καταγγέλλουν, όπως με λύπησε και η συνέντευξη της Ράνιας στο «Βήμα». Κυρίως γιατί μίλησαν με έναν τρόπο που μηδενίζει ό,τι πολύτιμο μας συνέδεσε στο παρελθόν. Δεν θα ήθελα να απαντήσω καθόλου στην επιστολή. Με λυπούν οι χαρακτηρισμοί μου ως ανήθικου και ανέντιμου. Χωράει νερό η συζήτηση περί ηθικής και εντιμότητας, και για να απαντήσω θα έπρεπε να μπω σε λεπτομέρειες αυτής της διαμάχης. Μιας διαμάχης που δεν ξέσπασε σαν κεραυνός εν αιθρία. Είναι μια ιστορία που επωάζεται εδώ και χρόνια και έφθασε εκεί που έφθασε. Οι χαρακτηρισμοί είναι εύκολοι και θα μπορούσε να τους κάνει ο καθένας. Δεν θέλω να τους ανταποδώσω».
Ωστόσο είναι πιο εύκολο για σας να είστε γενναιόδωρος, καθώς είστε και ο μόνος που βγήκε κερδισμένος από αυτή την ιστορία. Διατηρείτε τον χώρο και, όπως υποστηρίζει η άλλη πλευρά, αυτό συνέβη εξαιτίας ενός τυχαίου και συμπτωματικού γεγονότος: της δικής σας υπογραφής στα συμβόλαια μίσθωσης του «Εμπρός».
«Τα πράγματα πραγματικά φαίνονται έτσι όπως τα λέτε. Αλλά δεν είναι. Το κυρίαρχο είναι η διάλυση των «Μορφών». Αν δεν μας συνέδεε η συναισθηματική σχέση που μας συνέδεε, αυτό θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και πολλά χρόνια. Από νωρίς φάνηκε ότι ο καθένας μας εννοούσε διαφορετικά αυτό το «μαζί». Οσο περνούσαν τα χρόνια οι διαφορές και οι διαφωνίες πύκνωναν, οξύνονταν και οδήγησαν επανειλημμένα σε συγκρούσεις που τα τελευταία χρόνια μετέτρεψαν τη ζωή μας σε κόλαση. Πρέπει κανείς να έχει τη γενναιότητα να καταπολεμά τον κίνδυνο του να ζει σε μια αρρώστια εν ονόματι μιας συνήθειας. Το μαχαίρι στο κόκαλο πληγώνει και τις δύο πλευρές. Είναι όμως μια καθαρτήρια έξοδος από μια αρρωστημένη κατάσταση. Η σχέση μας, η πνευματική και η καλλιτεχνική, είχε λήξει προ ετών. Το καταστατικό των «Μορφών» προέβλεπε ότι η διάρκεια της εταιρείας θα ήταν δεκαετής και ότι έληγε στις 31 Δεκεμβρίου του 1999. Σχεδόν σύσσωμη η συνέλευση αποφάσισε να μην παρατείνει τη ζωή της εταιρείας και έτσι να δοθεί και ένα τυπικό τέλος σε αυτή τη συνύπαρξη».
Και το θέατρο;
«Από εκεί και πέρα είναι γεγονός ότι το θέατρο μένει σ’ εμένα, μέσα από κάτι που χαρακτηρίσατε συμπτωματικό. Δεν θα ήθελα να επεκταθώ. Αλλά χρησιμοποιώντας την ίδια λέξη, συμπτωματικά (εντός πολλών εισαγωγικών και με άπειρα ερωτηματικά), όλα τα έγγραφα, όλα τα χαρτιά που αφορούσαν τη ζωή των «Μορφών» όλα τα χρόνια είχαν από κάτω την υπογραφή μου. Αυτό κάτι σημαίνει. Την ερμηνεία την αφήνω σ’ εσάς. Νομίζω ότι ηθικά δικαιούμαι, γι’ αυτόν και μόνον τον λόγο, να συνεχίσω τη δουλειά μου στο «Εμπρός»».
