Απαισιόδοξος εμφανίζεται ο νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν σχετικά με την κυπριακή κρίση. Σε άρθρο του στους Νew York Times με τίτλο «Κύπρος: το άθροισμα όλης της γα**μένης κατάστασης» («Cyprus: The Sum of All FUBAR») -όπου F.U.B.A.R. είναι αρκτικόλεξο των λέξεων «Fucked up beyond all recognition» που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «γα**μένοι άνευ προηγουμένου»– επισημαίνει πως «η κατάσταση στην Κύπρο είναι πλέον ξεκάθαρη -κάτι διόλου καθησυχαστικό επειδή η Κύπρος έχει καταφέρει να συνδυάσει όλα όσα πήγαν στραβά σε άλλες χώρες».
Σύμφωνα με τον διαπρεπή οικονομολόγο, «η Κύπρος έχει ένα τεράστιο τραπεζικό σύστημα βασισμένο σε ένα μοντέλο προσέλκυσης offshore κεφαλαίων με υψηλά επιτόκια και μεγάλες ευκαιρίες για φοροαποφυγή/φοροδιαφυγή. Επίσημα, το 40% των καταθέσεων στις κυπριακές τράπεζες δεν ανήκουν σε μόνιμους κατοίκους, κάτι που σημαίνει ότι οι καταθέσεις των μόνιμων κατοίκων ανέρχονται στο 500% του ΑΕΠ, το οποίο είναι τελείως τρελό. Ορισμένα από τα χρήματα αυτά προέρχονται από πλούσιους ξένους που ζουν στην Κύπρο κι έχουν αποκτήσει μόνιμη άδεια παραμονής, χωρίς στην πραγματικότητα να ζουν στο νησί. Οπότε οι κυπριακές καταθέσεις προέρχονται από μη-Κύπριους, που τους προσέλκυσε αυτό το επιχειρηματικό μοντέλο που σταμάτησε να λειτουργεί όταν υπήρξαν μεγάλες απώλειες κάπου αλλού».
Το άρθρο συνεχίζει προσθέτοντας πως «από τη στιγμή που οι κυπριακές τράπεζες πραγματοποιούσαν επενδύσεις στην Ελλάδα και στην εγχώρια κτηματομεσιτική «φούσκα», του μεγέθους της Ισπανίας ή της Ιρλανδίας, η καταστροφή ήταν αναπόφευκτη».
Επιπλέον ο Κρούγκμαν υποστηρίζει ότι«ο συνδυασμός της φούσκας των ακινήτων με το εισόδημα από περίεργες τραπεζικές συναλλαγές, οδήγησε σε μαζική υπερτίμηση, με το κόστος και τις τιμές στην Κύπρο να έχουν αυξηθεί πολύ περισσότερο απ’ όσο στην υπόλοιπη ευρωζώνη. Το 2008 το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών ήταν πάνω από 15% του ΑΕΠ!», και συμπληρώνει ότι «οι κυπριακές τράπεζες δεν μπορούν να πληρώσουν τα χρέη τους, τα οποία δυστυχώς έχουν σε συντριπτικό ποσοστό την μορφή καταθέσεων, οπότε και είναι αναπόφευκτη κάποια στάση πληρωμών στις καταθέσεις».
Προσθέτει δε ότι «η κυπριακή κυβέρνηση εξακολουθεί να έχει την ψευδαίσθηση ότι το τραπεζικό της μοντέλο μπορεί να επιβιώσει και ήθελε να περιορίσει το πλήγμα στους μεγάλους καταθέτες του εξωτερικού. Εξ ού και η διαμάχη για το κούρεμα των μικρών καταθέσεων», οπότε κατά τον συντάκτη του «στο τέλος θα γίνει πιθανότατα αυτό που επρόκειτο να γίνει εξ’ αρχής: ένα μεγάλο κούρεμα στις καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ»».
Ωστόσο, ο Κρούγκμαν αφήνει ένα μικρό παράθυρο ελπίδας, λέγοντας πως «η Κύπρος είναι κατά κοινή ομολογία σε καλύτερη θέση από την Ισλανδία για να το κάνει όπως η Ισλανδία, γιατί η υποτίμηση και η επαναφορά της κυπριακής λίρας θα φέρει πολύ τουρισμό. Οι Κύπριοι, που δεν έχουν ακόμη συμφιλιωθεί με την λήξη της «μεσολαβητικής» επιχείρησής τους, θα είναι όμως σε θέση να το κάνουν;».