Ο Α. Κ. Χριστοδούλου ξεκίνησε να διαβάζει τον «Μόμπι Ντικ» το 1980 στη μετάφραση της Αγλαΐας Μητροπούλου (εκδόσεις Πεχλιβανίδη). Ηταν μια παιδική έκδοση από την οποία είχαν αφαιρεθεί τα αποσπάσματα στοχασμού, προσπαθώντας να κρατηθεί αμείωτο το ενδιαφέρον της περιπέτειας. Διαβάζοντας προσεκτικά το ελληνικό κείμενο ο Θανάσης Χριστοδούλου ένιωσε ότι υπήρχε μια σχετική ανακολουθία στην απόδοση των όρων. Ο ίδιος δεν γνώριζε τότε καλά αγγλικά. Εχοντας μια σύντομη θητεία σε φροντιστήριο της Αθήνας κατά τα φοιτητικά του χρόνια, προσπάθησε στη συνέχεια να αποκτήσει μόνος του τις βασικές γνώσεις γραφής και ανάγνωσης. Για την ομιλία ούτε λόγος… Με τη βοήθεια του λεξικού έκανε αντιπαραβολή του αμερικανικού κειμένου με το ελληνικό. Από την πρώτη παράγραφο διαπίστωσε ότι «πίσω από κάθε φράση του Μέλβιλ υπάρχουν τρεις αναγνώσεις» και δεν έμεινε ικανοποιημένος από τις επιλογές της μεταφράστριας. Αποφάσισε να αφιερώσει τον ελεύθερο χρόνο του στην ανάγνωση του βιβλίου που είχε κυκλοφορήσει το 1851.
Για τις ανάγκες της πρώτης ανάγνωσης ο Θανάσης Χριστοδούλου αγόρασε το δωδεκάτομο λεξικό της Οξφόρδης. Μελετούσε κάθε λέξη. Οχι μόνον εκείνες που αγνοούσε αλλά ακόμη και εκείνες που γνώριζε: «Προσήγγιζα κάθε λέξη ιστορικά αλλά και μέσα στο περιβάλλον της. Κάθε λέξη φορτίζεται διαφορετικά, ανάλογα με το πότε χρησιμοποιήθηκε, από ποιον και για ποιο λόγο. Ετσι διαπίστωσα ότι ορισμένες λέξεις που θεωρούμε δεδομένες, διαφοροποιούνται στο κείμενο του Χέρμαν Μέλβιλ. Αρχικά εργάστηκα χωρίς να ανατρέξω σε θεωρητικά κείμενα σχετικά με τον συγγραφέα. Εκείνο που με ενδιέφερε ήταν να αντιληφθώ μόνος μου την κοσμοθεωρία του. Δεν υπήρχε καλύτερος τρόπος από την τριβή με το κείμενο». Οταν έφθασε στο δέκατο κεφάλαιο αποφάσισε να μεταφράσει το βιβλίο. Επέστρεψε στις πρώτες σελίδες και άρχισε την επίπονη απόδοση στη νεοελληνική. Παράλληλα εργαζόταν στο δικηγορικό γραφείο του. Αυτό που τον μαγνήτιζε στον Χέρμαν Μέλβιν ήταν περισσότερο ο φιλοσοφικός στοχασμός παρά η λογοτεχνική ποιότητα των έργων του. «Ο Μέλβιλ θέτει βασανιστικά ερωτήματα. Ετσι δεν με ενδιέφερε ο λογοτεχνία αυτή καθαυτή αλλά οι τοποθετήσεις του σχετικά με τον άνθρωπο, που παρουσιάζεται ως το τραγικό και αδικημένο ον στο Σύμπαν».