Αυτό σημαίνει ότι είχατε αναλάβει ατύπως την ευθύνη της λειτουργίας του θεάτρου αυτή τη δεκαετία;
«Οχι όλη τη δεκαετία. Τα πρώτα πέντε-έξι χρόνια. Οταν μετά άρχισαν τα προβλήματα, οι συγκρούσεις και φάνηκε ο πολύ δικαιολογημένα διαφορετικός δρόμος που ήθελε να τραβήξει ο καθένας, κυριάρχησε το χάος και δεν υπήρχε κανένα πεδίο να ασκήσει κανείς οποιαδήποτε ευθύνη».
Δεν ήταν κοινές οι αποφάσεις; Η υπογραφή σας δεν ήταν τυπική;
«Το τυπικό ξέρουμε όλοι πολύ καλά ότι πολλές φορές είναι άκρως ουσιαστικό».
Ας ξεκαθαρίσουμε όμως κάτι. Η αρχική δική σας υπογραφή στα συμβόλαια ήταν όντως συμπτωματική; Θα μπορούσε να είχε μπει από τη Ράνια Οικονομίδου ή τον Δημήτρη Καταλειφό;
«Οχι. Μόνο από μένα θα μπορούσε να μπει. Διότι για να μπει αυτή η υπογραφή ξημεροβραδιαζόμουν μέρες ατελείωτες, όπως και με όλα τα άλλα θέματα που επακαλούθησαν στη ζωή του θεάτρου, πράγμα που δεν συνέβαινε με τους δύο πρώην συναδέλφους μου. Δεν είμαι εγώ αυτός που θα ήθελε να εξηγήσει τους λόγους. Δεν κατηγορώ κανέναν για τίποτε. Ηταν δύο ηθοποιοί, εξαιρετικά ικανοί και οι δύο, που η παρουσία τους στο θέατρο ως ηθοποιών ήταν άκρως ουσιαστική και γόνιμη. Εκεί εξαντλείτο κατ’ ουσίαν ο ρόλος τους στη λειτουργία του θεάτρου».
Ετσι όπως παρουσιάζετε τα πράγματα φαίνεται σαν να ήσασταν εξαρχής η κεφαλή του θεάτρου, το οποίο εμείς εκλαμβάναμε ως αποτελούμενο εξίσου από τους τρεις σας. Δεν θα είχαν ιδρυθεί δηλαδή οι «Μορφές» χωρίς την υπογραφή σας;
«Οι «Μορφές» θα είχαν ιδρυθεί. Αλλά δεν θα υπήρχαν αν εγώ δεν αναλάμβανα να ασκήσω μια καθολική ευθύνη επί όλων των ζητημάτων, των καλλιτεχνικών, της φυσιογνωμίας, της πορείας, της οργάνωσης, της διοίκησης, της λειτουργίας του θεάτρου. Θα υπήρχαν ο Μπαντής, η Οικονομίδου, ο Καταλειφός μεμονωμένα ως άτομα. Θα μπορούσε να είχε υπογράψει η Ράνια, αν ήταν εκεί. Απλώς δεν ήταν εκεί».
Καθ’ όλη τη διάρκεια της συνεργασίας σας τους καλούσατε να μοιρασθούν τις ευθύνες του θεάτρου ή όχι;
«Επανειλημμένως τους καλούσα. Μια από τις σταθερές αιτίες των συγκρούσεών μας ήταν αυτό. Από την αρχή, από τα πρώτα χρόνια. Τους έκρουα τον κώδωνα ότι αυτό θα οδηγήσει σε άσχημο σημείο τα πράγματα».
Ποια ήταν τα καταλυτικά γεγονότα που άλλαξαν την πορεία των πραγμάτων;
«Δεν θέλω να αναφερθώ σε γεγονότα. Θεωρώ απολύτως φυσιολογικό αυτό που έγινε. Είναι μαθηματικώς αδύνατον να μην οδηγηθεί εκεί, να μην έχει αυτή τη μοίρα η καλλιτεχνική συστέγαση τριών ανθρώπων, έτσι όπως έγινε μ’ εμάς. Είναι πολύ φυσικό στην πορεία του χρόνου ο κάθε άνθρωπος να διαφοροποιείται. Να νομίζει ότι επιθυμεί κάτι και έπειτα από μερικά χρόνια να μην το επιθυμεί πια. Είναι νόμιμο και σεβαστό».
