«Πρέπει να συμπαρασταθούμε στην Ελλάδα, να αντιμετωπίσουμε την δύσκολη κατάσταση και να επιστρέψουμε στο σύστημα Σένγκεν», δήλωσε η Καγκελάριος της Γερμανίας ‘Αγγελα Μέρκελ, ενώ επισήμανε ότι βρίσκεται σε τακτική επικοινωνία με τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.
«Οι εικόνες από την Ελλάδα καταδεικνύουν κάθε μέρα ξεκάθαρα ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη για συνομιλίες», τόνισε η Μέρκελ στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε από κοινού με τον Κροάτη Πρωθυπουργό Τίχομιρ Ορέσκοβιτς στο Βερολίνο, ενώ επισήμανε ότι η κατάσταση στο θέμα της προσφυγικής κρίσης δεν είναι ικανοποιητική.
Από την πλευρά του ο κ. Ορέσκοβιτς αναγνώρισε ότι η Γερμανία έχει κάνει πάρα πολλά σε αυτή την προσφυγική κρίση και πρόσθεσε ότι η χώρα του αντιλαμβάνεται τα προβλήματα και θέλει να επιλυθούν από κοινού εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εχθές Δευτέρα η γερμανίδα καγκελάριος μιλώντας σε κομματική συγκέντρωση στην πόλη Φολκμάρσεν, όπως μεταδίδει το πρακτορείο Bloomberg σημείωσε ότι η διαμάχη στην Ευρώπη για τους πρόσφυγες απειλούν το ευρώ.
«Αυτά που βλέπουμε τις τελευταίες ημέρες, με ορισμένες χώρες να τραβούν τον δικό τους δρόμο εις βάρος μίας άλλης χώρας, όπως η Ελλάδα – αυτός δεν είναι ο ευρωπαϊκός δρόμος», δήλωσε η καγκελάριος. Με τις χώρες κατά μήκος της λεγόμενης βαλκανικής διαδρομής να εμποδίζουν τους πρόσφυγες να μετακινηθούν βόρεια της Ελλάδας, η Μέρκελ προειδοποίησε την Κυριακή άλλες χώρες της ΕΕ να μην επιτρέψουν να υπάρξει «χάος» σε μία χώρα που ήδη «έχει πολλά προβλήματα», σημειώνει το δημοσίευμα του Bloomberg.
Οι ηγέτες των 28 χωρών της ΕΕ σχεδιάζουν να συναντηθούν με τον Τούρκο πρωθυπουργό Αχμέτ Νταβούτογλου την ερχόμενη Δευτέρα στις Βρυξέλλες, σε μία προσπάθεια να ολοκληρώσουν τη συμφωνία για τον περιορισμό του πλήθους των ανθρώπων που διασχίζουν το Αιγαίο για να φθάσουν στην Ελλάδα. Ο Κροάτης πρωθυπουργός Τίχομιρ Ορέσκοβιτς, η χώρα του οποίου βρίσκεται στη βαλκανική διαδρομή (των προσφύγων), θα συναντηθεί με τη Μέρκελ για συζητήσεις στο Βερολίνο αργότερα σήμερα, αναφέρει το δημοσίευμα.
Η Μέρκελ, συνεχίζει το Bloomberg, στέλνει το μήνυμά της στους ψηφοφόρους τριών γερμανικών κρατιδίων, στα οποία θα διεξαχθούν εκλογές στις 13 Μαρτίου. Οι μάχες στη Βάδη – Βυρτεμβέργη, τη Ρηνανία – Παλατινάτο και τη Σαξωνία – ‘Ανχαλτ θα είναι εν μέρει μία δοκιμασία της προσφυγικής πολιτικής της καγκελαρίου, με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν μείωση της υποστήριξης στο Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα της (CDU) και κέρδη για το κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) που είναι κατά των μεταναστών. Οι δημοσκοπήσεις στη Βάδη – Βυρτεμβέργη δείχνουν σχεδόν ισοδύναμα το CDU και το κόμμα των Πρασίνων, που κυβερνά το κρατίδιο αφού απομάκρυνε τους Χριστιανοδημοκράτες από την εξουσία πριν από πέντε χρόνια σε μία περιοχή, όπου έχουν την έδρα τους επιχειρήσεις, όπως η Daimler και η Porsche.
Παράλληλα σε συνέντευξή της στην Suedwest Presse η γερμανίδα καγκελάριος δηλώσε ότι «θα ήταν καλύτερα αν όλοι συνολικά φερόμασταν ευρωπαϊκά και δεν αφήναμε απλώς ένα κράτος-μέλος, την Ελλάδα, να σηκώνει το βάρος των αποφάσεων» και τόνισε ότι η Ευρώπη των 500 εκατομμυρίων κατοίκων οφείλει να συνεισφέρει περισσότερο στην προστασία των προσφύγων.
«Στις 7 Μαρτίου είναι μια σημαντική ευκαιρία προκειμένου στον κύκλο των 28 κρατών-μελών της ΕΕ και από κοινού με την Τουρκία να προωθήσουμε την πρακτική εφαρμογή του Σχεδίου Δράσης ΕΕ-Τουρκίας. Πολλά έχουν ήδη ξεκινήσει, αλλά αναμφίβολα απομένουν πολλά ακόμη να περάσουν από το χαρτί στην πραγματικότητα. Έχουμε από κοινού την ευκαιρία να προστατεύσουμε αποτελεσματικά τα εξωτερικά σύνορα και να περιορίσουμε πραγματικά και μόνιμα την παράνομη μετανάστευση», δηλώνει η κ. Μέρκελ σε συνέντευξή της στην Suedwest Presse και προσθέτει ότι η Τουρκία έχει αναλάβει ρόλο κλειδί, καθώς, ως γείτονας της Συρίας έχει υποδεχτεί 2,5 εκατομμύρια πρόσφυγες, ενώ η συντριπτική πλειονότητα έρχεται από εκεί μέσω της Ελλάδας στην Ευρώπη.
