Τους μεγάλους παίκτες της Εθνικής μπάσκετ στην Ελλάδα μπορούν να τους δουν μόνο οι «τυφλοί» οπαδοί του εκάστοτε γηπεδούχου
Συγκρινόμενη με τον βόρβορο της πολιτικής ειδησεογραφίας, η αθλητική επικαιρότητα είναι ασφαλώς θέμα έλασσον. Η θερινή περίοδος ευνοεί όμως τη διαφυγή προς τα «μικρά»- ιδίως όταν τα τελευταία καθρεφτίζουν τη στάση μας απέναντι στα μεγάλα και την ευκολία με την οποία αποδεχόμαστε ως δήθεν αναπόδραστες καταστάσεις τουλάχιστον απογοητευτικές.
Στα αθλητικά, λοιπόν. Σε πείσμα της ζέστης, δεκάδες χιλιάδες φίλαθλοι γέμισαν την περασμένη εβδομάδα το γήπεδο μπάσκετ του ΟΑΚΑ για να ενισχύσουν και να απολαύσουν την εθνική ομάδα στην προσπάθειά της να προκριθεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Στον αγωνιστικό χώρο το θέαμα δικαίωσε την ανταπόκριση του κοινού. Οχι μόνο λόγω του θετικού αποτελέσματος- αν και μια ενδεχόμενη αποτυχία θα είχε σίγουρα αφήσει πικρή γεύση. Αλλά και επειδή οι παίκτες της ομάδας παρέχουν κάθε φορά εντονότερη την εικόνα των αρραγών σχέσεων, της ομαδικότητας, των χαμηλών τόνων και της εσωτερικής αλληλεγγύης. Το κοινό τούς καμαρώνει όχι μόνο επειδή νικούν, αλλά και για αυτό τους το πρόσωπο. Και, όπως εκείνοι δεν περιορίζουν τα μεταξύ τους χάδια και συγχαρητήρια στους συλλογικούς τους «ομόσταβλους», έτσι πολλοί από εκείνους που αποθεώνουν τον Μπιγκ Σόφο δεν είναι Ολυμπιακοί και ανάλογο πλήθος θαυμαστών του Διαμαντίδη δεν υποστηρίζει τον Παναθηναϊκό. Τα παιδιά αυτής της μονιασμένης παρέας, παίκτες πολύ υψηλού επιπέδου, συμβαίνει να αγωνίζονται σε ελληνικές ομάδες, και δη στις δύο μεγαλύτερες, όπου πλαισιώνονται από αναλόγως εξαιρετικούς ξένους αθλητές. Συμβαίνει επίσης να διατηρούν τις πολιτισμένες, φιλικές σχέσεις τους και όταν παίζουν αντίπαλοι, έστω με κάποιους διαξιφισμούς, αναπόφευκτους σε αγώνες μεγάλης έντασης (και σε μικρής, αν θυμάται κανείς τους καβγάδες μας στο «μονό» μεταξύ στενών φίλων). Αυτούς όμως τους μεγάλους παίκτες στην Ελλάδα μπορούν να τους δουν μόνο οι «τυφλοί» οπαδοί του εκάστοτε γηπεδούχου. Απαντες οι λοιποί αποκλείονται. Οι αντίπαλοι επειδή θα δαρούν ανηλεώς αν εκδηλωθούν. Οι ουδέτεροι επειδή κινδυνεύουν να πάθουν το ίδιο, αν κατά λάθος χειροκροτήσουν κάτι που δεν πρέπει. Οι απλώς νηφάλιοι επειδή έχουν σιχαθεί τον φανατισμό. Αλλά και αν όλοι αυτοί οι μη στρατευμένοι αποφασίσουν να ασκηθούν στην αυτοσυγκράτηση, θα δυσκολευθούν να βρουν εισιτήριο αν δεν αποταθούν σε κάποιο οργανωμένο μπλοκ. Προς απόδειξη, τα ντέρμπι διεξάγονται με αποκλεισμό των οπαδών του φιλοξενουμένου, ενώ όποτε αποφασίζεται η παρουσία αμφοτέρων των πλευρών- όπως στον πέμπτο αγώνα του 2007- μένει άδειο το μισό γήπεδο για λόγους ασφαλείας.
Σιγά το ζήτημα, θα πει κανείς, μπροστά στις τόσες σοβαρότερες ενδείξεις παρακμής. Θα συμφωνήσω ότι ως πρόβλημα δεν είναι καίριο (αν και η αναψυχή είναι πολύ σημαντικότερο θέμα απ΄ ό,τι νομίζουμε). Ως ένδειξη όμως; Στο κάτω κάτω, όσο και αν είμαστε πίσω από τις ανεπτυγμένες χώρες στην πολιτική, μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι ούτε αυτές έχουν καταπολεμήσει πλήρως τη διαφθορά ή το άδηλο πολιτικό χρήμα. Το να προσέρχονται όμως στο γήπεδο οπαδοί και των δύο ομάδων, αλλά και απλοί φίλαθλοι, αυτό το έχουν πετύχει με το παραπάνω- και με μέτρα πολύ σκληρά, όποτε χρειάστηκε. Οπως έχουν πετύχει να δίνεται ο τόνος από τους ανθρώπους που πάνε να γιορτάσουν και να εκτοπίσουν την αλητεία από την πρωταγωνιστική παρουσία που διεκδικεί εδώ. Εμείς έχουμε αποδεχθεί την αθλιότητα.
Με τη λήξη της σεζόν Αγγελόπουλοι και Γιαννακόπουλοι επένδυσαν και νέα εκατομμύρια στις ομάδες τους. Τι θα γίνει στο πρωτάθλημα; Σε αυτούς τους παίκτες των εκατομμυρίων και στα παιδιά της Εθνικής θα εξακολουθήσουν να έχουν προνομιακή live πρόσβαση οι ανεγκέφαλοι με τα κέρματα και τις κροτίδες (αν όχι τα μαχαίρια); Ή κοντά στα εκατομμύρια πρέπει οι μέτοχοι να κάνουν κάτι και γι΄ αυτό; Και αν δεν το πράξουν, να υποστούν συνέπειες;