Η στάση των ηθοποιών ήταν ίδια από την αρχή;
«Οχι. Ποτέ δεν υπήρχε αυτό το «δύο και ένας». Αντιθέτως η παρουσία και ο ρόλος του καθενός στο θέατρο περνούσαν κυρίως μέσα από την προσωπική τους σχέση μ’ εμένα. Η σύνδεσή τους σε δύο εναντίον ενός έγινε μέσα από τα τελευταία γεγονότα».
Από το γεγονός ότι έμειναν έξω από το θέατρο;
«Δεν έμειναν έξω από πουθενά. Ο χώρος είναι το τελικό αποτέλεσμα όλης αυτής τη διαδικασίας. Και οι τρεις μείναμε απέξω. Διαλύθηκε ένα σχήμα. Ολοι αυτοί οι χαρακτηρισμοί περί εκδιώξεως είναι επιεικώς ανυπόστατοι».
Είναι εκ του πονηρού, εννοείτε; Διότι από την άλλη παραμένοντας μόνος σας στο θέατρο καρπούσθε τη φήμη του «Εμπρός»…
«Μόνο που το «Εμπρός» είναι έργο των χειρών μου. Αυτό που λέμε «Εμπρός», η φυσιογνωμία του, η γεύση του, το άρωμά του, το χρώμα του, είναι έργο κατ’ εξοχήν των χειρών μου. Και το λέω ευθαρσώς».
Δηλαδή το αποτέλεσμα που βλέπαμε δεν προερχόταν από τους τρεις σας;
«Αυτό θα το κρίνετε εσείς ως θεατές. Και δεν δικαιούμαι ούτε διανοούμαι να αμφισβητήσω τη σημασία της παρουσίας τους ως ηθοποιών, η οποία ήταν εξαιρετικά πολύτιμη και καθοριστική για το θέατρο. Αυτό όμως είναι το ένα. Και η συνολική φυσιογνωμία, ο χαρακτήρας του θεάτρου, είναι κάτι τελείως διαφορετικό».
Οπότε δικαίως κρατάτε το θέατρο;
«Ναι. Εν ολίγοις θεωρώ ότι είναι έτσι».
Αυτό δεν αναιρεί όμως τον ομαδικό χαρακτήρα αυτής της δουλειάς;
«Ομαδική δουλειά δεν υπήρξε ποτέ. Ομάδα δεν υπήρξαμε ποτέ. Υπήρξαν διακεκριμένοι ρόλοι. Εγώ ήμουν από την αρχή ο σκηνοθέτης και τα παιδιά οι ηθοποιοί. Εκτός από σκηνοθέτης ήμουν και ό,τι άλλο μπορεί να διανοηθεί κανείς. Οι ρόλοι ήταν απολύτως διακριτοί. Δεν λειτουργήσαμε ποτέ ως ομάδα. Απλώς ήμασταν τρεις στενοί φίλοι. Τρεις αγαπημένοι άνθρωποι. Και αυτό είναι μια ευλογία. Και έτσι ήταν και έτσι έβγαινε προς τα έξω. Ωσπου κατέληξε να γίνει μπούμερανγκ και να μας οδηγήσει στη διάλυση».
Πράγματι τους ζητήσατε κάποια στιγμή να ηγηθείτε του σχήματος και εκείνοι να σας ακολουθήσουν;
«Αληθεύει. Μόνο που αυτό έγινε έπειτα από γεγονότα και καταστάσεις που τίναξαν συθέμελα στον αέρα τη ζωή του θεάτρου. Ηταν μια κίνηση που την έκανα εν πλήρει συνειδήσει για να μπορέσουν να διασωθούν και το σχήμα και η όποια καλλιτεχνική και ανθρώπινη σχέση μας».
