« ΝΕΜΕΣΙΣ»είναι η λέξη που ταιριάζει καλύτερα στο νέο πλήγμα που δέχεται η υστεροφημία του πολυσυζητημένου και στη χώρα μας προεδρικού συμβούλου και μετέπειτα υπουργού των Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ από την ιστορική απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης να απελευθερώσει το περιεχόμενο των 15.502
(!) απομαγνητοφωνημένων συνομιλιών του γνωστού ως «μάγου» της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ τη δεκαετία του 1970 με ανώτατους αξιωματούχους, μεταξύ αυτών και του τότε προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον. Η νομοθετική ρύθμιση για ελεύθερη πρόσβαση (Freedom of
Ιnformation Αct), που ελήφθη ήδη από το 1966 επί προεδρίας Τζόνσον από το αμερικανικό Κογκρέσο, ήταν εκείνη που άνοιξε τον δρόμο στους ιστορικούς του Εθνικού Αρχείου Ασφαλείας (Νational Security Αrchive) να απαιτήσουν το άνοιγμα των φακέλων που διατηρούσε ως «προσωπικό του αρχείο» στο σπίτι του με την ιδιότητά του ως προεδρικού συμβούλου επί Νίξον την περίοδο 1969-1974 ο Χένρι Κίσινγκερ. Πρόκειται για τις 30.000 σελίδες απομαγνητοφωνημένων συνδιαλέξεων που κατέγραφε ο παντοδύναμος πάλαι ποτέ αμερικανός αξιωματούχος μυστικά και εν αγνοία των συνομιλητών του, ακόμη και του ίδιου του αμερικανού προέδρου! «Αν και δεν το επεδίωξε,
αντίθετα μάλιστα ήταν σίγουρος πως οι συνομιλίες αυτές θα έμεναν για πάντα απόρρητες» λέει σήμερα το στέλεχος του Νational Security Αrchive Πίτερ Κόρνμπλουχ,
«ο Κίσινγκερ χάρισε ένα πολύτιμο δώρο στην Ιστορία με την ιδιορρυθμία που τον χαρακτήριζε να καταγράφει μυστικά ό,τι συζητούσε τηλεφωνικά με τον πρόεδρο Νίξον και άλλα μέλη της αμερικανικής κυβερνήσεως…».
Ανάμεσα στα ονόματα των συνομιλητών του συγκαταλέγονται ο τότε αμερικανός ΥΠΕΞ Γουίλιαμ Ρότζερς, οι υπουργοί Αμυνας Μ. Λερντ, Ε. Ρίτσαρντσον και Τζ. Σλέσινγκερ, ο τότε πρέσβης στα Ηνωμένα Εθνη και μετέπειτα πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους, ο σύμβουλος
του Λευκού Οίκου και μέχρι πρότινος υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ Ντόναλντ Ράμσφελντ, αλλά και δημοσιογράφοι, επιχειρηματίες και πρεσβευτές, όχι μόνο Αμερικανοί. Τα θέματα στα οποία αναφέρονται οι εντυπωσιακές και για τον αριθμό, πλην του περιεχομένου τους, συνομιλίες είναι πολλά: η ύφεση με τη Μόσχα, ο πόλεμος στο Βιετνάμ, η κρίση του 1970 στην Ιορδανία, οι συνομιλίες για την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή, οι σχέσεις των ΗΠΑ με την Ευρώπη, την Ιαπωνία και τη Χιλή, η προσέγγιση με την Κίνα, η κυπριακή κρίση του 1974, αλλά και το περίφημο σκάνδαλο Γουοτεργκέιτ που στοίχισε ακριβά στους Ρεπουμπλικανούς και στον ίδιο τον Νίξον…
Oκτώ ημέρες μετά την εκλογή του Αλιέντε με μικρή σχετικά πλειοψηφία, στις 12 Σεπτεμβρίου 1970 στις 12 το μεσημέρι, σύμφωνα με το πρώτο απομαγνητοφωνημένο κείμενο, ο Κίσινγκερ φέρεται να λέει στον διευθυντή της CΙΑ Ρίτσαρντ Χελμς: «Δεν θ΄ αφήσουμε τη Χιλή να χαραμιστεί με αυτόν τον τρόπο!», για να λάβει αμέσως τη διαβεβαίωση του συνομιλητή του: «Ασφαλώς.Εστειλα ήδη άνθρωπο δικό μου να δει από κοντά τι γίνεται εκεί κάτω…». Το όνομα του απεσταλμένου παραλείπεται, ενώ όπου αλλού αναφέρονται ονόματα πρακτόρων που στελέχωναν εκείνες τις αποστολές καλύπτονται με μελανή ταινία και με την ένδειξη «αποστειρωμένο αντίγραφο» («sanitized copy»).
