Εν αμφιβόλω τίθεται η τέταρτη θητεία της Άγγελας Μέρκελ, καθώς έπεσαν
στο κενό οι προσπάθειες σχηματισμού μίας κυβέρνησης συνασπισμού τεσσάρων
κομμάτων μετά την αποχώρηση ενός από τα κόμματα που συμμετείχε στις
διερευνητικές συνομιλίες. Στα σενάρια της επόμενης ημέρας είναι ο
σχηματισμός κυβέρνησης μειοψηφίας με τους Πρασίνους ή η προκήρυξη
πρόωρων εκλογών.
Όπως έγινε γνωστό, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP), αποφάσισαν απροσδόκητα να αποχωρήσουν από τη διαδικασία, πυροδοτώντας μια πολιτική κρίση στη Γερμανία.
Η Μέρκελ, οι συντηρητικοί της οποίας βγήκαν εξασθενημένοι από τις εκλογές που κέρδισαν μεν αλλά με μειωμένο αριθμό εδρών, δήλωσε λίγη ώρα μετά την αποχώρηση του FDP από τις διερευνητικές συνομιλίες ότι το πρωί θα ενημερώσει τον γερμανό πρόεδρο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ ότι δεν μπορεί πλέον να σχηματίσει κυβερνητικό συνασπισμό.
Γερμανικά ΜΜΕ: Μακρά περίοδο ακυβερνησίας
Σε μια μακρά περίοδο ακυβερνησίας εισήλθε, από χθες, η Γερμανία, μετά την αποτυχία Χριστιανοδημοκρατών (CDU), Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), Πρασίνων (Die Gruenen) και Φιλελευθέρων (FDP) να συμφωνήσουν για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού «Τζαμάικα», σύμφωνα με τα γερμανικά ΜΜΕ.
Επτά εβδομάδες μετά τις βουλευτικές εκλογές και σχεδόν μετά από πέντε εβδομάδες σκληρών διαπραγματεύσεων, οι δυνητικοί κυβερνητικοί εταίροι δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν σε μια σειρά από βασικούς άξονες πολιτικής, προκειμένου να μπουν στην κανονική φάση των διαπραγματεύσεων.
Την αρχή έκανε το κόμμα των Φιλελευθέρων του Κρίστιαν Λίντντερ, ο οποίος, λίγο πριν τα μεσάνυχτα, εξήγγειλε ότι διακόπτει τις διαπραγματεύσεις και εγκαταλείπει τις διαβουλεύσεις. Ο Λίντνερ επικαλέστηκε έλλειψη κοινής βάσης εμπιστοσύνης, προσθέτοντας ότι είναι καλύτερο για το κόμμα του να μην κυβερνήσει, από το να κυβερνήσει με λανθασμένο τρόπο. «Δεν μπορούμε και δεν θέλουμε να αναλάβουμε μέρος της ευθύνης για το πνεύμα του κειμένου των διερευνητικών» είπε χαρακτηριστικά.
Μια ώρα αργότερα, δηλώσεις στα μικρόφωνα των τηλεοπτικών σταθμών έκαναν η κ. Μέρκελ και ο εταίρος της από το κόμμα των Χριστιανοκοινωνιστών, Χορστ Ζεεχόφερ. Η υπηρεσιακή καγκελάριος εμφανίστηκε πεπεισμένη ότι στο επίμαχο θέμα του προσφυγικού θα μπορούσε να βρεθεί κοινός παρονομαστής με τους Πρασίνους. Αλλά και ο Ζεεχόφερ επιβεβαίωσε από τη δική του οπτική γωνία ότι θα ήταν εφικτή συνεννόηση με τα άλλα κόμματα.
Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Κοινοβουλευτική Ομάδα των Πρασίνων Κάτριν Γκέρινγκ Έκχαρτ επέρριψε την ευθύνη της αποτυχίας στους Φιλελεύθερους. Ο Τζεμ Έζντεμιρ καταλόγισε μάλιστα στον πρόεδρό τους, Κρίστιαν Λίντνερ, ότι την απόφαση να αποσυρθεί από τις διερευνητικές δεν την έλαβε το βράδυ.
Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει εάν και πότε η χώρα θα αποκτήσει νέα κυβέρνηση. Η κ. Μέρκελ θα ενημερώσει σήμερα το πρωί το προεδρείο του κόμματός της για τις εξελίξεις. Πιθανότατα θα συνομιλήσει και με τον πρόεδρο της χώρας, Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάιερ, για τα επόμενα βήματα. Η ίδια δήλωσε ότι ως υπηρεσιακή καγκελάριος θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για την καλή διακυβέρνηση της χώρας τις επόμενες δύσκολες εβδομάδες.
Τα σενάρια
Η εξέλιξη φέρνει τη Γερμανία μπροστά σε δύο επιλογές χωρίς προηγούμενο στη μεταπολεμική εποχή: είτε η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) θα σχηματίσει μια κυβέρνηση μειοψηφίας με τους Πράσινους, είτε ο πρόεδρος θα προκηρύξει νέες, πρόωρες εκλογές αφού τα κόμματα δεν μπορούν να σχηματίσουν κυβέρνηση.
Οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), ο ήσσων εταίρος στην απερχόμενη κυβέρνηση της Μέρκελ, που κατέλαβαν τη δεύτερη θέση στις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου, απέκλεισαν το ενδεχόμενο επανάληψης του σχηματισμού μεγάλου συνασπισμού μαζί με τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Χριστιανοκοινωνιστές.
«Είναι μια ημέρα βαθιάς περισυλλογής για το πώς θα προχωρήσει η Γερμανία», δήλωσε μια εμφανώς κουρασμένη Μέρκελ στους δημοσιογράφους πριν προσθέσει ότι «ως καγκελάριος, θα κάνω τα πάντα για να εγγυηθώ πως αυτή η χώρα θα κυβερνηθεί καλά τις δύσκολες εβδομάδες που θα έλθουν» και θα ξεπεράσει την—για πολλούς, απροσδόκητη—πολιτική κρίση.
Υποχώρηση του ευρώ
Το ευρώ υποχωρούσε έναντι του ιαπωνικού γεν και του αμερικανικού δολαρίου στις ασιατικές αγορές λίγη ώρα αφού ο επικεφαλής του νεοφιλελεύθερου FDP, ο Κρίστιαν Λίντνερ, ανακοίνωσε, περί τις 01:00 (ώρα Ελλάδας) ότι το κόμμα αποσύρεται από τις συνομιλίες διότι δεν βρέθηκε κοινός τόπος για ζητήματα-κλειδιά.
Χθες «δεν σημειώθηκε καμία πρόοδος, αντιθέτως είχαμε οπισθοδρομήσεις, διότι αμφισβητήθηκαν συγκεκριμένοι συμβιβασμοί», είπε ο Λίντνερ στους δημοσιογράφους. «Είναι καλύτερα να μην κυβερνήσουμε από το να κυβερνήσουμε με λάθος τρόπο. Αντίο!».
Τα τέσσερα κόμματα πάσχιζαν επί τέσσερις εβδομάδες και πλέον να γεφυρώσουν τις διαφορές τους σε ζητήματα όπως το προσφυγικό, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, οι δημόσιες δαπάνες, η φορολογία. Ένα από τα μείζονα ζητήματα που προκαλούσαν τριβές ήταν η απαίτηση της CSU να τεθεί όριο στον αριθμό των αιτούντων άσυλο που υποδέχεται η Γερμανία κάθε χρόνο, στην οποία εναντιώνονταν οι Πράσινοι.
Ο Λίντνερ δήλωσε ότι πέρα από τα μείζονα ζητήματα στα οποία υπήρχαν διαφωνίες, τα κόμματα δεν μπόρεσαν να οικοδομήσουν επαρκή αμοιβαία εμπιστοσύνη, κάτι που θεωρούσε προϋπόθεση ώστε η επόμενη κυβέρνηση να παραμείνει σταθερή καθ’ όλη την τετραετή κοινοβουλευτική περίοδο.
Μία περίοδος πολιτικής αβεβαιότητας θα ζημιώσει τη γερμανική οικονομία
Το γερμανικό βιομηχανικό και εμπορικό επιμελητήριο (DIHK) έκρινε ότι μια παρατεταμένη περίοδος πολιτικής αβεβαιότητας θα ζημιώσει τη γερμανική οικονομία.
«Υπάρχει ο κίνδυνος η δουλειά στα μείζονα θέματα για το μέλλον της χώρας μας να καθυστερήσει για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο», προειδοποίησε ο πρόεδρος του επιμελητηρίου, ο Έρικ Σβάιτσερ, σε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
«Οι γερμανικές εταιρείες πρέπει τώρα να προετοιμαστούν για μια πιθανόν μακρά περίοδο αβεβαιότητας. Αυτό είναι πάντα δύσκολο για την οικονομία».
Η 63χρονη Μέρκελ, στην εξουσία από το 2005, είδε την ισχύ της να μειώνεται όταν ψηφοφόροι εξοργισμένοι για την απόφασή της να ανοίξει τα σύνορα της Γερμανίας το 2015 και να επιτρέψει την έλευση ενός εκατομμυρίου και πλέον προσφύγων μέσα σε δύο χρόνια τιμώρησαν τα κυβερνητικά κόμματα, πολλοί επιλέγοντας να ψηφίσουν το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Η ανησυχία αρκετών είναι ότι εάν προκηρυχθούν νέες εκλογές, η AfD θα καταλάβει ποσοστό ακόμη υψηλότερο από το σχεδόν 13% που απέσπασε τον Σεπτέμβριο.
Η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης στη Γερμανία ενδέχεται να έχει επιπτώσεις για πολλά ζητήματα ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, από τις μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη ως την πολιτική της ΕΕ έναντι της Ρωσίας και της Τουρκίας.