Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ, το επιτελείο του μιλούσε συχνά για τη μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας στο Ισραήλ από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ. Όμως αφότου ανέλαβε τα καθήκοντά του παρατηρούνται διαφοροποιήσεις στο επίμαχο εμπρηστικό ζήτημα, το οποίο ίσως ήδη να έχει υποχωρήσει χαμηλά στον κατάλογο των προτεραιοτήτων της νέας αμερικανικής κυβέρνησης.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε πριν την πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του Τραμπ και του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, το βράδυ της Κυριακής, ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Σον Σπάισερ φάνηκε να υποβαθμίζει τις προσδοκίες για μια άμεση ανακοίνωση της μετακόμισης, μιας κίνησης που θεωρείται βέβαιο ότι θα προκαλούσε την οργή του αραβικού κόσμου. «Βρισκόμαστε στα πρώτα στάδια της συζήτησης του θέματος» έγραψε στην ανακοίνωση. Ο Λευκός Οίκος δεν απάντησε σε ερωτήσεις και αιτήματα για περισσότερες διευκρινίσεις.
Ορισμένα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης και οργανώσεις που τάσσονται υπέρ των εποικισμών το θεώρησαν θετικό σημάδι: ερμήνευσαν την ανακοίνωση αυτή ως ένδειξη ότι έχουν ήδη ξεκινήσει οι συζητήσεις για τη μετακόμιση που επιθυμούν, ακόμη και αν αυτή η κίνηση θα είχε σοβαρές επιπτώσεις για τη σταθερότητα της περιοχής.
Ωστόσο, Ισραηλινοί αξιωματούχοι διευκρίνισαν ότι το ζήτημα δεν συζητήθηκε σχεδόν καθόλου κατά το 30λεπτο τηλεφώνημα, ενώ διπλωμάτες είπαν ότι, απ’ ότι αντιλαμβάνονται, το θέμα δεν είναι στις άμεσες προτεραιότητες της αμερικανικής κυβέρνησης, τουλάχιστον προς το παρόν.
«Μοιάζει περισσότερο σαν υποχώρηση» έγραψε σε μήνυμά του ένας Ισραηλινός αξιωματούχος μετά την ανακοίνωση του Σπάισερ. Ένας άλλος σημείωσε ότι στην τηλεφωνική επικοινωνία ο Νετανιάχου δεν επιδίωξε να εξασφαλίσει τη δέσμευση του Τραμπ για τη μεταφορά της πρεσβείας ή ένα χρονοδιάγραμμα.
Ο πρώην εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών του Ισραήλ είπε ότι η λακωνική δήλωση του Σπάισερ είναι ένας παμπάλαιος διπλωματικός κώδικας που σημαίνει «όχι τώρα». «Στην πραγματικότητα, αυτό σημαίνει: μην μου τηλεφωνείς, θα σε καλέσω εγώ» έγραψε στο Twitter ο Γιγκάλ Πάλμορ.
Ο εκπρόσωπος του Νετανιάχου δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα να σχολιάσει το θέμα.
Μολονότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός θα ήταν αδιανόητο να αντιταχθεί στη μετακόμιση της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ (δεδομένου ότι το Ισραήλ θεωρεί την πόλη αιώνια και αδιαίρετη πρωτεύουσά του και θα ήθελε να μεταφερθούν εκεί οι πρεσβείες όλων των χωρών) έχει επίγνωση ότι μια τέτοια ενέργεια θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποσταθεροποίηση. Αυτήν την περίοδο, καμία χώρα δεν έχει πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ, σύμφωνα με το ισραηλινό υπουργείο Εξωτερικών. Η Κόστα Ρίκα και το Ελ Σαλβαδόρ είχαν τις πρεσβείες τους στην πόλη αυτή μέχρι και πριν από μερικά χρόνια αλλά πλέον τις έχουν μεταφέρει στο Τελ-Αβίβ.
Ο λόγος είναι ότι το τελικό καθεστώς της Ιερουσαλήμ υποτίθεται ότι θα καθοριστεί μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων μεταξύ των Ισραηλινών και των Παλαιστίνιων που επιθυμούν να ορίσουν για πρωτεύουσα της ανεξάρτητης Παλαιστίνης το ανατολικό τμήμα της πόλης. Αν οι ΗΠΑ μετέφεραν την πρεσβεία τους, αυτό θα ήταν μια ρητή αναγνώριση ότι η Ιερουσαλήμ ανήκει στο Ισραήλ, θα προκαθόριζε το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων και ταυτόχρονα θα ήταν μια ένδειξη ότι η Ουάσινγκτον τάσσεται υπέρ της μίας πλευράς, σε μια διαδικασία στην οποία είναι κρίσιμος παράγοντας.