Μισή ακριβώς ώρα αργότερα, το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, σε τηλεφωνική συνομιλία του με τον Νίξον σχετικά με την αεροπειρατεία στο Αμμάν της Ιορδανίας ο Κίσινγκερ ακούγεται να λέει: «Το μεγάλο πρόβλημα σήμερα είναι η Χιλή» και να πληροφορεί με την ευκαιρία αυτή τον αμερικανό πρόεδρο για μια σειρά ενεργειών που στο μεταξύ είχε ο ίδιος επιληφθεί: την ενεργοποίηση του αμερικανικού Τύπου κατά του Αλιέντε με διαμεσολάβηση του πρώην διευθυντή της CΙΑ και μέλους του διοικητικού συμβουλίου της ΙΤΤ Τζ. Μακ Κόουν και την έλευση στην Ουάσιγκτον του χιλιανού μεγιστάνα των ΜΜΕ Αγκουστίνο Εντουαρντς που είχε κανονίσει ο στενός φίλος του Νίξον, πρόεδρος της Ρepsi Ντ. Κένταλ. Στην ίδια συνομιλία ο Νίξον φέρεται να είναι έξω φρενών με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το οποίο εισηγείτο να εξευρεθεί τρόπος συνεννόησης με τη χιλιανή ηγεσία. «Μην τους αφήσεις να το κάνουν, Χένρι» λέει ο Νίξον, «είναι διαταγή αυτό και στείλε μου όλα τα τηλεγραφήματα να δω τι ακριβώς μεταδίδουν» προσέθετε, θυμωμένος με τους διπλωμάτες του αμερικανικού ΥΠΕΞ.
Στις 14 Σεπτεμβρίου, 12.15 το μεσημέρι, έπειτα από συνομιλία που είχε ο Νίξον με τον Ρότζερς, ο Κίσινγκερ καλεί τον υπουργό Αμυνας στο τηλέφωνο. Ο Ρότζερς επιβεβαιώνει ότι θα εφαρμόσει το σχέδιο της CΙΑ στην κατεύθυνση «μιας διαφορετικής λύσης για τη Χιλή». Ο Κίσινγκερ στην ίδια εκείνη τηλεφωνική επαφή ζητεί από τον Ρότζερς να γίνει αυτό «όσο πιο διακριτικά γίνεται» γιατί πρόκειται για δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση και γι΄ αυτό η γνώμη του προέδρου (Νίξον) είναι να γίνει ό,τι γίνει από μέσα, στηριγμένο σε χιλιανές δυνάμεις (sources) όσο πιο χαμηλά γίνεται, προκειμένου να μην εκτεθεί ο αμερικανικός παράγοντας. «Προσοχή,μην εκτε θούμε και γυρίσουν τα πυρά επάνω μας» ακούγεται να λέει, και ο Ρότζερς απαντά: «Αυτό είναι σχετικό, εξαρτάται πώς το ερμηνεύει κανείς». «Να σου πω» απαντά ο Κίσινγκερ «πώς το ερμηνεύω εγώ:εκτίθεσαι αν σε πιάσουν να το κάνεις!».
Στις 4 Ιουλίου 1973, 11 το πρωί, δύο βδομάδες έπειτα από ένα αποτυχημένο πραξικόπημα κατά του Αλιέντε, ο Νίξον που παραθερίζει στο Σαν Κλεμέντε στην Καλιφόρνια τηλεφωνεί στον Κίσινγκερ. «Νομίζω ότι ο Χιλιανός (the Chilean guy) έχει προβλήματα» ακούγεται να λέει ο τελευταίος. «Α, ναι, τεράστια,θα έλεγα» απαντά ο Νίξον. Σχολιάζοντας τα γεγονότα της τελευταίας τριετίας και την αποτυχία της CΙΑ να εμποδίσει τον Αλιέντε να αναλάβει την εξουσία, ο Νίξον ακούγεται έξαλλος τόσο με τον διευθυντή της Ρ. Χελμς όσο και με τον προηγούμενο αμερικανό πρεσβευτή στο Σαντιάγο Εντουαρντ Κόρι. «Τα θαλάσσωσαν…» λέει και συμπληρώνει: «Μπορεί πραγματικά ο Κόρι να το έκανε επίτηδες, για να μας εκθέσει. Είναι Δημοκρατικός ως το κόκαλο,επιρροής των Κένεντι…». Η υπόλοιπη συνομιλία εκείνης της ημέρας αφιερώνεται στη θεατρική πρεμιέρα του μιούζικαλ «Gigi» στο Λος Αντζελες και στο άνοιγμα των σχέσεων με το Πεκίνο. Ο Κίσινγκερ επισημαίνει στην ίδια συνομιλία ότι η Κίνα κρατούσε ιδιαίτερα προσεκτικούς τόνους για να μην ενοχλεί την Ουάσιγκτον.
