«Σαρκοζί, Σατανά!» ήταν ο τίτλος της τουρκικής εφημερίδας «Sozcu» την επομένη της ψηφοφορίας στη γαλλική Γερουσία με την οποία ποινικοποιήθηκε η άρνηση της γενοκτονίας των Αρμενίων από τους Οθωμανούς στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Παρά το πρόβλημα εικόνας που δημιουργεί διεθνώς στην Τουρκία, η σφαγή παραμένει ταμπού για τους περισσότερους Τούρκους. Ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν τολμά να «λυτρωθεί». Δηλαδή να απαλλαχθεί από το βάρος του φοβερού ιστορικού εγκλήματος, να το «φορτώσει» στους διεφθαρμένους Οθωμανούς τους οποίους ανέτρεψαν οι Νεότουρκοι και ο Κεμάλ, και τελικά να πυροδοτήσει μια διαδικασία εθνικής αυτογνωσίας όπως αυτή της μεταπολεμικής Γερμανίας για τα ναζιστικά εγκλήματα. Το πολιτικό κόστος θα ήταν τεράστιο. Προτιμά το εύκολο μονοπάτι: αφενός υπηρετεί την ενοποιητική αντίληψη για το μεγαλείο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αφετέρου αφήνει περιθώρια στους σημερινούς Αρμενίους της Τουρκίας να καλλιεργούν την ταυτότητά τους. Οταν όμως δικαστήριο έκρινε ότι ο νεαρός δολοφόνος του μετριοπαθούς τουρκοαρμένιου δημοσιογράφου Χραντ Ντικ «έδρασε μόνος», επέτρεψε στη Δικαιοσύνη να καλύψει τα ολοφάνερα ίχνη που οδηγούν στο κεμαλικό παρακράτος.
«Δεν είναι θέμα κράτους αλλά έθνους» απαντά στην ερώτησή μας γιατί το να αποκαλούνται τα γεγονότα του 1915 «γενοκτονία των Αρμενίων» ξεσηκώνει τόσο έντονα πάθη στην Τουρκία τη στιγμή που συνέβησαν επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, χρόνια πριν από την ίδρυση του σύγχρονου τουρκικού κράτους το 1923. «Το κοινό αίσθημα που επικρατεί είναι ότι «Οι πρόγονοί μας δεν μπορεί να διέπραξαν κάτι τόσο φριχτό»».
«Δεν θέλουμε να δέσουμε τα χέρια των γερουσιαστών αυτών. Γι’ αυτό δεν ανακοινώθηκαν ακόμη τα μέτρα» λένε τουρκικές πηγές. Τα μέτρα θα αφορούν την ακύρωση μεγάλων παραγγελιών από γαλλικά εργοστάσια, κυρίως στον τομέα της άμυνας, αλλά και αεροπλάνα Airbus, καθώς και την πώληση των 15 δισ. ευρώ σε γαλλικά ομόλογα που διαθέτει η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας και τον αποκλεισμό γαλλικών εταιρειών από διαγωνισμούς για μεγάλα έργα στην Τουρκία, κυρίως στον τομέα της ενέργειας.
«Ο αρμένιος δημοσιογράφος Χραντ Ντινκ δολοφονήθηκε το 2007, όταν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (σ.σ.: το ΑΚΡ του Ερντογάν) βρισκόταν στην εξουσία» λέει μιλώντας προς «Το Βήμα» η Οζγκέ Μουμτζού, κόρη του δολοφονηθέντος δημοσιογράφου Ουγούρ Μουμτζού. «Δεν είμαι Αρμένισσα», μας λέει, «ούτε έχω σχέσεις με την κοινότητα των Αρμενίων γενικώς. Συνδέομαι με την οικογένεια Ντινκ γιατί είμαστε μέλη της Πλατφόρμας Κοινωνικής Μνήμης». Στην οργάνωση ανήκουν συγγενείς 28 θυμάτων πολιτικών δολοφονιών στην Τουρκία.
«Οι δολοφόνοι του Ντινκ απέτυχαν»…
«Μετά τη δεκαετία του ‘90 άλλαξαν πολλά για τους Αρμενίους της Τουρκίας» λέει μιλώντας προς «Το Βήμα» ο Μπαρούιρ Κουγιουμτζιγιάν, από τους αρχισυντάκτες της (αρμένικης) εφημερίδας «Agos» στην Κωνσταντινούπολη, την οποία ίδρυσε ο δολοφονηθείς Χραντ Ντινκ.