Αναφερόμενη στις επιθέσεις της Άγκυρας εναντίον του ΡΚΚ, η Γερμανίδα καγκελάριος επισημαίνει ότι «είναι δικαίωμα κάθε χώρας να αναλάβει δράση εναντίον μιας τρομοκρατικής οργάνωσης, είναι όμως συνετή πολιτική να διατηρήσει στο μυαλό της και την συμφιλίωση με τον κουρδικό πληθυσμό», τονίζοντας ωστόσο ότι «μια στενή συνεργασία με την Τουρκία είναι προς το γερμανικό και το ευρωπαϊκό συμφέρον» και εξηγώντας ότι «η κοινή πρόκληση λόγω της προσφυγικής κρίσης έχει προσδώσει στις σχέσεις Γερμανίας-Τουρκίας μια νέα διάσταση, μια νέα ένταση- συζητούμε τώρα πολύ συχνότερα από ό,τι προηγουμένως και έτσι δημιουργούνται οι ευκαιρίες να συζητήσουμε τα προβλήματα, π.χ. για την ελευθερία του Τύπου ή για τα δικαιώματα της αντιπολίτευσης».
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το τι θα συμβεί αν την Δευτέρα δεν υπάρξει συμφωνία, η κ. Μέρκελ δηλώνει ότι θεωρεί ενθαρρυντικό το γεγονός ότι «όλα τα 28 κράτη-μέλη θέλουν να παραμείνει ανοιχτός ο χώρος Σένγκεν και η ελευθερία κίνησης», διευκρινίζει όμως ότι αυτό απαιτεί άμεση και αποτελεσματική προστασία των εξωτερικών συνόρων, καθώς μόνο τότε μπορούν να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα. «Θα ήταν καλύτερα αν όλοι συνολικά φερόμασταν ευρωπαϊκά και δεν αφήναμε απλώς ένα κράτος-μέλος, την Ελλάδα, να σηκώνει το βάρος των αποφάσεων», υπογραμμίζει και εξηγεί ότι για αυτόν ακριβώς τον λόγο άσκησε πίεση για την έκτακτη Σύνοδο Κορυφής, «στην οποία θα πρέπει να συμφωνήσουμε σε κοινή προσέγγιση».
Αναφερόμενη στο εσωτερικό της Γερμανίας και στις αντιδράσεις τμήματος του πληθυσμού στην πολιτική της, η κυρία Μέρκελ εκτιμά ότι έχει ένα μεγάλο μέρος του κόσμου δίπλα της σε ό,τι αφορά την υποδοχή ανθρώπων που έχουν ανάγκη προστασίας. «Αυτό είναι πολύ ενθαρρυντικό. Η Γερμανία και η Ευρώπη μπορούν να αναλάβουν ένα σημαντικό μέρος. Ασθενέστερες οικονομικά και μικρότερες χώρες το κάνουν ήδη. Η Ιορδανία έχει 6,5 εκατομμύρια κατοίκους και ένα εκατομμύριο πρόσφυγες, ο Λίβανος 1,5 εκατομμύριο πρόσφυγες με πέντε εκατομμύρια κατοίκους, στην Τουρκία βρίσκονται 2,5 εκατομμύρια πρόσφυγες, σε 70 εκατομμύρια κατοίκων. Αν μια ήπειρος με τους 500 εκατομμύρια κατοίκους της δεν έχει καλά-καλά δεχτεί ένα εκατομμύριο Σύρους, τότε η συνδρομή μας για την ευημερία και τις συνθήκες διαβίωσης δεν είναι πολύ μεγάλη», σημειώνει χαρακτηριστικά και υπογραμμίζει την ανάγκη «να ανταποκριθούμε σε αυτή τη μεγάλη πρόκληση και στις αξίες μας». «Τι θα πρέπει να σκεφτεί κανείς για την Ευρώπη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αλληλεγγύης, αν δεν δεχόμαστε Σύρους και Ιρακινούς που δεν προσχωρούν στο Ισλαμικό Κράτος αλλά αναζητούν προστασία και νέα ελπίδα; Το πώς θα αντιδράσει αυτή την εποχή η Ευρώπη θα έχει επίσης αντίκτυπο στην μελλοντική συνύπαρξή μας με τον μουσουλμανικό κόσμο», καταλήγει.
Ερωτώμενη σχετικά με το εάν θα διεκδικήσει και νέα κυβερνητική θητεία στις εκλογές του 2017, η Γερμανίδα καγκελάριος αποφεύγει να απαντήσει, δεσμευόμενη ωστόσο να εξαντλήσει την τρέχουσα θητεία της και με την υπόσχεση να λάβει τις αποφάσεις της την κατάλληλη στιγμή, η οποία, όπως λέει, δεν έχει έρθει ακόμη. Σε ό,τι αφορά τη θητεία του Ομοσπονδιακού Προέδρου Γιοάχιμ Γκάουκ, η οποία λήγει αρχές του επόμενου έτους, τάσσεται υπέρ της ανανέωσής της, σημειώνοντας, όμως, ότι αποτελεί απόφαση του ιδίου.