Οταν οι προηγούμενες διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ελλάδας και των δανειστών της κατέρρευσαν, οδηγώντας σε μια ηχηρή απόρριψη από τον ελληνικό λαό των όρων που απαιτούνται για την οικονομική βοήθεια, μια παλαιά φωτογραφία επανεμφανίστηκε στο Διαδίκτυο. Δείχνει τον Χέρμαν Γιόζεφ Αμπς, τον επικεφαλής της επιτροπής της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στο Λονδίνο στις 27 Φεβρουαρίου 1953, να υπογράφει μια συμφωνία: αυτήν που μείωνε στο μισό τα χρέη της χώρας του προς τους διεθνείς δανειστές της. Είναι μια εικόνα που έχει σημασία και σήμερα.
Για τους επικριτές της επιμονής της Γερμανίας ότι η Αθήνα πρέπει να συμφωνήσει σε περισσότερη λιτότητα προτού συζητηθεί η διαγραφή του χρέους, λειτουργεί ως ωμή απάντηση: ο μεγαλύτερος δανειστής που απαιτεί οι Ελληνες να πληρώσουν για τις σπατάλες του παρελθόντος ωφελήθηκε, όχι πολύ παλιά, από πολύ πιο επιεικείς όρους από αυτούς που σήμερα είναι διατεθειμένος να προσφέρει.
Αλλά εκτός από το να λειτουργεί ως υπενθύμιση της γερμανικής υποκρισίας η εικόνα προσφέρει ένα πιο σημαντικό μάθημα: ότι τέτοιες καταστάσεις έχουν αντιμετωπιστεί με επιτυχία στο παρελθόν.
Ο 20ός αιώνας προσφέρει έναν πλούσιο «οδικό χάρτη» πολιτικών αποτυχιών και επιτυχιών στην αντιμετώπιση των κρίσεων χρέους. Τα καλά νέα είναι ότι ως τώρα οι οικονομολόγοι γενικά κατανοούν το πλαίσιο μιας επιτυχούς προσέγγισης. Τα κακά νέα είναι ότι ακόμη παίρνει πολύ χρόνο για να ληφθούν υπόψη οι συμβουλές τους –και επαναλαμβάνονται τα λάθη του παρελθόντος.
«Είδαμε την ίδια σκηνή πολλές φορές στο παρελθόν» είπε η Κάρμεν Μ. Ρέινχαρτ, καθηγήτρια στην Kennedy School of Government του Χάρβαρντ, ειδική στις κρίσεις χρέους. «Είναι πολύ εύκολο να παραμείνει κανείς στις ιδιαιτερότητες κάθε κατάστασης και να μην προσέξει το επαναλαμβανόμενο μοτίβο» προσέθεσε.
Η καθυστέρηση γιγαντώνει το χρέος

Ποιο είναι το επαναλαμβανόμενο, ιστορικό μοτίβο; Πρώτον, τα προβλήματα με τα μεγάλα χρέη επιλύονται μόνο όταν προκύπτει σημαντική διαγραφή τους. Δεύτερον, όσο περισσότερο χρόνο παίρνει η διαγραφή τους τόσο πιο μεγάλο θα είναι το ποσό που πρέπει να διαγραφεί. Κανένας δεν το καταλαβαίνει αυτό καλύτερα από τους Γερμανούς. Δεν είναι μόνο ότι ωφελήθηκαν από τη συμφωνία του 1953, η οποία ενίσχυσε το μεταπολεμικό οικονομικό θαύμα της Γερμανίας. Είκοσι χρόνια νωρίτερα η Γερμανία χρεοκόπησε εξαιτίας των χρεών της από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έχοντας βιώσει μια έξαρση υπερπληθωρισμού και οικονομικής ύφεσης που διευκόλυνε την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Είναι ένα γενικό μάθημα για τη φύση του χρέους.
Ωστόσο από τις πάνω από δέκα χρεοκοπίες της δεκαετίας του 1930 ως τις διαγραφές του σχεδίου Μπρέιντι στις αρχές της δεκαετίας του 1990, που έβαλε τέλος σε μία δεκαετία υψηλού χρέους και μηδενικής ανάπτυξης στη Λατινική Αμερική και σε άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, είναι ένα μάθημα που πρέπει να διδάσκεται ξανά και ξανά. Και στις δύο περιπτώσεις προηγήθηκε μία και πλέον δεκαετία διαπραγματεύσεων και αναβολών που –όπως συνέβη και στην Ελλάδα –επιμήκυναν τη λήξη του χρέους και μείωναν τα επιτόκια. Αλλά η κρίση σταματούσε και οι οικονομίες βελτιώνονταν μόνον όταν υπήρχε διαγραφή μέρους των χρεών.

Οι λανθασμένες εκτιμήσεις του ΔΝΤ

Αυτό οι πολιτικοί δεν το έχουν καταλάβει ακόμη. Και ισχύει και για το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο δημιουργήθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο προκειμένου να αντιμετωπίζει ακριβώς τέτοιες καταστάσεις. Η προσέγγισή του στην ελληνική κρίση χρέους, πριν από πέντε χρόνια, ξεκίνησε με την υπόθεση ότι η χρεοκοπία στα ανεπτυγμένα κράτη ήταν «περιττή, ανεπιθύμητη και απίθανη». Για να το δικαιολογήσει αυτό, συνέταξε μιαν ανάλυση για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας που άγγιζε τα όρια της φαντασίας. Ακόμη και στα τέλη του Μαρτίου του 2014 ζητούσε πρωτογενές πλεόνασμα από την Αθήνα 3% και 4,5% τον χρόνο.
Στους δανειστές φυσικά δεν αρέσει να διαγράφουν χρέη. Αλλά η Γερμανία και οι σύμμαχοί της δεν δικαιολογούν έτσι τη στάση τους. Βασίζονται, αντίθετα, σε ένα επιχείρημα «ηθικού κινδύνου»: αν στην Ελλάδα προσφερόταν διευκόλυνση για να γλιτώσει από το χρέος της, τι θα την εμπόδιζε από το να κάνει ξανά «μεγάλη ζωή» με τα χρήματα των άλλων; Τι μάθημα θα έστελνε κάτι τέτοιο στην Πορτογαλία για παράδειγμα; Αλλά η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε κατά ένα τέταρτο. Οι συνταξιούχοι έχουν φτωχύνει. Οι τράπεζες έχουν κλείσει. Αυτά είναι συνέπειες της μη διαγραφής.
«Σήμερα ο κίνδυνος της μετάδοσης της ελληνικής κρίσης είναι χαμηλός» λέει η καθηγήτρια Ρέινχαρτ. Οι άλλες περιφερειακές οικονομίες της Ευρώπης είναι σε καλύτερη κατάσταση. Ακόμη και το ΔΝΤ αναγνωρίζει ότι η διαγραφή είναι αναπόφευκτη. Το κόστος για τους δανειστές της Ευρώπης θα είναι μικρό. Ωστόσο η Γερμανία δεν έχει πειστεί. Χρειάστηκε μία δεκαετία από την κρίση χρέους στη Λατινική Αμερική ώσπου να συμφωνηθεί το σχέδιο Μπρέιντι. Των χρεοκοπιών του 1934 προηγήθηκε μία δεκαετία ημιμέτρων. Θα πρέπει και η Ελλάδα να περιμένει τόσο;

HeliosPlus