Θα πρέπει να είναι εξαιρετικά δύσπιστος κάποιος για να αρνηθεί την επιτυχία των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου. Την Τετάρτη, όταν ο Γιουσέιν Μπολτ κέρδιζε τον αγώνα των 200 μ. καταρρίπτοντας το παγκόσμιο ρεκόρ, στη «φωλιά του πουλιού» αντηχούσαν οι ήχοι του «happy birthday», κάτι που έκανε τον σχολιαστή της γαλλικής τηλεόρασης να σημειώσει: «Οι Αγώνες είναι άριστα οργανωμένοι και επιπλέον… ξεχειλίζουν από αβρότητα». Οι Κινέζοι διέθεσαν όλες τους τις δυνάμεις και έβαλαν όλη τους την ψυχή για τη διοργάνωση των Αγώνων.
Το Πεκίνο 2008 αποτελεί κατ΄ αρχάς μια οργανωτική επιτυχία. Για να γίνει αυτό απαιτήθηκαν πολλά μέσα: το συνολικό κόστος των υποδομών ανήλθε στα 67 δισ. δολάρια, εκ των οποίων το 20% αφορούσε επενδύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος. Στο Πεκίνο, στο Τιεντσίν, στη Σενγιάγκ, στο Κινγκτάο, στο Κινγουαγκτάο, στη Σανγκάη και στο Χονγκ Κονγκ τα έργα που έγιναν ακολούθησαν τους όρους των συμβάσεων και οι χιλιάδες εθελοντές επέδειξαν μεγάλη προσοχή στους επισκέπτες. Οι δεσμεύσεις τηρήθηκαν για την προάσπιση των γαλλικών ως επίσημης γλώσσας του ολυμπισμού. Οι Κινέζοι κατάφεραν να καθαρίσουν το τοπίο στο Πεκίνο με το κλείσιμο 300 εργοστασίων και την εφαρμογή της «ολυμπιακής» λωρίδας κυκλοφορίας στις λεωφόρους της πόλης.
Η οργανωτική επιτυχία ήταν παράλληλα και επικοινωνιακή, καθώς η τελετή έναρξης ήταν εξαιρετική. Ο δρομέας που βαδίζει στον ουρανό και ανάβει τη φλόγα ήταν μια όμορφη απεικόνιση του ονείρου της ανθρωπότητας. Ωστόσο αυτή η τελετή, βασισμένη περισσότερο στον Κομφούκιο παρά στον Μάο, αξιοποίησε κυρίως το κινεζικό μήνυμα των αρχών του 21ου αιώνα: «Η Κίνα έχει ανάγκη τον κόσμο, ο κό σμος έχει ανάγκη την Κίνα». Με τις μεγάλες ανακαλύψεις για την προστασία του περιβάλλοντος, οι Κινέζοι σκηνοθέτησαν την κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας.
Η κινητοποίηση του κινεζικού πληθυσμού μαζί με την επιτυχία του αθλητικού πατριωτισμού ενίσχυσε προφανώς την εθνική συνοχή της χώρας, κάτι που αποτελούσε άλλωστε και στόχο των διοργανωτών, κυρίως έπειτα από τον τρομερό σεισμό στο Σετσουάν. Η συνοχή λοιπόν ήταν η τρίτη επιτυχία.
Στη Γαλλία είχαμε μια ανάλογη εμπειρία το 1998 με τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου· παρά τις κρίσεις και τις αντιξοότητες οι νίκες στον αθλητισμό λειτουργούν συνεκτικά για μια χώρα. Αυτές οι επιτυχίες, τις οποίες επιζητούσε και απέσπασε η Κίνα, τοποθετούν την αυτοκρατορία στην πρώτη γραμμή της παγκοσμιοποίησης. Η Κίνα πρέπει τώρα ν΄ αναλάβει τις ευθύνες της και τον στρατηγικό ρόλο της, αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις αυτής της θέσης.
Πρώτη πρόκληση, αυτή της σταθερότητας. Αρμονία δεν σημαίνει ακινησία. Ο πρωθυπουργός της χώρας, ο κ. Γουέν Τζιαμπάο, έχει δίκιο: «Το 1% των διαμαρτυρόμενων Γάλλων αποτελεί εσωτερικό πρόβλημα, όμως το ίδιο ποσοστό Κινέζων αποτελεί παγκόσμιο ζήτημα» . Ο κόσμος έχει αναμφίβολα ανάγκη τη σταθερότητα της Κίνας. Αυτό όμως δεν πρέπει να αποτελεί πρόσχημα για τον συντηρητισμό. Το εξωτερικό εμπόριο της χώρας θα πρέπει να είναι ακόμη πιο ισορροπημένο, η ανάπτυξή της να προστατεύει ακόμη περισσότερο το περιβάλλον, οι κανόνες του ΠΟΕ θα πρέπει να τηρούνται ακόμη πιο πιστά… Ο στόχος της κοινωνικής σταθερότητας του πλέον πολυάριθμου λαού στον κόσμο δεν αντίκειται στην πολιτική των μεταρρυθμίσεων.
