ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑ

Αμερικανοί επιστήμονες θεωρούν πως βρήκαν έναν υποδοχέα στην ανθρώπινη γλώσσα που ευθύνεται για τις λαιμαργίες που πιάνουν κατά καιρούς τους διάφορους «γλυκατζήδες» και τους οδηγούν στην κατανάλωση προϊόντων ζαχαροπλαστικής, ιδίως σοκολάτας.

Οι ερευνητές του Κέντρου Μόνελ στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ ανακάλυψαν προσφάτως πως η ανθρώπινη γλώσσα, αντί για έναν, όπως πίστευαν παλιότερα, έχει τρεις υποδοχείς της ζάχαρης. Ένας από αυτούς, ονόματι ΚΑΤΡ, ενδέχεται να μπορεί μελλοντικά να βοηθήσει στην ρύθμιση στα επιθυμητά επίπεδα των αισθητήρων του γλυκού στη γλώσσα σε άτομα που έχουν πρόβλημα.

Εκτός της γλώσσας, παρόμοιοι υποδοχείς υπάρχουν στο πάγκρεας και το έντερο, που χρησιμεύουν στη ρύθμιση της γλυκόζης στο αίμα και απελευθερώνουν ινσουλίνη.

Η έρευνα αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει παρόμοια ευρήματα μιας πρόσφατης αυστραλιανής μελέτης, που υποστήριζε πως οι άνθρωποι βρίσκουν νόστιμες τις λιπαρές τροφές όπως τα τσιπς και τη σοκολάτα γιατί περιέχουν λίπος, το οποίο σύμφωνα με τα ευρήματά τους αποτελεί την έκτη γεύση που αναγνωρίζει ο ουρανίσκος.
«Εκτός από τις πέντε γεύσεις που ήδη γνωρίζαμε ότι μπορεί να διακρίνει η ανθρώπινη γλώσσα – το γλυκό, το αλμυρό, το ξινό, το πικρό και το ουμάμι (umami), μια γεύση που αφήνουν τροφές όπως η σόγια και το κρέας – η μελέτη μας δείχνει ότι υπάρχει και μια έκτη γεύση, που δεν είναι άλλη από το λίπος», αναφέρει ο κύριος ερευνητής της μελέτης, Ράσελ Κιστ.

Η έρευνα, η οποία διεξήχθη σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Αδελαΐδας, το Πανεπιστήμιο Μάσεϊ της Νέας Ζηλανδίας και την επιστημονική ομάδα CSIRO της Αυστραλίας, έφτασε στο συμπέρασμα ότι η ικανότητα εντοπισμού της γεύσης του λίπους συνδεόταν με το βάρος σώματός τους, εύρημα που θα μπορούσε να συμβάλει στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.