Ο κύβος ερρίφθη: Η Σαουδική Αραβία ηγείται ομάδας σουνιτικών χωρών που πλέον επεμβαίνουν στρατιωτικά (μέχρι στιγμής με επιδρομές) στην Υεμένη για να αποτρέψει την προέλαση των σιιτών ανταρτών που υποστηρίζονται από το Ιράν. Η σύρραξη επηρεάζει άμεσα ή έμμεσα παράγοντες από την Τεχεράνη μέχρι το Κάιρο, οι ΗΠΑ -που είδαν την αντιτρομοκρατική τους στρατηγική στη χώρα να αποτυγχάνει- υποστηρίζουν την επέμβαση, ενώ η Αλ Κάιντα της περιοχής ελπίζει να εκμεταλλευτεί το χάος. Το Ιράν αντιδρά, αλλά η συγκυρία στενεύει τα περιθώρια του.
Τη νύχτα προς Πέμπτη, η Σαουδική Αραβία ξεκίνησε επιδρομές εναντίον των σιιτών ανταρτών Χούτι στην Υεμένη, που τις τελευταίες εβδομάδες έχουν πάρει τον έλεγχο μεγάλου τμήματος της χώρας και είχαν εκδιώξει τον πρόεδρο στο νότο -ο οποίος και, κατά αρκετές αναφορές, τις τελευταίες ώρες έχει εγκαταλείψει τη χώρα.
Οι αντάρτες Χούτι, που θρησκευτικά αποτελούν ξεχωριστή κοινότητα εντός του σιιτικού Ισλάμ (Ζαϊντίτες), είχαν καταφέρει πρόσφατα να επεκτείνουν την επιρροή τους στις υεμενιτικές δυνάμεις ασφαλείας, προσεταιριζόμενοι και ρεύματα που υποστήριζαν τον πρώην πρόεδρο της Υεμένης Αλί Αμπντάλα Σαλέχ.
Με την προέλασή τους, κατέλαβαν τις τρεις μεγαλύτερες πόλεις της Υεμένης (ανάμεσά τους και την πρωτεύουσα Σαναά) και εκδίωξαν το Φεβρουάριο τον πρόεδρο Αμπντ Ράμπο Μανσούρ Χάντι στο Άντεν -το οποίο έφτασαν να βομβαρδίσουν, παίρνοντας τον έλεγχο αεροπορικών μέσων των υεμενιτικών δυνάμεων. Οι Χούτι υποστηρίζονται με κεφάλαια και εξοπλισμό από το (επίσης σιιτικό) Ιράν.
Η (σουνιτική) Σαουδική Αραβία, που θεωρεί την αδύναμη γειτονική της Υεμένη μέρος του «φυσικού της χώρου επιρροής», παρακολουθούσε με ενισχυόμενη ανησυχία την ενίσχυση παραγόντων που πρόσκεινται στην Τεχεράνη.
Η πολυσυλλεκτικότητα της ομάδας χωρών που πλέον συμμετέχουν στον συνασπισμό υπό τη Σαουδική Αραβία είναι φαινομενικά μεγάλη: Κουβέιτ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Κατάρ, Μπαχρέιν δηλώνουν «παρούσες» στις επιχειρήσεις, Μαρόκο, Αίγυπτος, Ιορδανία, Σουδάν και μέχρι και Πακιστάν δηλώνουν σε ετοιμότητα ακόμη και για αποστολή χερσαίων στρατευμάτων.
Ωστόσο, εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις, η επιχειρησιακή συμμετοχή τους φαίνεται ότι θα περιοριστεί σε συμβολικό επίπεδο: Να ενισχυθεί ο «σουνιτικός κοινός παρονομαστής» εναντίον των σιιτών ανταρτών.
Το Ριάντ, και μάλιστα υπό τη νέα ηγεσία του βασιλιά Σαλμάν, έχει ανησυχήσει η απόπειρα του Ιράν να επεκτείνει την επιρροή του, απειλώντας τη θέση της Σαουδικής Αραβίας ως περιφερειακής ηγεμονικής δύναμης: Την υποστήριξη του Ιράν στον Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία ακολουθεί η όλο και πιο ενεργή υποστήριξη στη Βαγδάτη εναντίον της σουνιτικής ISIS (ενδεικτικά, στην ιρακινή επιχείρηση για ανακατάληψη του Τικρίτ οι ΗΠΑ ήταν απούσες, όμως η Τεχεράνη όχι).
