Τέλος και τυπικά μιας ολόκληρης εποχής για την Κούβα. Απεβίωσε, σε ηλικία 90 ετών, ο Φιντέλ Κάστρο, ηγέτης της κουβανικής επανάστασης. Την είδηση ανακοίνωσε ο πρόεδρος Ραούλ Κάστρο, αδερφός του Φιντέλ, ο ο ποίος
τον διαδέχθηκε το 2008. «Ο κομαντάντε της κουβανικής επανάστασης απεβίωσε στις 22:29 το βράδυ», είπε σε διάγγελμά του το οποίο μετέδωσε απευθείας η δημόσια τηλεόραση της Κούβας.
Στην τελευταία, αποχαιρετιστήρια, ομιλία του στο συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κούβας ο καταβεβλημένος Φιντέλ Κάστρο είχε πει με τρεμάμενη φωνή: «Για όλους έρχεται η ώρα μας, αλλά οι ιδέες των Κουβανών Κομμουνιστών θα παραμείνουν ως απόδειξη σε αυτόν τον πλανήτη ότι αν λειτουργήσουμε με θέρμη και αξιοπρέπεια, μπορούμε να πράξουμε τα υλικά και τα πολιτιστικά αγαθά που χρειάζονται οι άνθρωποι. Και πρέπει να πολεμήσουμε χωρίς ανακωχή για την απόκτησή τους».
Ο Φιντέλ παρέμενε αμετακίνητος στις ιδέες της κουβανικής επανάστασης και μετά την επίσκεψη του Μπαράκ Ομπάμα στην Αβάνα για την ομαλοποίηση των σχέσεων των δυο χωρών, είχε δηλώσει στην εφημερίδα Gramma πως η Κούβα «δεν έχει ανάγκη από τα δώρα της αυτοκρατορίας».
Οι τελευταίες εικόνες του Φιντέλ Κάστρο που βγήκαν στο φως της δημοσιότητας καμιά σχέση δεν έχουν βεβαίως με τον νεαρό ηγέτη με κατάμαυρα γένια που μπήκε νικητής στην Αβάνα, την 1η Ιανουαρίου 1959 μαζί με τον θρυλικό Ερνέστο Τσε Γκεβάρα και άλλους 9.000 επαναστάτες, την ώρα που την εγκατέλειπε ο υποστηριζόμενος από τις ΗΠΑ δικτάτορας Φουλχένσιο Μπατίστα. Το δρόμο στον Επαναστατικό Στρατό άνοιξε η κατάκτηση της Σάντα Κλάρα στις 29 Δεκεμβρίου 1958.
Όλα άρχισαν στις 26 Ιουλίου 1953 όταν ομάδα επαναστατών επιτέθηκε στο στρατόπεδο Μοντάδα. Ο Φιντέλ Κάστρο ήταν εκεί ως ένας από τους επικεφαλής. Συνελήφθη και φυλακίστηκε για 15 χρόνια. Μεταξύ άλλων, είπε στους δικαστές: «Σας προειδοποιώ. Μόλις αρχίζω […] Ξέρω ότι θα υπάρξει συνωμοσία για να με καταδικάσετε στη λήθη. Η φωνή μου όμως δεν θα λυγίσει […] Καταδικάστε με. Δεν έχει σημασία. Η Ιστορία θα με δικαιώσει.»
Το 1955 αμνηστεύτηκε και κατέφυγε στις ΗΠΑ, όπου επεχείρησε να μυήσει και άλλους Κουβανούς εξόριστους στην επανάσταση. Η πρώτη προστριβή με την αμερικανική κυβέρνηση ξεκίνησε τότε, καθώς αυτή αντέδρασε στις δραστηριότητές του και ο Φιντέλ αναγκάστηκε να καταφύγει στο Μεξικό. Εκεί, τον Ιούλιο του 1955 ο Φιντέλ γνωρίστηκε για πρώτη φορά με τον γιατρό Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, με τον οποίο εξελίχθησαν αντάμα στις δυο μορφές της κουβανικής επανάστασης.
Στις 25 Νοεμβρίου 1956, ο Φιντέλ, ο αδερφός του Ραούλ, ο Τσε Γκεβάρα και άλλοι 79 επαναστάτες επιβιβάστηκαν στο πλοιάριο «Γράνμα» και ταξίδεψαν από τον ποταμό Τούξπαν του Μεξικού μέχρι την Κούβα. Έφτασαν στις 2 Νοεμβρίου, αλλά μόλις αποβιβάστηκαν δέχτηκαν επίθεση από τον κυβερνητικό στρατό. Επέζησαν μόνο 15-20 αντάρτες, οι οποίοι κατάφεραν να διαφύγουν στα βουνά της Σιέρα Μαέστρα, στη νότια πλευρά του νησιού, απ’ όπου ξεκίνησαν τον ανταρτοπόλεμο με τα ισχυρά στρατεύματα του καθεστώτος που εξόπλιζαν οι ΗΠΑ. Ο τίτλος του Κομαντάντε (διοικητή) του Επαναστατικού Στρατού που έφερε πάντα ο Φιντέλ,δεν ήταν ο πρώτος που τον αξιώθηκε, αλλά δόθηκε στον Τσε Γκεβάρα την 21η Ιουλίου 1957.
Ο Φιντέλ Αλεχάνδρο Κάστρο Ρους γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1926 στην Κούβα. Ήταν γιος ενός Ισπανού μετανάστη, που εργαζόταν στις φυτείες ζάχαρης. Ο ίδιος ο Φιντέλ πρόσθεσε το όνομα Αλεχάνδρο (Αλέξανδρος), όταν σε ηλικία 17 ετών διάβασε για τα κατορθώματα του βασιλιά της Μακεδονίας.
Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αβάνας, ασχολήθηκε με την πολιτική και ταξίδεψε ως φοιτητής σε αρκετές χώρες της περιοχής. Μετά την αποφοίτησή του, το 1950, άσκησε τη δικηγορία στην πρωτεύουσα κυρίως για λογαριασμό των φτωχών και μη προνομιούχων. Την περίοδο εκείνη η Κούβα ζούσε τα τελευταία χρόνια του καθεστώτος Μπατίστα. Ο Κάστρο θεωρούσε ότι το καθεστώς αυτό μπορούσε να ανατραπεί μόνο με επανάσταση.