«Υπό τις εντολές μου», είπε ο πρόεδρος Ομπάμα φορώντας τη στολή του ανωτάτου διοικητή των ενόπλων δυνάμεων, «ξεκίνησε η αεροπορική εκστρατεία εναντίον του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία», με τη συμμετοχή και μερικών αραβικών χωρών. Έξι χρόνια μετά την αναρρίχησή του στην προεδρία, γεννήθηκε έτσι ο πολεμιστής Ομπάμα, αναφέρει η εφημερίδα La Repubblica.
Μετά τον ειρηνιστή Ομπάμα, τον διαπραγματευτή Ομπάμα, τον διστακτικό Ομπάμα, έρχεται ο πολεμιστής Ομπάμα, γράφει ο Βιτόριο Τσουκόνι στην ιταλική εφημερίδα και αναρωτιέται «Μπορούμε να του έχουμε εμπιστοσύνη;»
Η απάντηση είναι καταφατική, σύμφωνα με τον συντάκτη, στο βαθμό που ήταν αξιόπιστοι και όλοι οι προκάτοχοί του στον Λευκό Οίκο, των οποίων οι πράξεις στο τέλος της θητείας του ήταν αντίθετες από εκείνες που τους οδήγησαν στην εξουσία. Αποτελεί πλέον οικουμενικό κανόνα η ασυνέπεια, την οποία επιβάλλει η σκληρή σύγκρουση με την πραγματικότητα.
Ο υποψήφιος, έτσι, που είχε υποσχεθεί την αποδέσμευση από την κινούμενη άμμο στην οποία είχε οδηγήσει ο Μπους την Αμερική, ο πρόεδρος που επικαλούνταν τον Κένεντι σύμφωνα με τον οποίο «διαπραγματεύεσαι με τους εχθρούς ακριβώς επειδή είναι εχθροί», κατέληξε να διατάξει κι αυτός αεροπορικές επιδρομές στη Μέση Ανατολή.
«Η Αμερική δεν πολεμά μόνη της», δικαιολογήθηκε, «δεν πολεμάμε μόνο για μας, αλλά για ολόκληρο τον κόσμο, κι έχουμε στο πλευρό μας τις αραβικές χώρες επειδή η ασφάλεια είναι ένα κοινό αγαθό». Χωρίς τη δική του μεταμόρφωση, όμως, κανείς δεν θα διανοούνταν να ρίξει βόμβες ή να εκτοξεύσει πυραύλους στο Ιράκ ή στη Συρία, τονίζει η εφημερίδα.
Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν ο στρατηγός Ομπάμα εξακολουθεί να αξίζει το Νόμπελ Ειρήνης, σύμφωνα με τη Repubblica, αλλά αν η στρατιωτική δράση που ανέλαβε είναι αξιόπιστη. Και η αξιοπιστία των πολεμικών επιχειρήσεων κρίνεται ανέκαθεν όχι με βάση τις προθέσεις, αλλά τα αποτελέσματα. Ο στόχος μας είναι να «χτυπάμε τους τρομοκράτες όπου κι αν βρίσκονται», είπε ο Ομπάμα, «να μην τους αφήσουμε να βρίσκουν ασφαλές καταφύγιο σε καμιά χώρα».
Αν ο βομβαρδισμός της Ράκα στη Συρία, όπου φέρονται να έχουν τη βάση τους οι τρομοκράτες, οδηγήσει στην εξόντωσή τους, τότε θα χαρακτηριστεί δίκαιος, αναφέρει η εφημερίδα.
Αν αποτελέσει την αρχή ενός «πολέμου κατά του τρόμου», του οποίου τόσο η σύλληψη όσο και η διεξαγωγή μετά το 2001 έγιναν με λάθος τρόπο, τότε θα χαρακτηριστεί άδικος. Και η Ιστορία θα καταδικάσει τον Ομπάμα, όπως καταδίκασε τον Τζόνσον και τον Νίξον για το Βιετνάμ.
Όπως έγινε με τον Ρούσβελτ το 1941 μετά το Περλ Χάρμπορ, έτσι και τώρα με τον Ομπάμα, η πραγματικότητα δεν του άφησε εναλλακτικές λύσεις, συνεχίζει η εφημερίδα. Αν ο αμερικανός πρόεδρος επιδίωκε την ψήφο του Συμβουλίου Ασφαλείας, είναι βέβαιο ότι ο Πούτιν θα ασκούσε βέτο και το Ισλαμικό Κράτος θα κέρδιζε χρόνο για να επεκτείνει τις επιχειρήσεις του και να στρατολογήσει εθελοντές.
Ο πόλεμος περιορισμένης έκτασης, που περιλαμβάνει αεροπορικές επιθέσεις με πυραύλους Τόμαχοουκ και την αποστολή «στρατιωτικών συμβούλων» στη Συρία για την εκπαίδευση των «μετριοπαθών» ανταρτών, ήταν έτσι μια αναγκαστική επιλογή. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα αποδειχθεί κατ’ ανάγκη και αποφασιστικής σημασίας. Το να μην έχεις άλλη επιλογή, όπως συμβαίνει τώρα με τον Ομπάμα, δεν σημαίνει ότι κάνεις και τη σωστή επιλογή, γράφει η La Repubblica. Γιατί ο πραγματικός περιοριστικός παράγων της αμερικανικής ισχύος δεν είναι η Αμερική, αλλά οι αναξιόπιστοι σύμμαχοί της.
Με την Τουρκία που διαφωνεί, το Ιράν που παίζει διπλό παιχνίδι, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία που η παρουσία τους είναι συμβολική, ο Ομπάμα διατρέχει τον κίνδυνο να κληθεί να αναλάβει το κόστος μια αποτυχίας, προσθέτει η Repubblica.
Και να καταφέρει όμως να ανακόψει την προέλαση των τζιχαντιστών, είναι βέβαιο ότι θα κατηγορηθεί για παραβίαση των διεθνών κανόνων. Αυτόν τον πόλεμο, είναι βέβαιο ότι δεν ήθελε να τον κάνει, καταλήγει η εφημερίδα.