Έτσι, η Σαουδική Αραβία βλέπει τις δύο χώρες όπου έχει αρχίσει να ενισχύεται η παρουσία του Ιράν να κινδυνεύουν να γίνουν τρεις, εάν στην Υεμένη επικρατήσουν οι Χούτι. Από αυτήν την άποψη, είναι ο «δεύτερος γύρος» του Μπαχρέιν στις αρχές του 2011.
«Θέλουμε να υποστηρίξουμε και να υπερασπιστούμε με κάθε μέσο τη νόμιμη κυβέρνηση της Υεμένης»: Έτσι περιέγραφε τον στόχο τού Ριάντ ο σαουδάραβας πρέσβης στις ΗΠΑ την ώρα που απογειώνονταν τα πρώτα μαχητικά.
Ο βασιλιάς Σαλμάν έχει θέσει όπως ανακοινώθηκε, εκτός από τα 100 μαχητικά, σε ετοιμότητα χερσαίες δυνάμεις που φτάνουν τους 150.000 στρατιώτες. Ο φόβος όλων είναι τι θα γίνει εάν χρησιμοποιήσει τις δεύτερες: Διεθνείς παρατηρητές βλέπουν κίνδυνο παρατεταμένης κρίσης, καθώς ακόμη και η μορφολογία του εδάφους της Υεμένης -ορεινή στα νοτιοδυτικά και με ερήμους κοντά στα βορειοανατολικά σύνορα- είναι το προσφορότερο σκηνικό για παρατεταμένο ανταρτοπόλεμο.
Η ανησυχία από την αποσταθεροποίηση που πλέον έχει κορυφωθεί στην Υεμένη ξεπερνά την άμεση περιφέρεια: Μία εστία χάους στην άκρη της Αραβικής Χερσονήσου ρίχνει την σκιά της στη θαλάσσια μεταφορά πετρελαίου από την περιοχή και, στο χειρότερο ενδεχόμενο, μπορεί ακόμη και να παραλύσει την κίνηση μέσω της Διώρυγας του Σουέζ: Η Αίγυπτος (που επίσης, υπενθυμίζεται, έχει δώσει το «παρών» στη συμμαχία υπό τη Σαουδική Αραβία) έχει διαμηνύσει πως δεν θα παρακολουθήσει αμέτοχη εάν απειληθούν τα συμφέροντά της.
Αμιγώς στο εσωτερικό της Υεμένης, την κατάσταση επιδεινώνει ο πάντοτε υποβόσκων σεκταρισμός -για μεγάλο μέρος του 20ου αιώνα, η χώρα ήταν σπασμένη στα δύο, ενώ στο νότο έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται σημαίες της παλιάς Νότιας Υεμένης. Ως επιπλέον εκρηκτικός παράγοντας προστίθεται η (σουνιτική) «Αλ Κάιντα της Αραβικής Χερσονήσου» (AQAP) που είναι ενεργή και καραδοκεί για ένα ευνοϊκό κενό από την περιδίνηση στο χάος.
Το Ιράν αντιδρά στην επέμβαση στην Υεμένη με μπαράζ δηλώσεων από το πρωί της Πέμπτης: Ο ΥΠΕΞ κάλεσε σε «άμεση παύση κάθε στρατιωτικής επίθεσης στην Υεμένη, η οποία αντιμετωπίζει εσωτερική κρίση», λέγοντας πως η επέμβαση «θα δυσκολέψει την επιδίωξη ειρηνικής διεξόδου».
Επέμβαση με ανάλογα μέτρα από το Ιράν θα οδηγούσε την κατάσταση ακόμη βαθύτερο χάος και, όπως συμφωνούν οι περισσότερες αναλύσεις στο διεθνή Τύπο, σε μία μετωπική σύγκρουση σε ξένο έδαφος. Ωστόσο, η δυνατότητα ή η προθυμία του Ιράν για κάτι τέτοιο δεν είναι σε καμία περίπτωση δεδομένες -ήδη η στάση της Τεχεράνης απέναντι στην κρίση Συρίας και Ιράκ είναι δύσκολη, αλλά η συγκυρία είναι κρισιμότατη όσο οι διαπραγματεύσεις με τους Έξι για το πυρηνικό της πρόγραμμα, στις οποίες πλησιάζει η ώρα της αλήθειας, περιπλέκουν στο μέγιστο βαθμό τα δεδομένα για το Ιράν.