» Η οικολογία αποτελεί μέρος του εκσυγχρονισμού «
Από το 1981 στις πράσινες επάλξεις. Αλλά μην μπερδευτείτε με το… χρώμα. Τότε ο κ. Ηλίας Ευθυμιόπουλος, 35 χρόνων, υπήρξε από τους πρώτους που έφεραν το ζιζάνιο της οικολογικής αναζήτησης στη χώρα μας. Διευθυντής της Εταιρείας Οικολογίας και Ανάπτυξης και διευθυντής σύνταξης των περιοδικών «Οικολογία και Περιβάλλον» και «Νέα Οικολογία» ως το 1990 και μετά διευθυντής του γραφείου της Greenpeace στην Αθήνα ως το 1997. Υστερα τράβηξε για αλλού… Σύμβουλος σε θέματα περιβάλλοντος της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων «Αθήνα 2004», υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΠαΣοΚ το 1999 και τώρα υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ. Εντός των τειχών της εξουσίας πλέον. Η γραμμή που χωρίζει τον ακτιβιστή για το περιβάλλον από τον θώκο της κυβερνητικής θέσης μπαίνει σαν τομή. Από τον χώρο των κοινωνικών κινημάτων στον… ρεαλισμό της πολιτικής ατζέντας.
Γιατί το οικολογικό κίνημα (σε όποια έκταση και μορφή αναπτύχθηκε) στη χώρα μας δεν βρήκε την πολιτική έκφρασή του σε ένα κομματικό σχήμα με γερές βάσεις; Με άλλα λόγια, γιατί στην Ελλάδα δεν κατάφερε να επιβιώσει ένα πράσινο κόμμα;
«Στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κοινωνίες όπου το οικολογικό κίνημα βρήκε πολιτική έκφραση τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 και δημιούργησε πράσινα κόμματα με «στέρεες βάσεις» υπήρχαν δύο προϋποθέσεις: πρώτον, είχαν ήδη ικανοποιηθεί οι περισσότερες υλικές ανάγκες διευκολύνοντας το πέρασμα σε «μεταϋλικά αιτήματα», δηλαδή διεκδικήσεις που αφορούν την ποιότητα της ζωής· και, δεύτερον, η ύπαρξη κοινωνικών κινημάτων με υψηλό βαθμό συγκρότησης αλλά και μιας ποικιλίας Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ), συνεργατικών ομάδων, κινήσεων πολιτών κτλ.
Στην Ελλάδα, όταν στις αρχές του ’90 ξεκίνησε η πολιτική συγκρότηση του οικολογικού κινήματος, δεν υφίστατο ούτε η μία ούτε η άλλη προϋπόθεση σε επαρκή βαθμό: η ελληνική κοινωνία δεν είχε ικανοποιήσει τις «βασικές» ανάγκες της ενώ τα κοινωνικά κινήματα, οι ΜΚΟ κτλ. ήταν ελάχιστα ανεπτυγμένα σε αυτόνομη βάση και ο δημόσιος χώρος εξακολουθούσε να κυριαρχείται από τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα και τις κλασικές συνδικαλιστικές οργανώσεις. Το ενδιαφέρον πάντως είναι ότι κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90 και ενώ τα πολιτικά σχήματα των ελλήνων οικολόγων φυλλορροούσαν παρατηρούμε μια έκρηξη περιβαλλοντικών οργανώσεων, κινήσεων πολιτών κ.ά.».
Σήμερα θεωρείτε εφικτό να υπάρξει ένα τέτοιο κόμμα με αυτόνομη παρουσία; ή η λύση είναι η συμπόρευση με «συγγενείς» πολιτικές δυνάμεις που εντάσσουν τις οικολογικές ευαισθησίες στο πρόγραμμά τους με τη στήριξη ατόμων του οικολογικού χώρου;
«Στη ζωή τίποτε δεν μπορεί να αποκλειστεί αλλά κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα. Και αυτό διότι τη θέση ενός οικολογικού κόμματος έχουν κατά πολύ πάρει οι προαναφερόμενες οργανώσεις, πολλές από τις οποίες κάνουν εξαιρετική δουλειά. Ενα μέρος της πράσινης πολιτικής έχει πλέον ενσωματωθεί στον προγραμματικό λόγο και στην πρακτική των κομμάτων. Πρέπει άλλωστε να τονιστεί ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο ορισμένα «παραδοσιακά» κόμματα έχουν πλέον έναν πιο προοδευτικό και τολμηρό λόγο από τους Πρασίνους, ακόμη και για θέματα ποιότητας ζωής».
Τι απαντάτε σε όσους στηλιτεύουν την επιλογή πρωτεργατών της οικολογίας (και υμών) στα κέντρα λήψης αποφάσεων σε επίπεδο κυβερνητικό;
«Με όσα αναφέρω και πριν γίνεται, ελπίζω, κατανοητό ότι δεν πρέπει να εξαιρούμε τα σημερινά πολιτικά κόμματα, ακόμη και τα κόμματα εξουσίας, από την οικολογική προβληματική. Η οικολογία αποτελεί μέρος του εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος και δεν υπάρχει λόγος να περιχαρακωθεί σε αυτόνομα σχήματα».