Η σχέση όμως διαταράχθηκε από τη δική σας επιθυμία να αναλάβετε τα ηνία του θεάτρου;
«Οχι. Αυτό ήταν αποτέλεσμα γεγονότων που είχαν προηγηθεί. Και εγώ είμαι άνθρωπος συναισθηματικά ανασφαλής, δένομαι πολύ με τους ανθρώπους που αγαπώ, δεν μου ήταν εύκολο να δεχθώ ότι η συμβίωσή μου με τη Ράνια και τον Δημήτρη θα έληγε τόσο άδοξα, και έκανα μια ύστατη προσπάθεια για να περισώσω ό,τι ήλπιζα ότι θα μπορούσε να περισωθεί. Ηταν όμως και δικό μου λάθος. Επρεπε να είμαι πιο σκληρός με την πραγματικότητα και να μην κάνω καν αυτή την προσπάθεια, διότι δεν υπήρχε τίποτε να περισωθεί».
Ωστόσο υπήρχε και ένας χώρος που θα έμενε σ’ εσάς;
«Αυτό δεν το ήξερε κανείς μας. Αυτό ανακαλύφθηκε όταν τα πράγματα είχαν οριστικά τελειώσει».
Δηλαδή δεν υπήρχε δόλος σε αυτό το σημείο;
«Δεν θα απαντήσω. Η πολιτεία μου και αυτό που είμαι είναι γνωστά σε όλους τους ανθρώπους με τους οποίους έχω συνεργασθεί στο θέατρο και μας έχουν γνωρίσει και τους τρεις. Δεν επιθυμώ να υπερασπισθώ δημόσια ούτε την ηθική μου ούτε την εντιμότητά μου».
Δεν σκεφθήκατε όμως ότι δεν θα έπρεπε να παραμείνετε στο θέατρο;
«Οχι, δεν το σκέφθηκα. Δεν ήταν μια εύκολη απόφαση να πω ότι θα μείνω σε αυτόν τον χώρο μετά τη διάλυση, αλλά εν τέλει την έλαβα.
Με παίδεψε όμως. Αισθάνομαι ότι έχω το δικαίωμα να υπερασπίζομαι τα πράγματα που υπερασπίζομαι και που γι’ αυτά συνδημιουργήσαμε με τη Ράνια και τον Δημήτρη το «Εμπρός»».
Τα χρέη;
«Ολα τα τυπικά ζητήματα που αφορούσαν τις «Μορφές», τα χρέη, τα περιουσιακά στοιχεία, τα πάντα, έχουν διευθετηθεί».
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιπέτειαςυπήρξαν άνθρωποι που σας στήριξαν;
«Με στήριξε απίστευτα το γεγονός ότι όλοι οι άνθρωποι που ήταν μαζί μας, δηλαδή όλα τα ιδρυτικά μέλη των «Μορφών», οι συνεργάτες μας όλα αυτά τα χρόνια, οι φίλοι μας, μου συμπαραστάθηκαν και θέλω δημόσια να τους ευχαριστήσω. Η μόνη κατακραυγή προήλθε από τη Ράνια, τον Δημήτρη και τον Γιώργο Κέντρο. Ενδεικτικά να αναφέρω ότι όλα τα ιδρυτικά μέλη των «Μορφών» είναι και ιδρυτικά μέλη, μηδενός εξαιρουμένου, της Εταιρείας Θεάτρου «Εμπρός»».
Τώρα μιλάτε μεταξύ σας;
«Δεν ξέρω να απαντήσω. Με τον Δημήτρη μιλάω, με τη Ράνια μάλλον όχι. Κοιτάξτε, η ζωή είναι πολύ μικρή. Οταν γνωριστήκαμε ήμουν 30 χρόνων. Τώρα είμαι 50. Φταίει η ζωή που τα έφερε έτσι.
Τώρα καλό είναι να ζήσουμε υγιώς ό,τι μας απομένει. Δεν θέλω να παρελθοντολογώ. Βγαίνω από μια μεγάλη ψυχική κούραση και πραγματικά θα ήθελα να θεωρηθεί λήξασα αυτή η ιστορία. Το ίδιο θα ευχόμουν για τους άλλους».
Υπάρχει όμως και η προσωπική πικρία. Οταν φύγατε από τη «Σκηνή» του Λευτέρη Βογιατζή, τόσο η Ράνια Οικονομίδου όσο και ο Δημήτρης Καταλειφός σάς στήριξαν για να βγείτε μπροστά ως σκηνοθέτης.
