Προεκλογικά ο νέος πρόεδρος της Αμερικής είχε επιτεθεί ανοιχτά εναντίον της Λαϊκής Κίνας. «Μας κλέβουν τις δουλειές… κρατάνε επίτηδες υποτιμημένο το νόμισμά τους… Ολα αυτά θα αλλάξουν. Θα επιβάλουμε δασμούς 45% στο εμπόριο».
Πόσο πιθανός είναι λοιπόν ένας εμπορικός πόλεμος επί Ντόναλντ Τραμπ; Και τι άλλο μπορεί να επιφυλάσσει το 2017 για τον ανερχόμενο γίγαντα της Ασίας; «Το Βήμα» ρώτησε δύο ειδικούς που προβλέπουν μια δύσκολη, αβέβαιη χρονιά για την Κίνα.
«Δεν θα υπάρξει εμπορικός πόλεμος ή αντιπαράθεση για την Ταϊβάν, καθώς και οι δύο πλευρές φοβούνται το κόστος. Το αδιέξοδο θα συνεχιστεί σε αυτούς τους τομείς» εκτιμά ο Τζόναθαν Αντελμαν, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Ντένβερ, στις ΗΠΑ και σχολιαστής στο CNN.
Πράγματι, σήμερα η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των ΗΠΑ. Οι συναλλαγές μεταξύ των δύο ανήλθαν σε 598 δισ. δολάρια το 2015, με τις αμερικανικές εξαγωγές προς την Κίνα στα 116 δισ. και τις εισαγωγές στα 482 δισ.
Είτε πρόκειται για τη Walmart, την Apple, τη Nike είτε για την αποθήκευση κινεζικού χάλυβα στο Long Beach της Καλιφόρνιας, υπάρχει ένας τεράστιος αριθμός Αμερικανών των οποίων οι θέσεις εργασίας εξαρτώνται από την Κίνα.
Επιπλέον, η General Motors και τα συνεργαζόμενα κινεζικά εργοστάσια κατασκεύασαν και πούλησαν περισσότερα από 3,6 εκατομμύρια οχήματα στην Κίνα το 2015. Η Κίνα είναι η μεγαλύτερη αγορά της GM και η δεύτερη μεγαλύτερη της Apple.
Οσον αφορά τις εξαγωγές των ΗΠΑ προς την Κίνα, τα προϊόντα ποικίλλουν από τα 12,3 εκατομμύρια μπάλες βαμβακιού που εξάγονται ετησίως κατά κύριο λόγο από το Τέξας ως τα αυτοκίνητα της Mercedes που κατασκευάζονται στην Ιντιάνα για την κινεζική αγορά.
Αν ξεσπάσει εμπορικός πόλεμος, και οι δύο θα χάσουν πολλά. Οι τρεις μεγαλύτερες κατηγορίες αμερικανικών εισαγωγών από την Κίνα είναι ηλεκτρονικά προϊόντα πολύ ευρείας κατανάλωσης: κινητά τηλέφωνα, ταμπλέτες/φορητοί υπολογιστές και εξοπλισμός δικτύων.
Η Κίνα κατέχει το 70% της παγκόσμιας παραγωγής σε αυτά. Επομένως, μια υψηλή δασμολόγηση στα κινεζικά προϊόντα θα κάνει κακό στην τσέπη εκατομμυρίων αμερικανών καταναλωτών, επειδή θα μεταφραστεί τελικά σε φόρο επί των αγορών ηλεκτρονικών ειδών στις ΗΠΑ.
«Στο εσωτερικό μέτωπο η Κίνα θα κολλήσει στο παρελθόν, χωρίς να κάνει ούτε το 2017 κινήσεις προς τη δημοκρατία και προς μια πιο ανοιχτή κοινωνία» τονίζει ο Αντελμαν.
«Δεν πρόκειται να πραγματοποιήσει την αναγκαία μετάβαση σε ένα πιο σύγχρονο κράτος αλλά μάλλον θα εμπλακεί σε εσωτερικές διαμάχες εντός του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας για το πώς θα διατηρηθούν η εξουσία και τα προνόμια χωρίς να εκχωρηθούν πολλά στον πληθυσμό.
Το Κόμμα και το κράτος, που αντιμετωπίζουν τεράστια εσωτερικά προβλήματα λόγω έλλειψης δημοκρατίας, ελάχιστης δημιουργικότητας, πολύ υψηλής ρύπανσης, σοβαρής διαφθοράς, ταχείας γήρανσης του πληθυσμού και φτώχειας σχεδόν του 50% του πληθυσμού που εξακολουθούν να είναι αγρότες στην ύπαιθρο, δεν θα κάνουν ούτε εφέτος ό,τι χρειάζεται να γίνει για πραγματική αλλαγή. Η Κίνα θα κολλήσει στη λάσπη, πολιτικά και οικονομικά» καταλήγει ο συνομιλητής μας.
«Η πιθανότητα ενός εμπορικού πολέμου με τις ΗΠΑ είναι 50/50» πιστεύει από την πλευρά της η Αν Λι, σινολόγος καθηγήτρια Oικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και αρθρογράφος στους «Financial Times».
«Ο Τραμπ φαίνεται να έχει μια προσωπική βεντέτα με τους Κινέζους και περιβάλλεται από συμβούλους που τάσσονται κατά της Κίνας, επομένως μπορεί να κάνει περισσότερα για να προκαλέσει την Κίνα σε έναν εμπορικό πόλεμο. Από την άλλη πλευρά, ο Τραμπ είναι επίσης ένας έξυπνος επιχειρηματίας –έτσι μπορεί να γίνει πιο ρεαλιστής από τη στιγμή που θα μπει στο Οβάλ Γραφείο, γιατί θα βρεθεί αντιμέτωπος με την πραγματική πιθανότητα ότι ένας εμπορικός πόλεμος με την Κίνα θα εκτροχιάσει ουσιαστικά την αμερικανική οικονομία, καθώς τόσο πολλές επιχειρήσεις των ΗΠΑ εξαρτώνται από την Κίνα για τα κέρδη τους» τονίζει η Λι.
Και συμπληρώνει: «Η Κίνα πιθανότατα θα συνεχίσει με τις τρέχουσες πολιτικές της, εκτός αν οι συνθήκες στην εγχώρια αγορά ή/και διεθνώς αλλάξουν δραματικά. Η μετάβασή της από μια εξαγωγική οικονομία προς την εσωτερική κατανάλωση έχει ήδη συμβεί. Οι εξαγωγές πριν από 10 χρόνια ήταν 35% του ΑΕΠ της και τώρα είναι μόνο 20%. Οι μεγάλες εσωτερικές προκλήσεις εξακολουθούν να είναι η ανύψωση του υπόλοιπου πληθυσμού της από τη φτώχεια, καθώς η ανάπτυξη επιβραδύνεται, και η μείωση της ασφυκτικής ρύπανσης του περιβάλλοντος».
HeliosPlus