Πώς είναι η ζωή για τις οικογένειες που πασχίζουν να επιβιώσουν στη Γάζα; Ο παλαιστίνιος συγγραφέας Ατέφ Αμπου Σαΐφ περιγράφει τον συνωστισμό και τις ελλείψεις, τη φρίκη τού να βλέπεις γνώριμα μέρη να έχουν γίνει ερείπια –και τον συνεχή φόβο του θανάτου.
Η βρετανική εφημερίδα «The Guardian» δημοσίευσε το ημερολόγιό του. Ακολουθούν αποσπάσματα:
Τετάρτη 23 Ιουλίου 2014
Τώρα 14 μέλη της οικογένειας ζούμε στο σπίτι του πεθερού μου. Το σπίτι έχει μόνο δύο δωμάτια. Σήμερα το πρωί υπήρχε μεγάλη ουρά για την τουαλέτα. Από την περασμένη εβδομάδα τα περισσότερα σπίτια έχουν αρχίσει να μην έχουν νερό.
Ουρές σχηματίζονται παντού τώρα. Πριν από λίγες ημέρες ζούσαμε μια φυσιολογική ζωή –ξυπνούσαμε στις 8 π.μ., πλέναμε το πρόσωπό μας, βουρτσίζαμε τα δόντια μας, τρώγαμε το πρωινό μας, ξεκινώντας την ημέρα μας και την καθημερινή μας ρουτίνα. Τώρα η ζωή μας έχει αλλάξει δραματικά.
Το κοριτσάκι μου, η Τζάφα, που είναι 19 μηνών, ήταν εντελώς τρομοκρατημένη την πρώτη εβδομάδα του πολέμου. Δεν μπορούσαμε να της εξηγήσουμε τι ήταν οι ήχοι των εκρήξεων, αλλά μπορούσε εύκολα να καταλάβει τον φόβο γραμμένο στα πρόσωπά μας κάθε φορά που τους ακούγαμε.
Πέμπτη 24 Ιουλίου
Ολη τη νύχτα τα τανκς, τα F16 και τα πολεμικά πλοία δεν έχουν σταματήσει να χτυπούν ούτε για ένα λεπτό. Οι εκρήξεις είναι συνεχείς, πάντα ακούγονται σαν να έρχονται από τη διπλανή πόρτα. Κάποιες φορές είσαι σίγουρος ότι είναι μέσα στο ίδιο σου το δωμάτιο, ότι τελικά σε χτύπησαν.
Μετά συνειδητοποιείς ότι δεν ήρθε η σειρά σου. Το κινητό μου έχει μείνει από μπαταρία, έτσι δεν μπορώ να ακούσω τις ειδήσεις. Είμαι ξαπλωμένος στο κρεβάτι μέσα στο σκοτάδι και προσπαθώ να μαντέψω τι συμβαίνει γύρω μου.
Κάθεσαι κάθε βράδυ στο σαλόνι περιμένοντας τον θάνατο να σου χτυπήσει την πόρτα, χωρίς να μπορείς να απαντήσεις στη μία ερώτηση που κάνουν τα παιδιά σου: «Πότε θα τελειώσουν όλα αυτά, μπαμπά;».
Ο πόλεμος σου διδάσκει πώς να προσαρμόζεσαι στη λογική του, αλλά δεν μοιράζεται το μεγαλύτερο μυστικό του: πώς να επιβιώσεις. Για παράδειγμα, κάθε φορά που γίνεται ένας πόλεμος, πρέπει να αφήνεις τα παράθυρα μισάνοιχτα, για να μη σπάσουν τα τζάμια από τις εκρήξεις. Για να είσαι ακόμη πιο ασφαλής, πρέπει να καλύψεις κάθε τζάμι με κολλητική ταινία, έτσι ώστε αν σπάσει, να μην πεταχτούν τα θρύψαλα μέσα, ούτε να πέσουν σε ανθρώπους στον δρόμο από κάτω. Είναι αυτονόητο ότι δεν πρέπει να κοιμάσαι ποτέ κοντά σε παράθυρα.
Παρασκευή 25 Ιουλίου
Καταλαβαίνω ότι είναι Παρασκευή όταν αρχίζουν να ακούγονται οι προσευχές από το τζαμί. Σε έναν πόλεμο δεν έχει σημασία τι μέρα είναι. Σήμερα το πρωί αποφασίζω να πάω στην Πόλη της Γάζας για να δω το κέντρο.