«Προφανώς είχαν λόγους για να το κάνουν. Δεν νομίζω ότι θα έπρεπε να χρωστώ ευγνωμοσύνη σε κανέναν γι’ αυτό. Και εγώ τους στήριξα για να συνεχίσουν τη σταδιοδρομία τους ως ηθοποιοί, με τους όρους που ήθελαν. Από τη μεριά μου παίχθηκε από την πρώτη στιγμή ένα τίμιο παιχνίδι και με ανοιχτά χαρτιά. Με θλίβει το γεγονός ότι δεν έγινε το ίδιο και από την άλλη πλευρά».
Η νέα Εταιρεία Θεάτρου «Εμπρός» και τα σχέδιά της
«Στη νέα Εταιρεία Θεάτρου «Εμπρός», που ξεκινάει από το μηδέν, θα εφαρμόσω το μόνο μοντέλο, φοβάμαι, που μπορεί να επιτρέψει σε ένα θέατρο να λειτουργήσει: θα έχω εγώ τη συνολική καλλιτεχνική και οικονομική ευθύνη. Θα κάνουμε πρεμιέρα τον Οκτώβριο. Στην Επάνω Σκηνή θα παρουσιάσουμε «Το τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη και γύρω στις γιορτές θα ανεβεί στην Κάτω Σκηνή το έργο του Δημήτρη Κορδάτου «Το Ημερολόγιο της άμμου», που δεινοπάθησε μέσα στην περιπέτεια των «Μορφών» ήταν να ανεβεί το 1998-1999.
Στο «Τάβλι» παίζουν ο Χρήστος Στέργιογλου και ο Αγης Εμμανουήλ. Στο «Ημερολόγιο», ο Γιώργος Μοσχίδης, η Μαρία Κεχαγιόγλου, ο Γεράσιμος Μιχελής, ο Ιωσήφ Πολυζωίδης, η Ιωάννα Παγιατάκη, ο Δημήτρης Ξανθόπουλος ενώ αναζητείται και το μικρό αγοράκι που θα ολοκληρώσει τη διανομή. Και τα δύο έργα θα τα σκηνοθετήσω εγώ. Σκηνογράφος θα είναι η Ελένη Μανωλοπούλου ενώ τη μουσική στο έργο του Κορδάτου θα γράψει ο λαρισαίος τραγουδοποιός Θανάσης Παπακωνσταντίνου.
Για τη συνέχεια έχω κλείσει το άπαικτο έργο της ποιήτριας Μαρίας Λαϊνά, που θα ανεβεί το 2001-2002. Αυτή την εποχή περνώ μια περίοδο με αυξημένο ενδιαφέρον για το ελληνικό έργο και τον ελληνικό λόγο στο θέατρο. Μέσα σε αυτή την προβληματική μου θα ήθελα πολύ να επισκεφθώ έργα του Κεχαΐδη, της Αναγνωστάκη κ.ά. Εχω στα χέρια μου δύο έργα πρωτοεμφανιζόμενων συγγραφέων, του Αριστείδη Αντωνά και του Αντώνη Νικολή. Παράλληλα εξακολουθώ να επιθυμώ σφόδρα να πραγματοποιήσω ένα σχέδιο που επρόκειτο να γίνει με τις «Μορφές» και τινάχθηκε στον αέρα. Την παρουσίαση του «Βυσσινόκηπου» του Τσέχοφ παράλληλα με «Το τσέρκι» του Σλάφκιν, ενός σύγχρονου ρώσου συγγραφέα. Εχω και ένα ακόμη σχέδιο για αργότερα: το ανέβασμα των τριών τελευταίων έργων του Σαίξπηρ «Κυμβελίνος», «Χειμωνιάτικο παραμύθι» και «Τρικυμία» σε διαδοχικές παραστάσεις, μέσα από έναν συνδετικό ιστό που έχω στο μυαλό μου. Οσο για τη Σχολή, η λειτουργία της οποίας διεκόπη, αφού έβγαλε δύο φουρνιές ηθοποιών, είναι κάτι που με απασχολεί. Θα ήθελα στο μέλλον να φτιαχτεί και πάλι μια σχολή, όταν οι συνθήκες θα μου το επιτρέψουν».