Η εργασία γύρω από τον Χέρμαν Μέλβιλ έχει πολλές παραμέτρους για τον Θανάση Χριστοδούλου. Αρχικά έμαθε αγγλικά. Στη συνέχεια αναζήτησε βιβλία σχετικά με το έργο του, ήλθε σε επαφή με ξένους εκδότες και πανεπιστημιακούς και μελετητές. Για τις εκδοτικές δραστηριότητές του εξοικειώθηκε με τον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Κατέληξε μάλιστα να σχεδιάσει μόνος του 25 πολυτονικές γραμματοσειρές κάτι που συνήθως το αναλαμβάνουν γραφίστες προκειμένου η πεντάτομη έκδοση να τυπωθεί όπως εκείνος την είχε φανταστεί. «Είμαι πολύ φιλόδοξος» ομολογεί. «Δεν έχω καμιά ταπεινοφροσύνη όταν γράφω. Επιδιώκω το τέλειο. Εργάζομαι ώσπου να φτάσω στα όρια της τελικής κατάπτωσης. Οι 800 σελίδες του πρώτου τόμου είναι συνέπεια μεγαλομανίας…».
Ο Χέρμαν Μέλβιλ δεν δέχθηκε καμία άποψη της φιλοσοφικής και λογοτεχνικής παράδοσης. «Ο Μέλβιλ είναι ένας ιεροφάντης» υποστηρίζει ο κ. Χριστοδούλου. «Ηταν ένας λογοτέχνης που ξεκινούσε από το τίποτα, από μιαν απλούστατη ιδέα και την έκανε βιβλίο. Με μαγνήτισε όμως κυρίως επειδή η αφηγητική του ικανότητα δεν είναι επίπεδη. Πίσω από τις περιπετειώδεις περιγραφές υπάρχει μια κοσμοθεωρία. Νομίζω ότι είναι, μαζί με τον Χόθορν, ένας από τους σημαντικότερους στοχαστές στην ιστορία της φιλοσοφίας. Δεν μπορώ να εκφράσω μέσα σε λίγες γραμμές την τοποθέτησή του απέναντι στο ζήτημα «ποιος είμαι εγώ». Νομίζω ότι βρίσκει κανείς την απάντηση στις 100 πρώτες σελίδες του «Μόμπι Ντικ»». Στο τέλος του βιβλίου, μετά από την αγωνιώδη φαλαινοθηρική περιπέτεια, σώζεται μόνο ένας, ο Ισμαέλ. Σώζεται για να αφηγηθεί την ιστορία των ανθρώπων που προσπάθησαν να εναντιωθούν στο μεγαλείο της φύσης. Σύμφωνα με τον Α. Κ. Χριστοδούλου, «το βιβλίο είναι μια άσκηση ετυμολογίας» Κάθε έννοια συνδέεται με κάποιες άλλες, δίνοντας έτσι τον ορισμό «της μεγαλύτερης αναπηρίας του ανθρώπου: της αδυναμίας του να ζήσει χωρίς συμβάσεις, σαν τις γλωσσικές συμβάσεις. Για τον Μέλβιλ η δύναμη της γλώσσας είναι καταστρεπτική. Ολος ο πολιτισμός είναι ένα πλαστό οικοδόμημα που βασίζεται στη γλώσσα. Μεγαλώνουμε με άγνωστα πράγματα που φέρουν ετικέτες. Για παράδειγμα, βλέπουμε ένα βουνό και μαθαίνουμε ότι υπάρχει μία λέξη για το αντικείμενο. Αν αφαιρέσουμε τη λέξη, χάνεται ο ορισμός. Αν αφαιρέσουμε τα ονόματα, χάνεται η ταυτότητα του Σύμπαντος».
Ο Α. Κ. Χριστοδούλου συνάντησε για πρώτη φορά τον Μέλβιλ σε κινηματογραφική αίθουσα του Βόλου, όπου προβαλλόταν η ταινία «Μόμπι Ντικ» του Τζον Χιούστον. Σήμερα, σε ηλικία 54 ετών, ο δικηγόρος από τη Μαγνησία συγκαταλέγεται στους εγκυρότερους μελετητές του έργου του συγγραφέα που γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1819. Το γεγονός ότι το ετήσιο συνέδριο της Εταιρείας Μέλβιλ θα πραγματοποιηθεί στον Βόλο οφείλεται αποκλειστικά στην προτροπή του και στην προσωπική σχέση με τον Γραμματέα της Εταιρείας Σάνφορντ Μάροβιτς. Αλλωστε το λιμάνι του Βόλου θεωρείται ιδανικό για την προσάραξη φαλαινοθηρικών.