Τον περασμένο Μάρτιο οι συνεδριάσεις του G20, του Εθνικού Λαϊκού Κογκρέσου της Κίνας, καθώς και αναλυτές από πολλές δεξαμενές σκέψης υπογράμμισαν τον αυξανόμενο κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία από τον αποπληθωρισμό και την οικονομική αστάθεια. Ο δρόμος που θα ακολουθήσει η Κίνα είναι ιδιαίτερα κρίσιμος για την άμβλυνση αυτή της κρίσης.
Το να αποφευχθεί μια ανώμαλη προσγείωση στην Κίνα είναι απαραίτητη –αλλά όχι επαρκής –προϋπόθεση για την παγκόσμια ανάκαμψη. Ωστόσο, αντίθετα με τις συμβουλές πολλών κινέζων οικονομολόγων -, οι πολιτικοί ηγέτες του Πεκίνου επιλέγουν να μην ακολουθήσουν τη συμβατική προσέγγιση της Δύσης, χρησιμοποιώντας ευέλικτες συναλλαγματικές ισοτιμίες ως το βασικό μέσο για την απορρόφηση του σοκ από τις ασταθείς ροές κεφαλαίου και επιτρέποντας στη νομισματική πολιτική να προσφέρει ρευστότητα για τις εσωτερικές δομικές προσαρμογές.
Αυτό ικανοποίησε τους οικονομολόγους στη Δύση και τις παγκόσμιες χρηματαγορές, που ανέπνευσαν με ανακούφιση όταν οι κινέζοι ηγέτες επαναδιαβεβαίωσαν για την πρόθεσή τους να διατηρήσουν σταθερό το κινεζικό νόμισμα, το γουάν.
Αυτό που φοβούνταν ήταν μήπως η Κίνα επεδίωκε μια πιο αδύναμη συναλλαγματική ισοτιμία προκειμένου να αποφύγει τον αποπληθωρισμό, κάτι που θα είχε ως αποτέλεσμα ακόμη έναν γύρο παγκόσμιων ανταγωνιστικών υποτιμήσεων και περαιτέρω αποπληθωρισμό. Ευτυχώς οι ηγέτες της Κίνας αναγνώρισαν τον κίνδυνο.

«Κλειδί» η ετήσια ανάπτυξη γύρω στο 6,5%

Φυσικά η Κίνα πρέπει να βρει έναν τρόπο να αντιμετωπίσει τη φυγή κεφαλαίων, επιδιώκοντας παράλληλα τις απαραίτητες δομικές μεταρρυθμίσεις για να βάλει την οικονομία της σε ένα μονοπάτι μακράς βιώσιμης ανάπτυξης. Το κλειδί θα είναι να διατηρήσει ετήσια ανάπτυξη περίπου 6,5%, ακολουθώντας παράλληλα ένα πολυδιάστατο βραχυπρόθεσμο σχέδιο με στόχο τη δημιουργία θέσεων εργασίας ώστε να ισορροπήσει τις απώλειες από την αναδιοργάνωση των μη επαρκών βιομηχανιών.
Στο μεταξύ η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας (PBOC) θα βρεθεί αντιμέτωπη με το δύσκολο έργο διατήρησης της σταθερότητας της ισοτιμίας και της αντιμετώπισης του αποπληθωρισμού, διασφαλίζοντας τη ρευστότητα που θα χρειάζεται ώστε να υποστηριχθεί η μετάβαση από τον μεταποιητικό τομέα προς τον τομέα των υπηρεσιών.
Με τις ανεπτυγμένες οικονομίες να αντιμετωπίζουν ραγδαία γήρανση του πληθυσμού, υψηλά δημόσια χρέη, υπερεξαπλωμένες νομισματικές πολιτικές και επίφοβη πολιτική ζωή, η ικανότητα της παγκόσμιας οικονομίας να ανακάμψει εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις αναδυόμενες οικονομίες.
Και ενώ αυτές οι οικονομίες αντιμετωπίζουν τα δικά τους προβλήματα, διαθέτουν πιο ευνοϊκά δημογραφικά στοιχεία και βιώνουν μια γρήγορη αστικοποίηση.

Το Μπρέτον Γουντς στον 21ο αιώνα

Ο μοναδικός περιορισμός για τη συνειδητοποίηση των δυνατοτήτων των αναδυόμενων οικονομιών είναι χρηματοπιστωτικός, με τους θεσμούς του Μπρέτον Γουντς να μην είναι σε θέση να προσφέρουν το απαραίτητο κεφάλαιο.
Αν ο κόσμος θέλει να ξεπεράσει την παγίδα του «χρέους – αποπληθωρισμού» –για να μην αναφέρουμε το όλο και μεγαλύτερο άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ πλουσίων και φτωχών -, αυτό πρέπει να αλλάξει. Η συλλογική δράση είναι απαραίτητη προκειμένου να καταστήσουμε τη μη συμβατική νομισματική πολιτική πιο αποτελεσματική.
Ως τώρα τέτοιες πολιτικές δεν έχουν καταφέρει να επαναφέρουν την παγκόσμια οικονομία διότι οι τράπεζες, αλλά και άλλοι δανειστές, παρακρατούν τη ρευστότητα που λαμβάνουν από τις κεντρικές τράπεζες των κρατών και οργανισμών αντί να τη διοχετεύουν στην πραγματική οικονομία δανείζοντας σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και επενδύοντας σε έργα υποδομών.
Ο κ. Andrew Sheng είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Tsinghua στο Πεκίνο και συνεργάτης του Asia Global Institute στο Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ. Ο κ. Xiao Geng είναι διευθυντής του ινστιτούτου IFF, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ και συνεργάτης του Asia Global Institute.

HeliosPlus