Η Κίνα θα πρέπει πλέον, μετά τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, να αρθεί στο ύψος της ως ένα μεγάλο υπεύθυνο έθνος στην πρωτοπορία των διεθνών ζητημάτων
Ομοίως, η πολιτισμική διαφορετικότητα δεν πρέπει να αποτελεί πρόφαση για έναν γενικευμένο σχετικισμό. Ο πολυπολικός κόσμος θα πρέπει να σέβεται τη σκέψη, τη μακραίωνη ιστορία και τον σπουδαίο πολιτισμό των Κινέζων. Πλανάται η Δύση όταν πιστεύει στην παγκοσμιοποίηση της δικής της σκέψης. Ως συνισταμένη του κομφουκιανισμού, του ταοϊσμού και του βουδισμού η ασιατική επιρροή στη δυτική σκέψη προωθεί τον πραγματισμό έναντι του δογματισμού, τη μετεξέλιξη έναντι της δημιουργίας, το κοινωνικό έναντι του ατομικού.
Μέσω της διαφορετικότητάς της αυτή η κοσμοθεωρία μπορεί να βοηθήσει τον κόσμο. Η αλαζονεία των Δυτικών δεν είναι η καταλληλότερη συμπεριφορά προκειμένου να πείσεις τους Κινέζους ότι η πολιτισμική διαφορετικότητα δεν έχει μέλλον παρά μόνον αν συμφωνήσουμε σε ένα μίνιμουμ ενότητας γύρω από κάποιες κοινές αξίες. Οπωσδήποτε πρώτη μεταξύ αυτών των αξιών θα πρέπει να είναι η ειρήνη. Από αυτή την άποψη η έννοια της «ειρηνικής ανάδυσης» είναι θετική, όμως πέρα από αυτή μένει να δημιουργηθεί μια κοινή αντίληψη για τον άνθρωπο, πιθανότατα εφαρμόζοντας αυτό το μεγαλειώδες κινεζικό ρητό: «Κάθε φυλλαράκι αξίζει ένα μερίδιο δροσιάς».
Η τρίτη πρόκληση στην οποία θα πρέπει να ανταποκριθεί η Κίνα βρίσκεται στην καρδιά αυτής της παγκόσμιας ανθρωποκεντρικής σκέψης και δεν είναι άλλη από την ελευθερία. Οι Κινέζοι έχουν αφουγκραστεί τις εκκλήσεις που τους έχουν απευθυνθεί για τα ανθρώπινα δικαιώματα με την ευκαιρία των 29ων Ολυμπιακών Αγώνων. Οταν όμως αυτό το θέμα τίθεται εν είδει «μαθήματος» και ιδιαίτερα από τα δυτικά ΜΜΕ, τότε οι Κινέζοι πεισμώνουν. Αντιθέτως, είναι ανοιχτοί σε συζήτηση όταν το ζήτημα τίθεται ευθέως. Οταν στις 8 Αυγούστου ο πρόεδρος Σαρκοζί εξέθεσε στον κινέζο ομόλογό του, Χου Τζιντάο, την προσήλωσή του σε αυτές τις αξίες, εκείνος του απάντησε ευθαρσώς: «Δεν θεωρούμε ότι η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα είναι άψογη. Είμαστε αποφασισμένοι να τη βελτιώσουμε».
Ευχόμαστε όλοι να επιτραπούν και πάλι οι επισκέψεις στο Θιβέτ προκειμένου να διαπιστώσουμε αυτή την πρόοδο. Ας μην ξεχνάμε ωστόσο ότι οι Δυτικοί δεν είμαστε σε θέση να παραδίδουμε μαθήματα σε άλλους πολιτισμούς, οι οποίοι θεωρούν ότι η ηθική μας εξυπηρετεί πρωτίστως τα συμφέροντά μας.
Από το 1964, χάρη στον στρατηγό Ντε Γκωλ, η Γαλλία διατηρεί δεσμούς φιλίας με την Κίνα. Η σχέση αυτή απέκτησε τη μορφή στρατηγικής συμμαχίας επί προεδρίας Ζακ Σιράκ. Ο Νικολά Σαρκοζί, παρών στην τελετή έναρξης των Αγώνων, επιβεβαίωσε αυτή την πολιτική που έχουν ακολουθήσει όλοι οι προκάτοχοί του. Η ειρήνη στον κόσμο δεν μπορεί να διασφαλιστεί χωρίς την Κίνα. Οι τύχες μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Οι σύμμαχοι αυτής της χώρας οφείλουν να τη βοηθήσουν, με πνεύμα ειλικρίνειας και φιλίας, να σταθεί στο ύψος που απαιτούν οι ευθύνες της και η νέα της θέση στην πρωτοπορία των εθνών.
Ο κ. Ζαν Πιερ Ραφαρέν είναι γερουσιαστής και πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας.