Από τότε που ο Φράνσις Φουκουγιάμα υποστήριξε, πριν από 20 χρόνια, πως ο κόσμος μας έφτασε στο τέλος της Ιστορίας, η ίδια η Ιστορία έχει κάνει την υφήλιο να κρατάει την ανάσα της.

Η άνοδος της Κίνας, οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, οι πόλεμοι στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, οι συγκρούσεις στα Βαλκάνια, η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, η Αραβική Ανοιξη και ο εμφύλιος στη Συρία, όλα αυτά διαψεύδουν το όραμα του Φουκουγιάμα για τον «αδιαμφισβήτητο θρίαμβο της φιλελεύθερης δημοκρατίας». Στην πραγματικότητα, η Ιστορία έκανε τον κύκλο της μέσα σε ένα διάστημα 25 ετών, από την πτώση του κομμουνισμού το 1989 ως τη νέα σύγκρουση Ρωσίας και Δύσης.

Ομως είναι στη Μέση Ανατολή όπου η Ιστορία γράφεται επί καθημερινής βάσεως και έχει τις πιο δραματικές των συνεπειών. Η παλιά Μέση Ανατολή που δημιουργήθηκε από τα απομεινάρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο καταρρέει, γεγονός που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις ενέργειες των ΗΠΑ στην περιοχή αυτή.

«Προπατορικό αμάρτημα» η αμερικανική εισβολή στο Ιράκ

Το «προπατορικό αμάρτημα» των ΗΠΑ ήταν η στρατιωτική επέμβαση στο Ιράκ το 2003 υπό την καθοδήγηση του προέδρου Τζορτζ Γ. Μπους. Οι «νεοσυντηρητικοί» που βρίσκονταν τότε στην εξουσία αγνόησαν την ανάγκη του να γεμίσει με κάποιον τρόπο το κενό εξουσίας που δημιουργήθηκε με την απομάκρυνση του Σαντάμ Χουσεΐν. Και η βιαστική, πρόωρη αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων, που διέταξε ο νυν πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, αποτέλεσε μια δεύτερη αποτυχία της Ουάσιγκτον. Η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων περίπου συνέπεσε με το ξέσπασμα των εξεγέρσεων της Αραβικής Ανοιξης και του εμφυλίου στη Συρία, ενώ η σχεδόν πεισματική παθητικότητα των ΗΠΑ να αναλάβουν τον ρόλο της δύναμης τήρησης της τάξης στην περιοχή απειλεί πλέον το Ιράκ με διάλυση, μια διάλυση που θα προκληθεί από την ταχεία αναρρίχηση του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και τη Συρία (ISIS) που τώρα κατέχει την δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ιράκ, τη Μοσούλη.
Οντως, με την ISIS να ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής βορειοδυτικά της Βαγδάτης, τα σύνορα Ιράκ – Συρίας σχεδόν καταργήθηκαν! Επίσης, πολλά σύνορα γειτονικών κρατών ενδέχεται να επανασχεδιαστούν με τη βία. Και ήδη μια τεράστια ανθρωπιστική καταστροφή είναι σχεδόν σίγουρο πως θα επιδεινωθεί. Αν η ISIS καταφέρει να εγκαθιδρύσει μια μόνιμη κρατική οντότητα σε μέρη του Ιράκ και της Συρίας, τότε θα επιταχυνόταν η διάλυση όλης της ευρύτερης περιοχής, οι ΗΠΑ θα έχαναν την «παγκόσμια μάχη τους εναντίον της τρομοκρατίας», ενώ θα απειλούνταν σοβαρά η παγκόσμια ειρήνη. Αλλά ακόμη και χωρίς το τρομοκρατικό κράτος της ISIS, η κατάσταση παραμένει εξαιρετικά ασταθής, επειδή ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία αποδεικνύεται εξαιρετικά μεταδοτικός. Στην πραγματικότητα, ο όρος «εμφύλιος πόλεμος» είναι λανθασμένος, καθώς τα γεγονότα εκεί συνεπιφέρουν μια μάχη ανάμεσα στη Σαουδική Αραβία και στο Ιράν για την ευρύτερη περιφερειακή κυριαρχία, μια μάχη που πυροδοτείται από την προαιώνια κόντρα ανάμεσα στη σουνιτική πλειοψηφία και στη σιιτική μειοψηφία του Ισλάμ.
Κερδισμένοι από τις συγκρούσεις οι Κούρδοι του Βόρειου Ιράκ

Οι Κούρδοι, με τη σειρά τους, αποτελούν έναν ακόμη ασταθή παράγοντα που μας κληροδότησε η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Διαμοιρασμένοι ανάμεσα σε πολλές χώρες της Μέσης Ανατολής –Ιράν, Ιράκ, Συρία και Τουρκία –οι Κούρδοι μάχονται για το δικό τους κράτος εδώ και ολόκληρες δεκαετίες. Ωστόσο, έχουν επιδείξει μεγάλη αυτοσυγκράτηση στον Βορρά του Ιράκ μετά την πτώση του Σαντάμ, μένοντας ικανοποιημένοι με το να χτίσουν την δική τους, πολιτικά και οικονομικά αυτόνομη οντότητα –σε σημείο που πλέον είναι ανεξάρτητοι σε όλα πλην του ονόματος, ενώ διαθέτουν και έναν εξαιρετικά ισχυρό κι έμπειρο στρατό, τους Πεσμεργκά.

Η ανάπτυξη της ISIS και η ανάκτηση της Μοσούλης φαίνεται πως έλυσε, με μια απλή κίνηση, όλες τις εδαφικές διαφορές ανάμεσα στην κεντρική κυβέρνηση του Ιράκ και στην περιφερειακή κυβέρνηση των Κούρδων, ευνοώντας τους τελευταίους, ειδικά όσον αφορά στην πόλη του Κιρκούκ. Μετά την υποχώρηση του ιρακινού στρατού, οι Πεσμεργκά αμέσως κατέλαβαν την πόλη, δίνοντας στους Κούρδους αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Επίσης, το γειτονικό Ιράν και η Τουρκία, αλλά και οι ΗΠΑ, σύντομα θα χρειαστούν τη βοήθεια των Πεσμεργκά απέναντι στην ISIS. Οπότε, εδώ ανοίγει ένα παράθυρο ευκαιρίας για τους Κούρδους να καταφέρουν να αποκτήσουν την πλήρη ανεξαρτησία τους, παρ’ όλο που οι καλές τους σχέσεις τόσο με την Τουρκία όσο και με το Ιράν για την είσοδό τους στις παγκόσμιες αγορές θα μετριάσει τις όποιες πολιτικές φιλοδοξίες τους. Εισβάλλοντας στο Ιράκ το 2003, οι ΗΠΑ άνοιξαν την πόρτα στο Ιράν να γίνει ο κυρίαρχος παίκτης όλης της ευρύτερης περιοχής. Η εισβολή σηματοδότησε και μια δραματική αλλαγή στις συμμαχίες των ΗΠΑ στην περιοχή, οι συνέπειες της οποίας –συμπεριλαμβανομένης και της διαπραγμάτευσης με το Ιράν όσον αφορά το πυρηνικό του πρόγραμμα –θα αρχίσουν να γίνονται ξεκάθαρες από τώρα και στο εξής.


Ο ρόλος της Ιορδανίας, τα Βαλκάνια και η Ευρώπη

Αμφότερες οι πλευρές αντιμάχονται τους ίδιους τζιχαντιστές, οι οποίοι υποστηρίζονται από τους υποτιθέμενους συμμάχους των ΗΠΑ, τα κράτη του Περσικού Κόλπου τα οποία καθοδηγούνται από σουνίτες. Παρ’ όλο που οι ΗΠΑ και το σιιτικό Ιράν συνεχίζουν να αρνούνται κάθε επίσημο ενδεχόμενο συνεργασίας τους, οι τροχοί έχουν αρχίσει να κινούνται και οι διμερείς συνομιλίες έχουν αρχίσει να γίνονται ρουτίνα. Μια καίρια ερώτηση για το μέλλον της περιοχής είναι το κατά πόσον η Ιορδανία, που παίζει ρόλο-κλειδί στην ισορροπία της Μέσης Ανατολής, θα επιβιώσει αλώβητη από αυτές τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις.
Αν δεν τα καταφέρει, τότε θα μπορούσε να καταρρεύσει όλη η ισορροπία δυνάμεων στην «παραδοσιακή» μεσανατολική μάχη ανάμεσα στο Ισραήλ και στους Παλαιστίνιους. Και οι συνέπειες θα είναι απρόβλεπτες και ανυπολόγιστες. Για την Ευρώπη, τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή ενέχουν δύο κινδύνους: την επιστροφή τζιχαντιστών που απειλούν να φέρουν μαζί τους τον τρόμο, καθώς και μια διάχυση των εξτρεμιστικών τους ιδεών στα Βαλκάνια. Συνεπώς, για τη δική τους ασφάλεια, τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα πρέπει να επιδείξουν μεγαλύτερη προσοχή στην Νοτιοανατολική Ευρώπη σε σχέση με όση επέδειξαν στο παρελθόν.


Ο κ. Γιόσκα Φίσερ, ηγετικό στέλεχος των Γερμανών Πρασίνων επί σχεδόν 20 έτη, διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας και αντικαγκελάριος από το 1998 ως το 2005.

HeliosPlus