Ολα είναι κλειστά. Το μόνο που μπορώ να δω είναι συντρίμμια, κτίρια που έχουν καταρρεύσει, τεράστια άσχημα κενά εκεί που ήταν κάποτε τα κτίρια, ερείπια. Τα μπάζα είναι η μόνη μόνιμη εικόνα που έχω όταν κλείνω τα μάτια μου.
Τα πάρκα έχουν γίνει τώρα άλλο ένα στρατόπεδο προσφύγων. Καθώς τα διασχίζω, βλέπω ότι τα σιντριβάνια, τουλάχιστον, αποσπούν την προσοχή μερικών αγοριών που ζουν σε σκηνές ανάμεσά τους –χαίρονται το κρύο νερό, γδύνονται και πέφτουν στα σιντριβάνια σαν να ήταν πισίνες, αποφασισμένα να φτιάξουν μόνα τους έναν μικρό παράδεισο μέσα σε αυτήν την κόλαση.
Την Παρασκευή το βράδυ ο φίλος μου ο Χισάμ, που εργάζεται στο Νοσοκομείο του Μπέιτ Χανούν, μου τηλεφώνησε για να μου πει ότι το είχαν βομβαρδίσει. Το δωμάτιο με τις ακτίνες Χ και το χειρουργείο είχαν καταστραφεί. Οι άνθρωποι, οι ασθενείς, οι γιατροί, οι νοσοκόμες ήταν όλοι τρομοκρατημένοι.
Εκατοντάδες οικογένειες είχαν κατασκηνώσει έξω, στον κήπο του νοσοκομείου, μη έχοντας πουθενά αλλού να πάνε. Τηλεφώνησα στην παλαιστινιακή τηλεόραση και τους είπα ότι άνθρωποι έχουν παγιδευτεί στο νοσοκομείο στο Μπέιτ Χανούν και ότι πρέπει να κάνουν μια έκκληση προς τον Ερυθρό Σταυρό και τον ΟΗΕ.
Σάββατο 26 Ιουλίου
Τώρα έχουμε μείνει 40 ώρες χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα. Μπορείς να μυρίσεις τα πτώματα σε κάθε γωνιά. Ενα από αυτά που βρέθηκαν ήταν μιας γυναίκας: κρατούσε και τα δυο παιδιά της, ένα σε κάθε χέρι, όταν χτύπησαν το σπίτι της.
Φαίνεται ότι είχε προσπαθήσει απλώς να τα προστατέψει. Τα κρατούσε σφιχτά κοντά στο στήθος της και παρά το βάρος από τα συντρίμμια που έπεσαν επάνω τους δεν τα άφησε. Οταν τους βρήκαν κάτω από όλα αυτά, οι τρεις τους ήταν σαν μια νεκρή φύση, μια φωτογραφία, μια τέλεια σύνθεση. Ο Αμπου Νουρ, ο γείτονάς μου, βοηθούσε κάποιους να ψάξουν μέσα στα συντρίμμια ενός σπιτιού, μέσα στο οποίο σκοτώθηκαν έξι μέλη της ίδιας οικογένειας.
Το πτώμα ενός παιδιού έλειπε ακόμα. Ολοι έψαχναν απεγνωσμένα να βρουν κάποιο ίχνος από το σώμα του. Ο Αμπου Νουρ άγγιξε τελικά ένα κομμάτι σάρκας. Κάτι που το ένιωσε σαν το σώμα του παιδιού. Κάποιος ούρλιαζε έξω, καλώντας όλους γύρω του να τον βοηθήσουν να σηκώσει τις πέτρες. Κατάφερε να πιαστεί σταθερά από κάπου και να τραβήξει κάτι στην επιφάνεια. Ηταν το πόδι ενός άνδρα. Ποιανού ήταν το πόδι; Κανείς δεν ξέρει.
Η εκεχειρία υποτίθεται ότι θα κρατήσει για 12 ώρες, από τις 8 το πρωί ως τις 8 το βράδυ. Παρά τον θάνατο, την καταστροφή, τους αγνοουμένους, τους εκτοπισμένους, τα δάκρυα, τις πληγές, την ταλαιπωρία, αυτές τις 12 ώρες της ανακωχής βλέπω τη Γάζα όπως ήταν.
Χιλιάδες άνθρωποι έχουν βγει στον δρόμο για να αγοράσουν τρόφιμα από τα μαγαζιά που άνοιξαν, τα παιδιά παίζουν πάλι στους δρόμους. Είναι μια πόλη που χαίρεται λίγες στιγμές γαλήνης. Τώρα η εκεχειρία πλησιάζει στο τέλος της. Οι οβίδες άρχισαν να βρυχώνται πάλι, γεμίζοντας τον αέρα με τον τρόμο τους.
HeliosPlus