Ο Τραμπ έχει αφήσει να εννοηθεί ότι ο γαμπρός του, ο Τζάρεντ Κούσνερ, θα αναλάβει ρόλο μεσολαβητή μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων. Για να γίνει αυτό όμως ο Κούσνερ και οι ΗΠΑ γενικότερα θα πρέπει να παραμείνουν επισταμένως ανεξάρτητοι. Για τους Παλαιστίνιους, η μεταφορά της πρεσβείας θα συνιστούσε παραβίαση των κόκκινων γραμμών που έχουν θέσει.
Η Ιορδανία και η Αίγυπτος, οι μοναδικές αραβικές χώρες που έχουν συνάψει ειρηνευτικές συμφωνίες με το Ισραήλ, έχουν προειδοποιήσει κατά μιας τέτοιες ενέργειας. Το ίδιο έπραξαν και ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι, λέγοντας ότι θα πυροδοτούσε έκρηξη στην περιοχή.
Ο Παλαιστίνιος πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς συζήτησε το ζήτημα με τον βασιλιά Αμπντάλα της Ιορδανίας την Κυριακή. Παλαιστίνιοι αξιωματούχοι είπαν ότι ο βασιλιάς εξέφρασε ανησυχία για τη μεταφορά της πρεσβείας και ότι συμφώνησε με τον Αμπάς για τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουν αν γίνει κάτι τέτοιο.
Δεν είναι σαφές τι θα μπορούσε να κάνει το Αμάν σε μια τέτοια εξέλιξη. Αναλυτές υποστηρίζουν ότι θα μπορούσε να αποσύρει τον πρεσβευτή του από το Ισραήλ, να διακόψει τη συνεργασία σε θέματα ασφαλείας ή να αναστείλει την ειρηνευτική συμφωνία του 1994. Ταυτόχρονα, θέλει να διασφαλίσει ότι η μεγάλη παλαιστινιακή κοινότητα της Ιορδανίας δεν θα αντιδράσει με οργή.
Η Αίγυπτος, η οποία υπέγραψε ειρηνευτική συμφωνία με το Ισραήλ το 1979 και συνεργάζεται μαζί του σε θέματα ασφαλείας, έχει επίσης επιφυλάξεις για τη μεταφορά της πρεσβείας και την έχει χαρακτηρίσει «καυτό» ζήτημα. «Πρόκειται για ένα από τα θέματα του τελικού καθεστώτος που θα πρέπει να διευθετηθούν μεταξύ των δύο πλευρών […] είναι προς το συμφέρον μας όλα τα ζητήματα να επιλύονται μέσω διαπραγματεύσεων» είπε πρόσφατα ο υπουργός Εξωτερικών της Αιγύπτου Σάμεντ Σούκρι.
Ο πρόεδρος Τραμπ αναμένεται απόψε να έχει την πρώτη του τηλεφωνική επικοινωνία με τον Αιγύπτιο ομόλογό του Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι.
Ένα άλλο ζήτημα που ανησυχεί το Ισραήλ είναι η πιθανότητα να διαταραχθούν οι καλές σχέσεις που έχει οικοδομήσει την τελευταία περίοδο με τον σουνιτικό μουσουλμανικό κόσμο. Ο Νετανιάχου μιλά συχνά για τους «νέους ορίζοντες» του Ισραήλ με τη Σαουδική Αραβία, την Τουρκία και τις χώρες του Κόλπου. Αυτοί οι εύθραυστοι δεσμοί θα διέτρεχαν κίνδυνο αν οι ΗΠΑ μετέφεραν την πρεσβεία τους στην Ιερουσαλήμ.
Αλλά και στην πράξη, η μετακόμιση μπορεί να αποδειχθεί δύσκολη. Μολονότι η αμερικανική κυβέρνηση διατηρεί αρκετά κτίρια στην Ιερουσαλήμ, όπως το γενικό προξενείο που ασχολείται με θέματα της Δυτικής Όχθης, της Γάζας αλλά και της ίδιας της Ιερουσαλήμ, είναι αδύνατον να κατασκευάσει μια πρεσβεία εν μία νυκτί. Ο νέος Αμερικανός πρεσβευτής στο Ισραήλ, ο Ντέιβιντ Φρίντμαν, είπε σε ισραηλινά μέσα ενημέρωσης ότι σκοπεύει να εγκατασταθεί στην Ιερουσαλήμ όπου έχει ένα διαμέρισμα. Αλλά η μεταφορά ολόκληρης της πρεσβείας, με τα εμπορικά, πολιτιστικά και οικονομικά τμήματά της αλλά και τα μέτρα ασφαλείας της, θα πάρει καιρό.