Η τελευταία από τις πέντε τηλεφωνικές συνομιλίες τοποθετείται πέντε ημέρες μετά το πραξικόπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 1973. Είναι και πάλι ο Νίξον που καλεί στις 16 Σεπτεμβρίου 1973, στις 11.50 το πρωί, τον Κίσινγκερ, ο οποίος βρίσκεται στο γραφείο του στην Ουάσιγκτον προσπαθώντας, κατά τα λεγόμενά του, να τελειώσει όσο πιο γρήγορα γίνεται για να πάει στο γήπεδο να παρακολουθήσει κάποιο ποδοσφαιρικό αγώνα. Ο Νίξον τον ρωτάει αν υπάρχουν τελευταία νέα από τη Χιλή που ο ίδιος αγνοεί. Ο Κίσινγκερ τον διαβεβαιώνει ότι όλα βαίνουν καλώς και ότι η κατάσταση δείχνει να σταθεροποιείται. Μόνο πρόβλημα στον ορίζοντα, όπως πάντα, ήταν ο Τύπος που «σπάραζε» («bleeding») για την πτώση του φιλομαρξιστικού καθεστώτος. «Ας μη συνεχίζουμε να αποκαλούμε φιλοκομμουνιστικόλοιπόντο καθεστώς που ανετράπη» συνιστά ο Νίξον στον Κίσινγκερ, «ας το λέμε στο εξής αντιαμερικανικό!». Ο Κίσινγκερ συμφωνεί προσθέτοντας: «Και μάλιστα φιλικό προς τον Κάστρο! Αφήνω που είναι οι ίδιοι που μας επιτίθενται τώραεκείνοι που μας ζητούν να κάνουμε κάτι για ν΄ ανατρέψουμε το καθεστώς στη Ν. Αφρική… Δεν κρίνουν λοιπόνμε δύο μέτρα και δύο σταθμά;». Ο Νίξον συμφωνεί και ακούει τον Κίσινγκερ να λέει με παράπονο στην άλλη άκρη της γραμμής: «Αν ζούσαμε στην εποχή του Αϊζενχάουερ, θα ήμασταν ήρωες, ενώ τώρα…».
Ο «μάγος» και η αυτοθεραπεία
ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ,αλλά και οι πολιτικοί αναλυτές εκείνης της περιόδου όπου ο Ψυχρός Πόλεμος έδειχνε να περνάει μικρή ύφεση στην Ευρώπη,αλλά περιέργως αναζωπυρωνόταν στο μαλακό υπογάστριο της Αμερικής στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, θα πρέπει να περιμένουν πολλά από τη δημοσιοποίηση αυτών των απόρρητων συνομιλιών που,σημειωτέον,γίνονταν ερήμην του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το οποίο,όπως και στην κρίσιμη διετία για τη χώρα μας 1965-1967 που προηγήθηκε της απριλιανής δικτατορίας,έκανε τελείως διαφορετικές εκτιμήσεις, τις οποίες όμως έδειχνε να μην παίρνει καθόλου υπόψη του το προεδρικό περιβάλλον αφήνοντας εξ ολοκλήρου την εξωτερική πολιτική της χώρας στα χέρια του «μάγου» Κίσινγκερ.Αν πάντως θέλει κανείς να σταθεί δίκαιος στην εξαγωγή συμπερασμάτων για την πέραν του Ατλαντικού υπερδύναμη και να μην παρασυρθεί από τον γνωστό αντιαμερικανισμό που χαρακτηρίζει τη χώρα μας,ένα είναι βέβαιο: Παρά τα λάθη της,η αμερικανική δημοκρατία παραμένει ισχυρή για έναν και μόνο λόγο: διότι επιτρέπει στους θεσμούς της να λειτουργούν σε βάθος και σε όλα τα επίπεδα της εξουσίας,αυτοθεραπευόμενη για λάθη ή παραλείψεις του παρελθόντος. Απόδειξη, η περίπτωση δημοσιοποίησης αυτών των συνομιλιών που εκθέτουν τις ΗΠΑ.
Η κυρία Φωτεινή Τομαή είναι ιστορικός, Πρεσβευτής Σύμβουλος Α’ στο υπουργείο Εξωτερικών.