Συνοψίζει τις αλλαγές δίνοντας ένα παράδειγμα από την προσωπική του εμπειρία. «Διανύω την τέταρτη δεκαετία της ζωής μου και όταν ξέσπασε η διαμάχη για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ (σ.σ.: ανάμεσα στην Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν που διεκδικούν την περιοχή, το δεύτερο με την υποστήριξη της Τουρκίας) φοιτούσα στο αρμενικό λύκειο. Εκείνη την εποχή, οι καθηγητές μάς προειδοποιούσαν να μη μιλάμε αρμενικά δημοσίως, να μη χρησιμοποιούμε τα αρμενικά μας ονόματα και να μη λέμε σε ποιο σχολείο φοιτούμε αν μας ρωτήσουν. Ηταν αναγκασμένοι να μας προειδοποιήσουν γιατί υπήρχαν πολλές απειλές στην ατμόσφαιρα. Τελικά δεν συνέβη τίποτε φοβερό εκείνα τα χρόνια, αλλά ήταν αρκετό για να καταλάβω πώς αισθάνονταν ο πατέρας και η μητέρα μου αλλά και οι παππούδες μου τις περιόδους της έντασης στην Τουρκία. Εγώ πάντα αισθανόμουν ανεξάρτητος, ελεύθερος και ίσος».
Ο κ. Κουγιουμτζιγιάν παράκουγε τησυμβουλή των γονιών του και φορούσε ελεύθερα τον χριστιανικό σταυρό του ενώ χρησιμοποιούσε πάντα το αρμένικο όνομά του. Την ίδια περίοδο όμως βίωσε από πρώτο χέρι τα μειονεκτήματα του να είσαι Αρμένης στην Τουρκία. «Ηθελα να γίνω πιλότος και ο μόνος τρόπος για να το πετύχω ήταν να πάω σε στρατιωτική σχολή. Οταν ζήτησα συμβουλές γι’ αυτό η απάντηση με στενοχώρησε: “Είσαι Αρμένης και στους Αρμενίους δεν επιτρέπεται να εργάζονται για την κυβέρνηση ή τον στρατό”».
Οι Αρμένιοι, μας εξηγεί, διέθεταν πολλές εκκλησίες, σχολεία και περιουσία, όμως ήταν δύσκολο να τα διατηρήσουν. «Το 1996 ήταν η χρονιά που ο Χραντ Ντινκ ίδρυσε την εφημερίδα “Agos” μαζί με μια ομάδα αρμενίων ακτιβιστών. Η Τουρκία άλλαζε και ο λόγος που ίδρυσε την “Agos” ήταν η επιθυμία να εκφράσουμε ποιοι είμαστε προς τους ανθρώπους μαζί με τους οποίους ζούσαμε. Εκτός από εκείνους που έμεναν κοντά σε αρμενικές γειτονιές, η υπόλοιπη χώρα θεωρούσε τους Αρμενίους κακούς ανθρώπους και ο όρος “Αρμένης” χρησιμοποιούνταν σαν βρισιά. Ο λόγος του Ντινκ ήταν θαρραλέος και συγκίνησε πολύ κόσμο. Τούρκοι διανοούμενοι υποστήριξαν τα ζητήματα της μειονότητας».
Σύμφωνα με τον κ. Κουγιουμτζιγιάν, οι αλλαγές στη ζωή των Αρμενίων της Τουρκίας είναι μεγάλες και δεν μπορεί κανείς να τις αγνοήσει. «Οι μειονότητες βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση σήμερα από όσο πριν από 10 ή 15 χρόνια. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι μεγάλο μέρος της βελτίωσης αυτής πραγματοποιήθηκε στα χρόνια του ΑΚΡ (σ.σ.: του κυβερνώντος κόμματος του Ερντογάν). Ομως η αλλαγή στην Τουρκία έγινε με υπερβολικά γρήγορο ρυθμό και πολλοί κύκλοι αισθάνθηκαν άβολα. Υστερα από τις μέρες της “ελπίδας”, το σκοτάδι έδειξε το πρόσωπό του. Ο Χραντ Ντινκ στοχοποιήθηκε και δολοφονήθηκε και ο λόγος ήταν ότι ήταν Αρμένης. Αλλά οι δολοφόνοι του απέτυχαν στον σκοπό τους».
Ο αρχισυντάκτης της «Agos» καταλήγει ότι, εν τέλει, τα πάντα έχουν αλλάξει για τους Αρμενίους της Τουρκίας σήμερα. «Πολλοί αρθρογράφοι γράφουν για την υπόθεση του Χραντ Ντινκ και για το 1915. Η αδικία προς τους Αρμενίους ξεσηκώνει αντιδράσεις. Μετά τον νόμο που ψηφίστηκε στη Γαλλία, η τουρκική κυβέρνηση, ο κόσμος και οι εφημερίδες λένε πολύ άσχημα πράγματα, κυρίως για τον Σαρκοζί, όμως είναι προσεκτικοί όταν αναφέρονται στους Αρμενίους. Αυτά βεβαίως δεν είναι αρκετά για να ξεπληρώσουν την τιμή και την αξιοπρέπεια των Αρμενίων. Η Τουρκία έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει στην οδό του εκδημοκρατισμού. Αλλά και εμείς πρέπει να κάνουμε πολλά για να χαρίσουμε ένα καλύτερο μέλλον στα παιδιά μας».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