Κατακερματισμός και αβεβαιότητα χαρακτηρίζουν το πολιτικό σκηνικό της Αιγύπτου, λίγο πριν τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών, οι οποίες σύμφωνα με το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο θα διεξαχθούν κανονικά τη Δευτέρα και την Τρίτη. Και ενώ πολλά πολιτικά κόμματα διακόπτουν τις προεκλογικές τους εκστρατείες δηλώνοντας με αυτό τον τρόπο τη συμπαράστασή τους στους διαδηλωτές στην πλατεία Ταχρίρ που διαμαρτύρονται για την τροπή που έχει πάρει η αιγυπτιακή επανάσταση, οι νεκροί από τις συγκρούσεις της τελευταίας εβδομάδας έχουν ξεπεράσει τους 40.
Η επιλογή του πρώην πρωθυπουργού Καμάλ Γκαντούρι, από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο για να ηγηθεί μίας νέας πολιτικής μεταβατικής κυβέρνησης δεν φαίνεται να «πείθει» τους διαδηλωτές καθώς είναι στενά συνδεδεμένος με το καθεστώτος Μουμπάρακ. Το Στρατιωτικό Συμβούλιο τον διόρισε επικεφαλής ενός κυβερνητικού σχήματος σωτηρίας, επιμένοντας πως θα γίνει κανονικά η διεξαγωγή των εκλογών που έχουν προγραμματιστεί για τη Δευτέρα και τη Τρίτη και οι οποίες θα διενεργηθούν σε τρεις φάσεις. Παράλληλα περισσότεροι από 100.000 διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν εχθές στην κεντρική πλατεία του Καΐρου – «Παρασκευή της τελευταίας ευκαιρίας» όπως αποκάλεσαν την ημέρα – ζητώντας από το στρατιωτικό καθεστώς να παραιτηθεί και να παραδώσει την εξουσία σε πολιτική ηγεσία πριν τη διεξαγωγή εκλογών.
Δίκτυα ακτιβιστών και πολιτικά κόμματα καλούν σε μποϊκοτάζ των εκλογών καθώς πιστεύουν ότι οποιαδήποτε διαδικασία της οποίας ηγείται ο στρατός δεν μπορεί να είναι δίκαια αφού στερείται ηθικής αλλά και πολιτικής νομιμοποίησης προκειμένου να αποφασίζει πότε και υπό ποιές συνθήκες μπορεί να ψηφίζει ο αιγυπτιακός λαός. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν ειδικοί, ακόμη και μεταξύ των διαδηλωτών δεν υπάρχουν συγκεκριμένα αιτήματα ως προς το πως θα πρέπει να συντελεστεί η μεταβίβαση της εξουσίας: προεδρικές εκλογές την άνοιξη, δημιουργία πολιτικού συμβουλίου και κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας είναι μερικές από τις επιλογές, που κλιμακώνουν την ένταση εν όψει των βουλευτικών εκλογών της Δευτέρας.
Την ίδια στιγμή, χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν κοντά στο αρχηγείο του Ανώτατου Συμβουλίου των Ενόπλων Δυνάμεων, διαδηλώνοντας υπέρ του στρατού και φωνάζοντας συνθήματα όπως «Κάτω η πλατεία Ταχρίρ» και «Η Ταχρίρ δεν αντιπροσωπεύει τους Αιγύπτιους». Μία τρίτη διαδήλωση, στο σουνιτικό τέμενος αλ Αζάρ, με επίσης μεγάλη συμμετοχή, καλούσε να «σωθεί» το τέμενος αλ Ακσά από τον ισραηλινό έλεγχο. Μέλη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας κλήθηκαν να υποστηρίξουν τη διαδήλωση, καθώς η οργάνωση επίσημα τάχθηκε κατά της συγκέντρωσης στην πλατεία Ταχρίρ. Το ισλαμιστικό κόμμα Ελευθερία και Δικαιοσύνη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, διαθέτοντας πολύ καλή χρηματοδότηση αναμένεται να αποσπάσει πολλές ψήφους στις κοινοβουλευτικές εκλογές και έχει κάθε λόγο να αντιτίθεται στην πρόταση αναβολής τους, γεγονός που κάνει τα φιλελεύθερα κόμματα να κατηγορούν την οργάνωση για καιροσκοπισμό.
Ως ο μεγαλύτερος και καλύτερα οργανωμένος πολιτικός φορέας στην Αίγυπτο, η Μουσουλμανική Αδελφότητα με τη συμμετοχή της στις εκλογές αναμένεται να προσδώσει στη διαδικασία κάποια από τη χαμένη της αξιοπιστία, ενώ τα κόμματα που ανακοίνωσαν ότι δεν θα συμμετάσχουν κινδυνεύουν, σύμφωνα με αναλυτές, να βρεθούν στο πολιτικό περιθώριο. «Πιστεύαμε ότι οι εκλογές ήταν ο καλύτερος τρόπος για να διώξουμε γρήγορα τον στρατό αλλά μετά τη βία από την πλευρά της αστυνομίας στην πλατεία, ο κόσμος φοβάται να πάει να ψηφίσει» δήλωσε ο φοιτητής Αμπντουλραχμάν Αμρ που συμμετέχει στις διαδηλώσεις κατά του στρατού. Ωστόσο, ο ίδιος παραδέχεται ότι θα πάει να ψηφίσει. «Θα πάω, διαφορετικά οι νέοι άνθρωποι της επανάστασης δεν θα έχουν υποστήριξη. Το κοινοβούλιο θα αποτελείται από μέλη του πρώην κυβερνώντος Εθνικού Δημοκρατικού Κόμματος και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας» προσέθεσε.
Η νέα βουλή που θα προκύψει από τις επερχόμενες εκλογές, εφόσον διεξαχθούν ομαλά, θα είναι συντακτική, με βασική αρμοδιότητα τη δημιουργία μίας συνέλευσης για τη διατύπωση και υιοθέτηση ενός νέου Συντάγματος. Όταν αυτό εγκριθεί από τον στρατό και τον λαό μέσω δημοψηφίσματος, θα προκηρυχθούν νέες εκλογές το 2013 για την προεδρία. Στο μεταξύ η εκτελεστική εξουσία θα παραμείνει στο Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, γεγονός που προκαλεί φόβους ότι ο στρατός θα προσπαθήσει με αυτό τον τρόπο να εδραιώσει μόνιμα την εξουσία του στην πολιτική ζωή.